Η εμμονή της Γερμανίας με τη δημοσιονομική ορθότητα βλάπτει τα οικονομικά της. Οι πρόσφατες πωλήσεις μεριδίων σε κρατικές επιχειρήσεις, όπως η Commerzbank, ή μονάδων κρατικών ομίλων, όπως στην περίπτωση της Deutsche Bahn, αποτελούν παράδειγμα μιας δαπανηρής ειρωνείας των σημερινών πολιτικών του Βερολίνου. Λαμβάνοντας εσπευσμένες αποφάσεις για την κάλυψη βραχυπρόθεσμων δημοσιονομικών κενών, η κυβέρνηση παραιτείται από υψηλότερα έσοδα σε βάθος χρόνου. Ο γρήγορος δρόμος των ιδιωτικοποιήσεων αποτελούσε εδώ και καιρό επιλογή του υπουργού Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ, ηγέτη του μικρότερου κόμματος στην κυβέρνηση συνασπισμού της Γερμανίας. Τον Ιανουάριο συγκεκριμένα είχε δηλώσει ότι το Βερολίνο ήταν ανοιχτό να πουλήσει το υπόλοιπο 16% του μεριδίου του στην Commerzbank, μια κληρονομιά της διάσωσης της τράπεζας από το δημόσιο το 2009. Θα μπορούσε να είχε πουλήσει νωρίτερα, αλλά ο Λίντνερ βγήκε στην αγορά στις 10 Σεπτεμβρίου, αφότου η τιμή μετοχής της Commerzbank είχε υποχωρήσει σχεδόν 20% από το υψηλό της επίπεδο του Μαΐου. Η κυβέρνηση, επίσης, δυνητικά θα μπορούσε να εντοπίσει πιθανούς αγοραστές για να αποσπάσει σημαντική υπεραξία. Αντιθέτως, πούλησε την πρώτη δόση του μεριδίου της στην αγορά και η ιταλική UniCredit την εξασφάλισε με ένα ανάξιο λόγου premium 4,7%.
Αλλες πρόσφατες αποφάσεις έδειξαν ότι το υπουργείο Οικονομικών της Γερμανίας είναι πολύ πρόθυμο να ενισχύσει τον προϋπολογισμό με κάθε κόστος. Η Schenker, ο βραχίονας εφοδιαστικής αλυσίδας των γερμανικών σιδηροδρόμων Deutsche Bahn, πουλήθηκε νωρίτερα αυτόν τον μήνα στη δανική DSV αντί 14 δισ. ευρώ, παρόλο που το CVC Capital Partners προσέφερε περίπου 2 δισ. ευρώ περισσότερα. Η απόφαση μάλλον οφείλεται στο ότι η DSV πλήρωνε με μετρητά προκαταβολικά, ενώ η προσφορά του CVC απαιτούσε από την κυβέρνηση να επανεπενδύσει μερίδιο 25% στη Schenker ή μια άμεση προσφορά μετρητών μόλις 12 δισ. ευρώ. Η ίδια μυωπική προσέγγιση παρατηρείται και στη βιασύνη του Λίντνερ να διεκδικήσει δημόσιες επιδοτήσεις περίπου 1 δισ. ευρώ, που είχαν υποσχεθεί οι κυβερνώντες στην Intel για το άνοιγμα ενός εργοστασίου ημιαγωγών στο Μαγδεμβούργο, σχέδιο το οποίο η τελευταία ανέβαλε. Ο υπουργός Οικονομικών θέλει να επιστρέψουν τα κεφάλαια στον προϋπολογισμό υπό τη μορφή απροσδόκητου μπόνους.
Το Βερολίνο, τώρα, διατείνεται πως επιθυμεί να διατηρήσει το εναπομείναν μερίδιο του 12% στην Commerzbank «μέχρι νεωτέρας». Τουλάχιστον, αυτή η απόφαση θα γλιτώσει τους φορολογούμενους από περισσότερες κακές οικονομικές επιλογές, εάν η Γερμανία αποβάλει το παράλογο άγχος της για το έλλειμμα και αναζητήσει καλύτερες συμβουλές περί συγχωνεύσεων και εξαγορών.