Η Famar SA μπροστά σε νέο αδιέξοδο

Η Famar SA μπροστά σε νέο αδιέξοδο

8' 15" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σε φιάσκο κινδυνεύει να εξελιχθεί η διαχείριση της πολυεθνικής φαρμακοβιομηχανίας Famar SA στη μετά Μαρινόπουλων διετία από την Pillarstone, καθώς παρά τις δύο αναδιαρθρώσεις των υποχρεώσεών της και τη χρηματοδότησή της με περίπου 70 εκατ. ευρώ εκτιμάται πως απαιτούνται τώρα τουλάχιστον άλλα 100 εκατ. ευρώ –και κατά ορισμένες εκτιμήσεις έως και 130 εκατ.– για να συνεχίσει τη λειτουργία της.

Αιτία οι ζημιογόνες σε λειτουργικό επίπεδο μονάδες που βρίσκονται στη Γαλλία αλλά και οι χειρισμοί της διοίκησης. Οι ελληνικές τράπεζες, που κινήθηκαν άμεσα στα τέλη του 2016 για να αποκτήσουν το 100% της εταιρείας συμμετοχών συμφερόντων της οικογένειας Μαρινόπουλων, όταν είδαν τις χορηγήσεις τους στην ομώνυμη ελληνική αλυσίδα λιανεμπορίου να υπάγονται στις πρόνοιες του πτωχευτικού δικαίου και το σύνολο του ομίλου να κλυδωνίζεται, διατηρούν σήμερα μόνον πιστωτική έκθεση στην εταιρεία. Η έκθεση αυτή είναι της τάξης των 75 εκατ. καθώς στο πλαίσιο των αναδιαρθρώσεων της Famar SA κατά την τελευταία διετία και την υπαγωγή της στη διαχείριση της Pillarstone έλαβαν σημαντικές εξασφαλίσεις (superseniority) έναντι των μετοχών και δανείων που κατείχαν.

Σήμερα το 100% των μετοχών της Famar SA, στην οποία ανήκουν οι ανά τον κόσμο θυγατρικές φαρμακευτικές συμπεριλαμβανομένης της υγιούς και κερδοφόρας ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας ΦΑΜΑΡ ΑΒΕ, κατέχει η KKR Credit μέσω της Pillarstone. H τελευταία είναι όχημα του μεγάλου αμερικανικού ιδιωτικού επενδυτικού κεφαλαίου Kohlberg Kravis Roberts & Co (KKR), το οποίο μαζί με τον Τζον Ντάβισον είχε συστήσει την πλατφόρμα διαχείρισης κόκκινων επιχειρηματικών δανείων Pillarstone, η οποία με τη σειρά της συνεργάστηκε με ελληνικές τράπεζες με αυτό το αντικείμενο. Oμως πρόσφατες εξελίξεις στην Pillarstone, που περιλαμβάνουν την αποχώρηση του Τζον Ντάβισον, οδηγούν σύμφωνα με πληροφορίες της αγοράς στην de facto υποκατάσταση της Pillarstone από την KKR Credit. Οι αλλαγές αυτές, όπως και προηγούμενα εσωτερικά ζητήματα του επενδυτικού κεφαλαίου, φαίνεται πως επέφεραν αλλεπάλληλες διοικητικές αλλαγές στη Famar SA που υπό ορισμένες πληροφορίες συνέβαλαν στην καθυστέρηση αντιμετώπισης προβλημάτων της πολυεθνικής φαρμακοβιομηχανίας και ειδικά στη Γαλλία.

Μετά τις τελευταίες εξελίξεις και την προ διμήνου έκθεση μεγάλου διεθνούς ανεξάρτητου ελεγκτικού και συμβουλευτικού οίκου, που διαπίστωσε την ανάγκη χρηματοδότησης με περαιτέρω κεφάλαια, οι μέτοχοι –δηλαδή η KKR–, οι πιστωτές συμπεριλαμβανόμενων των ελληνικών τραπεζών, και ξένα funds που «κουρεύτηκαν» πέρυσι στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης που έκλεισε στις αρχές Δεκεμβρίου, αξιολογούν τις επιλογές τους. Ομως η συγκεκριμένη διαβούλευση είναι από τη φύση της πολύπλοκη και περιλαμβάνει εναλλακτικές από την παροχή της χρηματοδότησης από την ΚΚR έως το ενδεχόμενο να τεθεί ο όμιλος υπό κάποια ειδική διαχείριση με βάση το γαλλικό προπτωχευτικό δίκαιο και να κρατηθούν ζωντανές οι υγιείς φαρμακοβιομηχανίες του ομίλου μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, εις βάρος των βαθιά ζημιογόνων γαλλικών. Αλλά το ζήτημα έχει, αυτονόητα, μεγάλη πολιτική ευαισθησία για το Παρίσι, καθώς η Famar SA και οι θυγατρικές της απασχολούν περί τους 3.000 εργαζομένους μεταξύ των οποίων και 1.000 στην Ελλάδα. Το μόνο που εμφανίζεται βέβαιο αυτή τη στιγμή, σύμφωνα με διασταυρωμένες πληροφορίες, είναι, πρώτον, πως οι εξασφαλίσεις που έχουν οι ελληνικές τράπεζες και το ενεργητικό του ομίλου είναι ικανά να προστατεύουν πλήρως τις πιστώσεις που έχουν δώσει όπως και, δεύτερον, ότι η ελληνική θυγατρική ΦΑΜΑΡ ΑΒΕ δεν κινδυνεύει υπό οιοδήποτε σενάριο. Είναι άγνωστο βέβαια κατά πόσον στο μέλλον η ΦΑΜΑΡ ΑΒΕ θα παραμείνει υπό τον έλεγχο της KKR ή θα περάσει στα χέρια νέου ιδιοκτήτη, εάν τελικά προκριθεί μοντέλο που περιλαμβάνει την πώληση θυγατρικών της Famar SA.

Στην ερώτηση γιατί η Famar που έως και το 2016 είχε πωλήσεις της τάξης των 400 εκατομμυρίων και ικανή κερδοφορία EBITDA, σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσιευμένες πληροφορίες, βρέθηκε σε αυτή την κατάσταση, οι γνωρίζοντες απαντούν σε δύο μέρη: Κατ’ αρχήν, όταν άρχισαν να γίνονται γνωστά τα προβλήματα των ελληνικών σούπερ μάρκετ της οικογενείας Μαρινόπουλων το 2016 (που οδήγησαν στην απομείωση άλλων υποχρεώσεων ύψους 1,3 δισ. ευρώ σε 600 εκατ. ευρώ και στη μεταβίβασή τους στον όμιλο Σκλαβενίτη), στο εξωτερικό οι προμηθευτές της Famar άρχισαν να ζητούν άμεση πληρωμή. Αυτό προκάλεσε κρίση ρευστότητας, η οποία απαίτησε νέες χρηματοδοτήσεις. Αφού η Famar SA πέρασε στα χέρια της Pillarstone τον Μάρτιο του 2017 υπό τις πρόνοιες του γαλλικού προπτωχευτικού πλαισίου, η διαχείρισή της ανελήφθη από το fund και όχι από κάποια άλλη οντότητα με γνώση του κλάδου. Η Pillarstone έπρεπε να εφαρμόσει το business plan που είχε συντάξει η McKinsey και εγκρίνει και η Deloitte Γαλλίας προέβλεπε τζίρο 450 εκατ. και κερδοφορία EBITDA 45 εκατ. Ομως, είτε επειδή δεν εκτελέστηκε επαρκώς είτε επειδή είχε παραδοχές που ανατράπηκαν, χρειαζόταν αναθεώρηση. Η κατάσταση τελικά οδήγησε σε νέα αναδιάρθρωση του δανεισμού τον Δεκέμβριο του 2018 και τώρα φαίνεται πως απαιτεί και νέα, γενναία χρηματοδότηση.

Πώς «πήραν» την εταιρεία οι τράπεζες

Κάπου στα μέσα του 2016 και ενώ η Carrefour είχε ήδη αποχωρήσει από την κοινοπραξία με τη «Μαρινόπουλος» στο λιανεμπόριο αλλά και είχε τακτοποιήσει κατά το δυνατόν τα μεταξύ τους ζητήματα και το σύνολο του ενεργητικού της, χωριζόμενη ουσιαστικά σε δύο διαφορετικές ομάδες φυσικών προσώπων, έγινε η πρώτη βολιδοσκόπηση των διεθνών αγορών για την ανεύρεση επενδυτή προκειμένου να πωληθεί η Famar και να τακτοποιηθούν υποχρεώσεις προς τις τράπεζες. Οι δύο πλευρές της οικογενείας είχαν ουσιαστικά χωρίσει το ενεργητικό σε δύο, με τη φαρμακοβιομηχανία στη μία και τα σούπερ μάρκετ στην άλλη. Ομως, ο όμιλος λειτουργούσε με δύο μεγάλες εταιρείες συμμετοχών, τη «Μαρινόπουλος» Συμμετοχών SARL και την «Αφοί Μαρινόπουλοι». Μεταξύ τους οι δύο αυτές εταιρείες είχαν πάρει από τις ελληνικές τράπεζες ένα κοινοπρακτικό δάνειο ύψους 275 εκατ. ευρώ. Ετσι η σκέψη τότε ήταν να πωληθεί η πολυεθνική φαρμακοβιομηχανία σε τίμημα πλησίον των 400 εκατ. και με το προϊόν της πώλησης να κλείσουν τα δάνεια προς τις ελληνικές τράπεζες. Ομως, οι εξελίξεις έτρεξαν γρηγορότερα από ό,τι ίσως περίμεναν οι συμμετέχοντες και στα τέλη του 2016 ήδη τα σούπερ μάρκετ κατέρρεαν, προκαλώντας έντονη ανησυχία για τους χιλιάδες εργαζομένους τους στην Ελλάδα, αφού συνδέονταν με άλλες υποχρεώσεις ύψους 1,3 δισ. που τελικά μειώθηκαν στα 600 εκατ.

Τότε οι επιχειρηματίες ήρθαν σε συνεννόηση με τις τράπεζες που μεταξύ πολλών άλλων συμπεριελάμβανε και την παραχώρηση του 100% των μετοχών της φαρμακοβιομηχανίας (σημειώνεται πως ο λόγος είναι για 12 ανά τον κόσμο εργοστάσια και όχι μόνον την ελληνική μονάδα) για να διαγραφούν οι υποχρεώσεις τους των 275 εκατ. από τις δύο holding.

Η Famar SA μπροστά σε νέο αδιέξοδο-1

H ελληνική θυγατρική Famar AΒΕ απασχολεί 1.136 άτομα, είναι κερδοφόρα και καταγράφει βελτίωση των οικονομικών της μεγεθών.

Μάλιστα, επειδή εκτιμούσαν πως η αξία της φαρμακοβιομηχανίας υπερέβαινε κατά πολύ τα 275 εκατ. του ομολογιακού, στη σχετική σύμβαση προβλέφθηκαν και κάποια «beneficiary units», δικαιώματα δηλαδή των προηγούμενων μετόχων σε ενδεχόμενες υπεραξίες που θα προέκυπταν μετά την πώληση της Famar και το κλείσιμο των υποχρεώσεων των 275 εκατ. Τα συγκεκριμένα δικαιώματα αν και προφανώς χωρίς οικονομικό αντικείμενο πλέον, αποτελούν ακόμα αντικείμενο νομικής αξίωσης των πρώην μετόχων η οποία «τρέχει» στα γαλλικά δικαστήρια. Τον Μάρτιο του 2017, η φαρμακοβιομηχανία πέρασε τελικά στον έλεγχο των ελληνικών τραπεζών που την έδωσαν στη συνεργαζόμενη πλατφόρμα διαχείρισης κόκκινων επιχειρηματικών δανείων Pillarstone. Μάλιστα, σε εκείνη τη φάση προβλέφθηκε χρηματοδότηση από το fund και τις τράπεζες για να καλύψει προβλήματα ρευστότητας, της τάξεως των 40 εκατομμυρίων.

Ομως, μετά ενάμιση χρόνο περίπου και αφού η Γαλλία συνέχιζε να είναι βαθιά ζημιογόνος, ξεκίνησε νέα διαδικασία αναδιάρθρωσης του δανεισμού, αυτή τη φορά με άλλους ομολογιούχους που κατέληξε τη 12η Δεκεμβρίου στην υπογραφή νέας συμφωνίας. Με αυτήν, οι υποχρεώσεις του φαρμακευτικού ομίλου μειώθηκαν σε 118 εκατ. ευρώ από 234 εκατ. ευρώ, με την Pillarstone να δεσμεύεται για παροχή νέων κεφαλαίων της τάξεως των 57,6 εκατ. ευρώ. Περί τα 28 εκατομμύρια εξ αυτών φέρονται να έχουν ήδη καταβληθεί αναφέρουν οι σχετικές πληροφορίες.

Με την ίδια συμφωνία οι ελληνικές τράπεζες έλαβαν αυξημένες εξασφαλίσεις για την έκθεσή τους στον όμιλο, η οποία υπολογίζεται πλησίον των 75 εκατ. σύμφωνα με ελληνικές τραπεζικές πηγές, και έδωσαν το 100% των μετοχών της Famar, ενώ απαλλάχθηκαν και από τις ευθύνες της διοίκησης ως μέτοχοι.

Οι ομολογιούχοι της Famar, μεγάλα ξένα επενδυτικά κεφάλαια ως επί το πλείστον, έλαβαν εξασφαλίσεις και μείωσαν τις απαιτήσεις τους. Σήμερα, πέντε μήνες μετά, το ζητούμενο είναι και πάλι η χρηματοδότηση της φαρμακοβιομηχανίας και η ανάταξη των αποτελεσμάτων της. Ετσι η εταιρεία, που έλκει τις ρίζες της από το φαρμακείο που άνοιξε το 1893 στη Νεάπολη της Αθήνας ο πατριάρχης της οικογενείας Δημήτριος Μαρινόπουλος, περιμένει ξανά τις αποφάσεις που θα την οδηγήσουν στην επόμενη ημέρα.

Η κερδοφόρος ελληνική θυγατρική κινδυνεύει από τη γαλλική μητρική

«Διαμάντι» του πολυεθνικού ομίλου Famar χαρακτηρίζουν τραπεζίτες και κύκλοι της βιομηχανίας την ελληνική θυγατρική του ΦΑΜΑΡ ΑΒΕ. Η εν Ελλάδι φαρμακοβιομηχανία που σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσιευμένες ετήσιες οικονομικές καταστάσεις (χρήση 2017) απασχολεί 1.136 άτομα, είναι εύρωστα κερδοφόρα και καταγράφει ανοδικές τάσεις των αποτελεσμάτων της. Ειδικότερα, κατά τη χρήση του 2017 η εταιρεία παρουσίασε και αυξημένη δραστηριότητα τζίρου αλλά και αυξημένη κερδοφορία. Τα κέρδη μετά από φόρους ήταν της τάξεως των 4,8 εκατ. ευρώ έναντι ζημιών 16,3 εκατ. ευρώ για το 2016 και παρουσίασε αύξηση του κύκλου εργασιών της κατά 4,63% στα 125,6 εκατ. ευρώ έναντι 120 εκατ. ευρώ το 2016.

Οι δανειακές της υποχρεώσεις ανέρχονται στο ποσό των 35,995 εκατ. και σύμφωνα με την ετήσια οικονομική έκθεση προέρχονται από συνδεδεμένα μέρη και ειδικότερα την πολυεθνική μητρική και άλλες συνδεδεμένες οντότητες. Το σύνολο των υποχρεώσεων, δηλαδή αυτά τα δάνεια μαζί με υποχρεώσεις προς τρίτους, ανέρχεται στα 95,7 εκατ. και οι απαιτήσεις της ανήλθαν στα 31,028 εκατ. Ομως στην έκθεση ανεξάρτητου ορκωτού ελεγκτή (PWC) των οικονομικών καταστάσεων του 2017 εφιστάται η προσοχή σε δύο σημειώσεις των καταστάσεων, «οι οποίες αναφέρουν ότι η δραστηριότητα του ομίλου Famar (σ.σ. η μητρική πολυεθνική) και η εξυπηρέτηση των δανειακών του υποχρεώσεων, στις οποίες έχει εισέλθει ως εγγυητής η εταιρεία (σ.σ. η ελληνική θυγατρική), εξαρτώνται από την επιτυχή πραγματοποίηση των προβλέψεων του ομίλου για ταμειακές ροές, την εφαρμογή συμφωνίας που υπογράφηκε με την Pillarstone Europe LLP και τις ελληνικές τράπεζες στις 27 Ιουνίου 2018 και από την εξασφάλιση συμπληρωματικών χρηματοδοτήσεων σε περίπτωση έλλειψης ρευστότητας μέχρι το ύψος του ελλείμματος. Αυτές οι συνθήκες (…) υποδηλώνουν την ύπαρξη σημαντικής αβεβαιότητας, η οποία εγείρει σημαντικές αμφιβολίες ως προς τη δυνατότητα του ομίλου Φαμάρ και συνεπώς της εταιρείας να συνεχίσουν τη δραστηριότητά τους».

Με απλά λόγια, προειδοποιούν πως αν παρουσιάσει σοβαρά προβλήματα ρευστότητας η ξένη μητρική μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις και στην ελληνική θυγατρική.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή