Ο ενεργειακός χάρτης έχει πλέον αλλάξει εξαιτίας της παραγωγής αμερικανικού σχιστολιθικού πετρελαίου, που τα τελευταία 15 χρόνια έχει εκτοξευθεί στα ύψη, με αποτέλεσμα να μετατρέψει την υπερδύναμη σε πρώτη στον κόσμο παραγωγό «μαύρου χρυσού». Ως εκ τούτου, υποχωρούν οι τιμές του πετρελαίου, που την περασμένη εβδομάδα έκλεισαν με πτώση 7% μολονότι επεκτείνονται ο συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή και αυξάνεται ο κίνδυνος γενικευμένου πολέμου στην περιοχή. Παράλληλα, συνηγορεί στην πτώση των τιμών του πετρελαίου και η αυξανόμενη παραγωγή καθαρής ενέργειας εν μέσω παγκόσμιας προσπάθειας για στροφή στην πράσινη οικονομία, όπως και η επιβράδυνση της Κίνας, που οδηγεί σε μείωση της ζήτησης από τη δεύτερη οικονομία στον κόσμο. Οι μεταβολές αυτές έχουν εξωθήσει τις μέχρι πρότινος δύο πρώτες σε παραγωγή «μαύρου χρυσού», Σαουδική Αραβία και Ρωσία, να δρομολογήσουν την απεξάρτησή τους από το πετρέλαιο, μολονότι αυτό αντιπροσωπεύει το 40% και 20% της οικονομίας τους αντιστοίχως.Μιλώντας στο BusinessInsider, ο Αμπισούρ Πρακάς, ιδρυτής της Geopolitical Business, συμβουλευτικής για θέματα στρατηγικής που έχει έδρα στο Τορόντο, υπογράμμισε πως οι δύο χώρες προσπαθούν να δημιουργήσουν τώρα νέους οικονομικούς μηχανισμούς ικανούς να στηρίξουν τις οικονομίες τους επί δεκαετίες. Τόνισε μάλιστα ότι πρόκειται για έναν αναπροσανατολισμό τους εν μέσω ενός «γεωπολιτικού εκτροχιασμού», όπως αποκάλεσε την τρέχουσα συγκυρία, αλλά και μεσούσης μιας ενδεχόμενης έλλειψης προσφοράς.
Οι τιμές του «μαύρου χρυσού» υποχωρούν παρά την κρίση στη Μέση Ανατολή, αλλά και λόγω της αυξανόμενης παραγωγής καθαρής ενέργειας.
Οι δύο πετρελαιοπαραγωγοί χώρες παραμένουν, βέβαια, πρώτες παγκοσμίως σε εξαγωγές «μαύρου χρυσού» και πέρυσι αντιπροσώπευαν κάθε μία το 11% των παγκόσμιων εξαγωγών πετρελαίου. Στο μεταξύ, όμως, η υπερδύναμη αναδεικνύεται σε ολοένα και ισχυρότερο ανταγωνιστή τους και κατακτά διαρκώς μεγαλύτερο μερίδιο στην παγκόσμια αγορά. Σύμφωνα μάλιστα με τον Μάθιου Χούμπερ, καθηγητή θεμάτων Ενέργειας, Πολιτικής για το Κλίμα και Γεωγραφίας Πόρων στο Πανεπιστήμιο στις Συρακούσες, «η υπερδύναμη άρπαξε από τη Σαουδική Αραβία τον ρόλο του ηγέτη στην παραγωγή πετρελαίου και εφόσον οι ΗΠΑ δεν είναι στη Μέση Ανατολή, οι γεωπολιτικές κρίσεις σε εκείνη την περιοχή δεν έχουν πλέον τόσο μεγάλο αντίκτυπο».
Το 2016, η Σαουδική Αραβία εγκαινίασε το σχέδιο που αποκάλεσε «Οραμα για το 2030» με περιεχόμενο τον μετασχηματισμό της οικονομίας της σε μια πολυσχιδή οικονομία με τουριστική βιομηχανία και αθλητικά γεγονότα ως μοχλούς της ανάπτυξής της και όχι πλέον τόσο καθοριστικό τον τομέα του πετρελαίου. Προσφάτως, το βασίλειο εξέφρασε δυσφορία για τις χαμηλές τιμές του πετρελαίου και ανέφερε πως εγκαταλείπει τον στόχο του των 100 δολ. το βαρέλι για την τιμή του πετρελαίου και ότι είναι έτοιμο να αυξήσει την παραγωγή «μαύρου χρυσού». Αυτό υποδηλώνει πως το Ριάντ προσπαθεί μάλλον να κατακτήσει μεγαλύτερο μερίδιο στην παγκόσμια αγορά παρά να διευρύνει τα περιθώρια κέρδους του, περιορίζοντας την παραγωγή του για να αυξήσει τις τιμές. Ομοίως και η Ρωσία έχει εκφράσει την πρόθεση να περιορίσει την εξάρτησή της από τις εξαγωγές πετρελαίου, διά στόματος του υπουργού Οικονομίας, Αντον Σιλουάνοφ, ο οποίος δήλωσε προ ημερών πως η χώρα του «επιδιώκει να περιορίσει το μερίδιο του εισοδήματός της που προέρχεται από ασταθείς πηγές και να μειώσει επίσης την εξάρτηση της Ρωσίας από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, αναπτύσσοντας περισσότερο την εγχώρια οικονομία της». Απέφυγε, ωστόσο, να διευκρινίσει με ποιον τρόπο σχεδιάζει η Μόσχα να ενισχύσει την εγχώρια οικονομία. Η Ρωσία, πάντως, έχει ήδη αναπροσανατολίσει τις εμπορικές σχέσεις της προς ανατολάς, προκειμένου να θωρακιστεί από τις κυρώσεις της Δύσης. Και την ίδια στιγμή, η Σαουδική Αραβία πουλάει περισσότερο πετρέλαιο στις αναπτυσσόμενες χώρες, που έχουν προχωρήσει λιγότερο από τη Δύση και την Κίνα σε ό,τι αφορά τη στροφή στα ηλεκτροκίνητα οχήματα.
Οι αναδυόμενες οικονομίες της Ασίας αναμένεται, άλλωστε, να έχουν τη μεγαλύτερη ζήτηση για πετρέλαιο την επόμενη δεκαετία, σε μια χρονική περίοδο που η κατανάλωση αυξάνεται από τα 101,7 εκατ. βαρέλια την ημέρα, όπως ήταν τα επίπεδα του περασμένου έτους, στα 105,6 εκατ. βαρέλια την ημέρα, όπως προβλέπει η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας. Οι τιμές του πετρελαίου είναι, ωστόσο, και πάλι πιθανό να σημειώσουν άνοδο ή ακόμη και άλμα εάν επιδεινωθούν σημαντικά τα πράγματα στη Μέση Ανατολή. Εχουν, εξάλλου, υπάρξει επεισόδια ανόδου τους ακόμη και σε αυτήν τη συγκυρία όπως π.χ. μέσα τον Οκτώβριο, όταν φάνηκε πως υπήρχε κίνδυνος να δεχθούν πλήγμα οι πετρελαϊκές εγκαταστάσεις του Ιράν, αλλά και τον Αύγουστο με την κλιμάκωση των συγκρούσεων.