Ξημερώνει η 5η Οκτωβρίου 2024. Οι πρώτοι πολίτες που πηγαίνουν στην Αττική Οδό για να κατευθυνθούν στην εργασία τους αντιλαμβάνονται ότι κάτι παράξενο συμβαίνει. Τα διόδια είναι ανοιχτά, τα κουβούκλια των διοδίων άδεια. Οι επιγραφές πάνω από τον δρόμο σβηστές, όπως και τα φώτα. Τα κίτρινα βαν οχήματα των Αττικών Διαδρομών είναι παρατημένα στην άκρη του δρόμου.
Οι πρώτοι οδηγοί επικοινωνούν με φίλους τους, σύντομα η είδηση είναι στα ραδιόφωνα και χιλιάδες οδηγοί σπεύδουν να εκμεταλλευθούν την «ανοιχτή» Αττική Οδό. Πολύ γρήγορα γίνονται τα πρώτα ατυχήματα, στα οποία δεν εμφανίζεται κανείς. Τα αυτοκίνητα μποτιλιάρονται, οι ουρές κάνουν τον εγκλωβισμό του Ιανουαρίου του 2022 να μοιάζει με συνοικιακή κίνηση γύρω από τη λαϊκή αγορά. Επικρατεί χάος, ο κόσμος βγαίνει εξαγριωμένος από τα αυτοκίνητα, πολλοί αρχίζουν να καταστρέφουν ό,τι βρίσκουν μπροστά τους στον δρόμο. Κάποιοι επιτήδειοι σπεύδουν στα γραφεία της Αττικής Οδού, σπάνε τις πόρτες, κλέβουν ό,τι έχει αξία, βάζουν φωτιά στα υπόλοιπα. Οταν μερικούς μήνες μετά έρχεται ο νέος παραχωρησιούχος να αναλάβει το έργο, θα βρει καμένη γη – και βέβαια θα απαιτήσει εκατομμύρια αποζημιώσεων από το κράτος.
Τη δυστοπική αυτή εικόνα μεταφέρει (προφανώς με… λιγότερο παραστατικό τρόπο) το υπουργείο Υποδομών προκειμένου να αιτιολογήσει στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους την ανάγκη να υπογραφεί συμπληρωματική σύμβαση με τον σημερινό παραχωρησιούχο του αυτοκινητοδρόμου. Κι αυτό γιατί, παρόλο που το Δημόσιο γνωρίζει εδώ και 22 χρόνια την ακριβή ημερομηνία παράδοσης της Αττικής Οδού, η καθυστέρηση στην προκήρυξη του διαγωνισμού και στα λοιπά διαδικαστικά είχε ως αποτέλεσμα η σύμβαση με τον νέο παραχωρησιούχο της Αττικής Οδού να υπογραφεί μόλις πριν από λίγες ημέρες. Και να προκύπτει ένα κενό έως πέντε μηνών ανάμεσα στον παλαιό και στον νέο ανάδοχο του έργου.
Στο θέμα αναφέρθηκε ο υφυπουργός Νίκος Ταχιάος από το βήμα του 7ου Συνεδρίου Υποδομών – Μεταφορών ITC 2024. «Η λειτουργία της Αττικής Οδού όπως τη γνωρίζουμε, δηλαδή με διόδια, πέραν των εσόδων, ρυθμίζει τη ζήτηση για μετακινήσεις μέσα στην πόλη, ώστε αυτή να είναι βιώσιμη. Αυτό σημαίνει πως δεν μπορούμε να αφήσουμε την Αττική Οδό χωρίς λειτουργία μετά την 5η Οκτωβρίου, οπότε λήγει η υφιστάμενη σύμβαση», ανέφερε. Οπως εξήγησε, ο νέος παραχωρησιούχος πρέπει να αναλάβει την ευθύνη και λειτουργία του αυτοκινητοδρόμου το αργότερο έως τις 12 Φεβρουαρίου 2025. Η τελική απόφαση δεν έχει ληφθεί, αλλά αυτό που εξετάζεται, ανέφερε, είναι η λύση και η τροποποίηση της υφιστάμενης σύμβασης παραχώρησης. «Η εξέλιξη δεν εξαρτάται μόνο από το Δημόσιο, αλλά και τον απερχόμενο και τον νέο παραχωρησιούχο. Εχουμε δύο ενήλικες στο δωμάτιο», ανέφερε ο κ. Ταχιάος, αναφερόμενος στους εκπροσώπους της Αττικής Οδού, Γιώργο Συριανό (διευθύνων σύμβουλος στην «Ακτωρ Παραχωρήσεις») και της Νέας Αττικής Οδού, Μάνο Μουστάκα (γενικός διευθυντής επιχειρηματικής ανάπτυξης στη ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ), που βρίσκονταν στο ίδιο πάνελ στο συνέδριο.
«Δεν μπορούμε να αφήσουμε την Αττική Οδό χωρίς λειτουργία μετά την 5η Οκτωβρίου, οπότε λήγει η υφιστάμενη σύμβαση», είπε ο υφυπουργός Ν. Ταχιάος.
Σύμφωνα με πηγές του υπουργείου Υποδομών, οι συζητήσεις έχουν σχεδόν καταλήξει, χωρίς να δημοσιοποιείται ακόμα ποια λύση θα επιλεγεί. Προηγήθηκε η υποβολή ερωτήματος από το υπουργείο Υποδομών (στις αρχές Σεπτεμβρίου) στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, σχετικά με το κατά πόσον και υπό ποιους όρους μπορεί να επεκταθεί η υφιστάμενη σύμβαση της Αττικής Οδού.
Οπως προκύπτει από τη γνωμοδότηση του ΝΣΚ (αρ. 94/2024), η διαδικασία παράδοσης του αυτοκινητοδρόμου από τον ανάδοχο ξεκίνησε πριν από έξι μήνες και έχει σχεδόν ολοκληρωθεί. Από την υπογραφή της σύμβασης ανάμεσα στα υπουργεία Υποδομών και Οικονομικών και τον νέο ανάδοχο στις 12 Σεπτεμβρίου αρχίζει να «τρέχει» προθεσμία (κατ’ ανώτατο) πέντε μηνών για την παραλαβή του έργου από τον νέο παραχωρησιούχο.
Προκειμένου να αιτιολογήσει την ανάγκη συμπληρωματικής σύμβασης έως τον Φεβρουάριο (το μέγιστο), το υπουργείο παρέθεσε τις προαναφερθείσες συνέπειες που θα είχε το να μείνει ο αυτοκινητόδρομος χωρίς εταιρεία που να τον λειτουργεί. Αλλά και το πόσο πολύπλοκο είναι το έργο αυτό τόσο τεχνικά όσο και οικονομικά και νομικά – «απαιτείται η εγκατάσταση ευρέος πλέγματος συμβατικών σχέσεων, που περιλαμβάνουν την απασχόληση μεγάλου αριθμού προσωπικού, την ενεργοποίηση εξειδικευμένων εργολάβων παροχής υπηρεσιών (λ.χ. μετακίνηση βαρέων οχημάτων, ασφάλεια χώρων), πλήθος συμβάσεων με χρήστες (πομποδέκτες), πλήθος συμβάσεων με χρηματοπιστωτικά ιδρύματα για τη διαχείριση των εσόδων, συμβάσεις ασφαλιστικών καλύψεων κ.ά.». Το ΝΣΚ δέχθηκε ότι δεν υπάρχει άλλη επιλογή από την υπογραφή συμπληρωματικής σύμβασης. Επισήμανε ωστόσο ότι αυτή θα πρέπει να γίνει με βάση τη νέα νομοθεσία (ν. 4413/16). «Η συμπληρωματική αμοιβή θα καταβληθεί στον ανάδοχο κατόπιν διαπραγμάτευσης ως προς το ύψος της, δεδομένου ότι κάποιες δαπάνες που βάρυναν τον ανάδοχο στην περίοδο παραχώρησης, όπως η απόσβεση των κεφαλαίων του, ευλόγως δεν θα υφίστανται κατά την περίοδο αυτή».
Υπενθυμίζεται ότι η σύμβαση παραχώρησης της Αττικής Οδού υπεγράφη το 1996 και αρχικά είχε διάρκεια 23 χρόνια από τη συμβατική ημερομηνία της έναρξης παραχώρησης (6.3.2000). Παρατάθηκε δε τρεις φορές, συνολικά κατά 1 έτος και 7 μήνες, λόγω καθυστερήσεων στις εργασίες κατασκευής.
Η τελευταία παράταση δόθηκε το 2002, επομένως το Δημόσιο γνωρίζει εδώ και 22 χρόνια την ακριβή ημερομηνία λήξης της σύμβασης παραχώρησης.