Λιτότητα, περιοριστική νομισματική πολιτική και πάταξη της σκιώδους οικονομίας υπόσχεται στους επενδυτές ο υπουργός Οικονομικών της Τουρκίας, Μεχμέτ Σιμσέκ, σε μια ακόμη προσπάθεια να ανακτήσει την εμπιστοσύνη τους και να επαναφέρει το ξένο κεφάλαιο στους τουρκικούς τίτλους. Σε συνέδριο που συνδιοργάνωσαν η Goldman Sachs και το αμερικανοτουρκικό συμβούλιο στο περιθώριο της συνέλευσης του ΟΗΕ, ο κ. Σιμσέκ τόνισε πως η δημοσιονομική αυστηρότητα, οι περικοπές δαπανών και η εξυγίανση της οικονομίας θα παραμείνουν κεντρικοί στόχοι της πολιτικής της Αγκυρας, ενώ υπογράμμισε πως η χώρα έχει επιστρέψει κατηγορηματικά στην ορθόδοξη νομισματική πολιτική έπειτα από χρόνια παράδοξων επιλογών όπως οι συνεχείς μειώσεις των επιτοκίων εν μέσω υψηλού πληθωρισμού.
Τις πληροφορίες έδωσαν στο Bloomberg πηγές με γνώση του θέματος που προτίμησαν την ανωνυμία καθώς το συγκεκριμένο συνέδριο διεξήχθη κεκλεισμένων των θυρών. Από την άνοιξη του περασμένου έτους, όταν η Αγκυρα άλλαξε το οικονομικό επιτελείο της και στράφηκε σε ορθόδοξη νομισματική πολιτική αυξάνοντας επανειλημμένως τα επιτόκια, ο κ. Σιμσέκ προσπαθεί συστηματικά να πείσει τους επενδυτές να εμπιστευτούν ξανά την Τουρκία και να επιστρέψουν στους τίτλους της. Η Τουρκία υπήρξε για πολλά χρόνια η αγαπημένη του ξένου κεφαλαίου που εισέρρεε μαζικά στους τουρκικούς τίτλους και κάλυπτε τα ελλείμματα της τουρκικής οικονομίας. Τα τελευταία χρόνια, όμως, την εγκατέλειψε εξαιτίας της ανορθόδοξης νομισματικής της πολιτικής αλλά και των απρόβλεπτων και ακροβατικών επιλογών της εξωτερικής της πολιτικής. Τώρα τείνει να ανακάμψει το ενδιαφέρον των ξένων επενδυτών που παρακολουθούν τα τεκταινόμενα στη γειτονική χώρα και ενίοτε στοιχηματίζουν σε άνοδο της τουρκικής λίρας. Πολλοί εκτιμούν πως η λίρα θα δεχθεί ώθηση από την πρακτική πολλών επενδυτών να δανείζονται από ξένες αγορές με χαμηλά επιτόκια και να αγοράζουν τουρκικές λίρες. Ωστόσο, οι προσπάθειες της Αγκυρας έχουν αποβεί σε μεγάλο βαθμό ατελέσφορες δεδομένου ότι από την αρχή του έτους οι εισροές ξένου κεφαλαίου δεν υπερβαίνουν τα 2 δισ. δολ., είναι δηλαδή σε επίπεδα κάτω και από το ήμισυ του μέσου όρου τη δεκαετία προ της πανδημίας.
Μετά την τελευταία αύξηση των επιτοκίων της τουρκικής λίρας πριν από έξι μήνες, το κόστος του δανεισμού στην Τουρκία βρίσκεται στο 50%, καθώς η κεντρική τράπεζα προσπαθεί να τιθασεύσει έναν ανυπότακτο πληθωρισμό που μέχρι σχετικά προσφάτως βρισκόταν ακόμη στο 75%. Απευθυνόμενος στους επενδυτές ο κ. Σιμσέκ υποστήριξε πως δεν έχουν ακόμη γίνει ορατά τα αποτελέσματα της περιοριστικής νομισματικής πολιτικής αλλά σε συνδυασμό με τη λιτότητα θα είναι οι κύριοι παράγοντες που θα οδηγήσουν σε αποκλιμάκωση του πληθωρισμού. Δήλωσε, άλλωστε, κατηγορηματικά πως δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας για το ενδεχόμενο να ανακοπεί η ανάπτυξη εξαιτίας της προσπάθειας να μειωθεί ο πληθωρισμός.
Ανάμεσα στα μεγέθη που παρακολουθούν τόσο οι οικονομολόγοι όσο και οι επενδυτές είναι οι αυξήσεις των μισθών και των φόρων που προγραμματίζει η Αγκυρα για το επόμενο έτος καθώς αποτελούν καθοριστικούς παράγοντες για την πορεία του πληθωρισμού. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις παραγόντων που παρακολουθούν την αγορά, στην πλειονότητά τους οι επενδυτές θα προτιμούσαν μια αύξηση στον βασικό μισθό που θα αντανακλά τις προβλέψεις της κεντρικής τράπεζας για τον πληθωρισμό αλλά θα είναι χαμηλότερη από το άλμα του 49% που ανακοινώθηκε στις αρχές του έτους.