«Αγκάθια» για την οικονομία οι χαμηλές επενδύσεις και εξαγωγές

«Αγκάθια» για την οικονομία οι χαμηλές επενδύσεις και εξαγωγές

Ενα καμπανάκι, διακριτικό προς το παρόν, ήρθε να χτυπήσει την περασμένη εβδομάδα το ΔΝΤ προβλέποντας ότι ο ρυθμός ανάπτυξης της χώρας θα υποχωρήσει στο 1,2% το 2029. Είχε προηγηθεί –χωρίς να δοθεί μεγάλη σημασία– η πρόβλεψη του ίδιου του μεσοπρόθεσμου σχεδίου της κυβέρνησης, για ρυθμό ανάπτυξης 1,5% το 2028, όπως είχε υπαγορεύσει η Κομισιόν

3' 42" χρόνος ανάγνωσης

Ενα καμπανάκι, διακριτικό προς το παρόν, ήρθε να χτυπήσει την περασμένη εβδομάδα το ΔΝΤ προβλέποντας ότι ο ρυθμός ανάπτυξης της χώρας θα υποχωρήσει στο 1,2% το 2029. Είχε προηγηθεί –χωρίς να δοθεί μεγάλη σημασία– η πρόβλεψη του ίδιου του μεσοπρόθεσμου σχεδίου της κυβέρνησης, για ρυθμό ανάπτυξης 1,5% το 2028, όπως είχε υπαγορεύσει η Κομισιόν.

Πρόκειται για ρυθμούς που απομακρύνουν στο απώτερο μέλλον τον στόχο της σύγκλισης με την Ε.Ε., όσο κι αν η τελευταία βραδυπορεί επίσης.

Επειδή απέχουμε ακόμη 4-5 χρόνια από τις χρονολογίες αυτές, το καμπανάκι είναι ακόμη διακριτικό, καθώς πολλά μπορούν να αλλάξουν έως τότε. Ομως, οι επίσημοι φορείς έχουν κάποιους λόγους που τοποθετούν το λεγόμενο δυνητικό ΑΕΠ της Ελλάδας τόσο χαμηλά. Οι λόγοι αυτοί ξεκινούν από το δημογραφικό και την έλλειψη επαρκούς εργατικού δυναμικού για να στηρίξει την ανάπτυξη, συνεχίζουν με την ανεπαρκή επενδυτική δυναμική, τόσο από πλευράς ύψους κεφαλαίων, όσο και από πλευράς ποιότητας επενδύσεων για να καταλήξουν στη χαμηλή ανταγωνιστικότητα και την ασθμαίνουσα εξαγωγική δραστηριότητα, όπως αναφέρουν οι αναλυτές. Ιδίως μετά το 2026, όταν θα εξαντληθούν οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης, προβλέπεται απότομη προσγείωση.

Τα στοιχεία του ισοζυγίου πληρωμών που δημοσίευσε την περασμένη εβδομάδα η Τράπεζα της Ελλάδος έδειξαν ότι οι άμεσες ξένες επενδύσεις την περίοδο Ιανουαρίου – Αυγούστου 2024 ήταν 18% χαμηλότερες, σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του 2023. Συγκεκριμένα, ήταν 2,7 δισ. ευρώ, έναντι 3,3 δισ. το 2023 και έναντι 5,7 δισ. ευρώ το ίδιο οκτάμηνο του 2022, που ήταν χρονιά-ρεκόρ. Τα στοιχεία αναμένεται να βελτιωθούν όταν εμφανιστούν τα κεφάλαια για την εξαγορά της ΤΕΡΝΑ Ενεργειακής, αλλά όπως επισημαίνουν οι αναλυτές, αυτή θα είναι απλώς μια εξαγορά, όχι μια νέα παραγωγική επένδυση, όπως χρειάζεται η ελληνική οικονομία. Η δυναμική των επενδύσεων παραμένει ασθενής. Εννοείται, εξάλλου, ότι πάνω από το 50% των άμεσων ξένων επενδύσεων αφορά κατοικίες, επομένως και πάλι μη παραγωγικές επενδύσεις.

Οι ρυθμοί ανάπτυξης απομακρύνουν στο απώτερο μέλλον τον στόχο της σύγκλισης της χώρας με την Ε.Ε.

Στην κυβέρνηση βεβαίως δηλώνουν αισιόδοξοι, επικαλούμενοι μεταξύ άλλων τον υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης σε σύγκριση με την Ε.Ε., ιδίως μετά τα αναθεωρημένα στοιχεία του 2023 που έδειξαν ότι η αύξηση του ΑΕΠ ήταν τελικώς 2,3% και όχι 2%. Σε αυτό συνετέλεσε η αναθεώρηση των επενδύσεων που εκτιμάται πλέον ότι αυξήθηκαν κατά 6,6% έναντι προηγούμενης εκτίμησης για 4%. Ομως, η κυβέρνηση ήταν αυτή που εκτιμούσε στον προϋπολογισμό του 2023 ότι οι επενδύσεις θα αυξάνονταν κατά 15,5% και στον προϋπολογισμό του 2024 εκτιμούσε ότι η αύξηση του 2023 θα ήταν 7,1%. Το αποτέλεσμα ήταν χαμηλότερο και από τις δύο προβλέψεις της. Ασφαλώς, οι αναλυτές συμφωνούν ότι τόσο η υψηλότερη από την Ευρωζώνη ανάπτυξη, όσο και οι δημοσιονομικές επιδόσεις, που ξεπερνούν τον στόχο τα τελευταία χρόνια, είναι θετικές εξελίξεις. Ωστόσο, όπως και το ΔΝΤ και η Ε.Ε. βλέπει πηγές κινδύνων για τον μεσοπρόθεσμο ορίζοντα. Το γεγονός ότι βραχυπρόθεσμα έχουν βελτιωθεί οι προβλέψεις δεν αμβλύνει την ανησυχία μας για τον μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, είπε ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ καθηγητής Νίκος Βέττας την περασμένη Τρίτη, παρουσιάζοντας την τριμηνιαία έκθεση Ιδρύματος. Οι ανησυχίες αυτές αφορούν κυρίως, όπως ο ίδιος εξήγησε, τις επενδύσεις, καθώς «υπάρχει ανάγκη για ισχυρότερη δυναμική των παραγωγικών επενδύσεων» και το εξωτερικό ισοζύγιο.

Στο εξωτερικό ισοζύγιο, η αναθεώρηση του ΑΕΠ αποκάλυψε ασθενέστερες από την αρχική πρόβλεψη επιδόσεις. Οι εξαγωγές αγαθών αυξήθηκαν τελικά το 2023 μόνο κατά 0,1% έναντι προηγούμενης πρόβλεψης για 3,9%. Αν δεν ήταν ο τουρισμός που έσωσε την παρτίδα, ανεβάζοντας τον ρυθμό αύξησης εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών στο 1,9% (από 3,7% προηγούμενη πρόβλεψη), το πρόβλημα θα ήταν έντονο. Κι αυτό είναι κάτι που ανησυχεί τους αναλυτές, καθώς ο τουρισμός είναι ευάλωτος σε πιθανές κρίσεις.

Μια απλή ανάλυση της σύνθεσης του ελληνικού ΑΕΠ είναι αρκετή για να δείξει πού βρίσκεται το πρόβλημα: Η ιδιωτική κατανάλωση, σύμφωνα με ανάλυση που δημοσίευσε η Eurobank την περασμένη εβδομάδα, είναι 68,7% του ΑΕΠ έναντι 53% στην Ευρωζώνη, οι επενδύσεις παγίων είναι 15,2%, έναντι 21,9% στην Ευρωζώνη, οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών είναι 43,7% του ΑΕΠ έναντι 50,5% στην Ευρωζώνη και οι εισαγωγές είναι 48,4% έναντι 47% στην Ευρωζώνη. Εν ολίγοις καταναλώνουμε περισσότερο, επενδύουμε και εξάγουμε λιγότερο.

Το Ταμείο Ανάκαμψης θα μπορούσε να συμβάλει σε μια καλύτερη σχετικά μεσοπρόθεσμη πορεία της οικονομίας. Η Τράπεζα της Ελλάδος είχε υπολογίσει ότι θα μπορούσε να συνεισφέρει 7-10 ποσοστιαίες μονάδες στο ΑΕΠ σε ορίζοντα 10ετίας, δηλαδή να ενισχύσει τον δυνητικό ρυθμό ανάπτυξης από 1,4%, που τον υπολόγιζε στο 1,9%. Αυτό όμως προϋποθέτει ότι θα εφαρμοστούν στο σύνολό τους όχι μόνο οι επενδύσεις, αλλά και οι μεταρρυθμίσεις που προβλέπει το Ελληνικό Σχέδιο Ανάκαμψης, κάτι για το οποίο υπάρχουν αμφιβολίες.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT