Επιχειρήσεις προσαρμόζονται στα νέα δεδομένα

Επιχειρήσεις προσαρμόζονται στα νέα δεδομένα

10' 7" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Κατά την παρουσίαση των οικονομικών αποτελεσμάτων της Unilever για το α΄ τρίμηνο του 2020, o οικονομικός διευθυντής της Γκράεμ Πίκετλι ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι οι άνθρωποι που δουλεύουν από το σπίτι χρησιμοποιούν πολύ λιγότερα προϊόντα για τα μαλλιά, από σαμπουάν έως είδη styling, πολύ λιγότερα αποσμητικά και προϊόντα περιποίησης δέρματος. Για την ακρίβεια, είπε ότι όταν δουλεύουμε εκτός σπιτιού, όπως ήταν η συνθήκη για την πλειονότητα του παγκόσμιου πληθυσμού μέχρι τις αρχές Μαρτίου, καταναλώνουμε 11 φορές περισσότερα προϊόντα αυτής της κατηγορίας σε σύγκριση με όταν κάνουμε τηλεργασία.

Η τηλεργασία, λοιπόν, ήρθε για να μείνει και μετά την άρση των περιορισμών στις μετακινήσεις. Το ίδιο ήρθε για να μείνει και το ηλεκτρονικό εμπόριο, με τις επενδύσεις πλέον σε αυτή την οικονομική δραστηριότητα να γίνονται ακόμη και από τις βιομηχανίες, οι οποίες είτε αναπτύσσουν οι ίδιες κανάλια ηλεκτρονικών πωλήσεων είτε αναπτύσσουν εφαρμογές που καθιστούν ευκολότερη την επιλογή προϊόντων εξ αποστάσεως, όπως οι εφαρμογές virtual beauy (ηλεκτρονική δοκιμή προϊόντων μακιγιάζ μέσω της κάμερας του κινητού τηλεφώνου).

Αναμφίβολα, τα γεγονότα που ζει η ανθρωπότητα από τις αρχές του έτους και με μεγαλύτερη ένταση από τα μέσα Φεβρουαρίου και έπειτα αιφνιδίασαν σε μεγάλο βαθμό τις επιχειρήσεις. Μετά το αρχικό σοκ ετοιμάζονται να λειτουργήσουν σε μια νέα πραγματικότητα, στο πλαίσιο της οποίας μεγάλο μέρος του πληθυσμού θα εξακολουθήσει να εργάζεται από το σπίτι, μεγάλο μέρος του πληθυσμού θα εξακολουθήσει να διασκεδάζει στο σπίτι, μεγάλο μέρος του πληθυσμού θα εξακολουθήσει να πλένει και να απολυμαίνει πιο σχολαστικά τα χέρια και τις κατοικίες του. Και επίσης, με την οικονομική ύφεση να θεωρείται κάτι παραπάνω από βέβαιη, οι καταναλωτές αναμένεται να στραφούν εκ νέου, όπως κατά την πρόσφατη κρίση χρέους, σε φθηνά προϊόντα. Ζούμε ήδη στην εποχή της «Low Touch Economy», της οικονομίας των λιγοστών επαφών, και οι επιχειρήσεις καλούνται να προσαρμοστούν –πολλές ήδη το κάνουν– σε αυτήν και να ανταποκριθούν με επιτυχία, τόσο για να καλύψουν τις ανάγκες των καταναλωτών όσο, βεβαίως, για να αντισταθμίσουν εν μέρει, το β΄ εξάμηνο, τις απώλειες που θα καταγράψουν κατά το α΄ εξάμηνο του τρέχοντος έτους.

Η βιομηχανία τροφίμων την εποχή τού «τρώμε στο σπίτι»

Σουβλάκια και γύρος από το σπίτι, έτοιμα προς μαγείρεμα προϊόντα με βασικό συστατικό το ψάρι, τρόφιμα μακράς διάρκειας, όπως κονσέρβες και κατεψυγμένα, ειδικά προϊόντα για παρασκευή γλυκών στο σπίτι.

Πρόκειται για μερικές μόνον από τις αναγκαίες προσαρμογές που ήδη κάνουν ή σχεδιάζουν να κάνουν οι εταιρείες τροφίμων, ιδίως όσων ο κύκλος εργασιών βασιζόταν σε μεγάλο βαθμό στο κανάλι της εστίασης, των ξενοδοχείων, του τουρισμού, στο κανάλι εν γένει του λεγόμενου HORECA.

Με τον κλάδο της εστίασης να παραμένει κλειστός εδώ και ενάμιση μήνα, απαγόρευση η οποία θα συνεχισθεί για έναν ακόμη μήνα και με τους όρους λειτουργίας να είναι τέτοιοι που να καθιστούν τη διασκέδαση εκτός σπιτιού μια εξαιρετικά δύσκολη εξίσωση για επιχειρήσεις, αλλά και καταναλωτές, οι εταιρείες αναζητούν λύσεις, αναπτύσσοντας νέα προϊόντα, επιταχύνοντας σχετικά πλάνα που είχαν στα σκαριά, αναπροσαρμόζοντας τις δαπάνες τους. Οι δυσκολίες, βεβαίως, σε ορισμένες περιπτώσεις είναι μεγάλες, καθώς η προσαρμογή σε νέα προϊόντα απαιτεί επενδύσεις, η υλοποίηση των οποίων, σε καιρούς που η ρευστότητα των επιχειρήσεων δεν έχει αποκατασταθεί μετά την πολυετή κρίση, δεν είναι και το ευκολότερο πράγμα.

Δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα προσαρμογής στα νέα δεδομένα είναι αυτά που βλέπουμε στην περίπτωση εταιρειών παραγωγής ιχθυοκαλλιεργειών και των εταιρειών παραγωγής κρεατοσκευασμάτων. «Η τρέχουσα κρίση μάς έχει οδηγήσει στο να επιταχύνουμε το στρατηγικό μας πλάνο, σημαντικό μέρος του οποίου είναι και η διεύρυνση του χαρτοφυλακίου προϊόντων με τελικό στόχο την καλύτερη εξυπηρέτηση των αναγκών του τελικού καταναλωτή», δήλωσε στην «Κ» υψηλόβαθμο στέλεχος της εταιρείας ιχθυοκαλλιεργειών Philosofish (πρώην Μπιτσάκος), η οποία μετά την απόκτηση περιουσιακών στοιχείων της «Νηρεύς» και της «Σελόντα» συνιστά τον δεύτερο μεγάλο πόλο στον κλάδο.

«Σωσίβιο» η λιανική

Σημειώνεται ότι οι εταιρείες του κλάδου που είχαν συνεργασία μόνο ή κυρίως με το κανάλι του HORECA έχουν απολέσει τουλάχιστον το 70% του τζίρου τους, ενώ καλύτερη είναι η εικόνα για εκείνες που πραγματοποιούν πωλήσεις και στη λιανική. Μετά το μεγάλο σοκ του Μαρτίου, οι πωλήσεις είναι μειωμένες κατά 35% σε αυτή την κατηγορία επιχειρήσεων, καθώς παρατηρήθηκε ελαφρά ανάκαμψη της αγοράς το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Απριλίου.

«Είχε αρχίσει να υπάρχει μια τάση για τα φιλέτα ψαριών που πωλούνται από τα σούπερ μάρκετ, η οποία τώρα είναι πιο ισχυρή και αυτό σίγουρα θα πρέπει να ληφθεί υπόψη στους σχεδιασμούς μας», ανέφερε στην «Κ» υψηλόβαθμο στέλεχος της «Ανδρομέδας», στον έλεγχο της οποίας έχουν περάσει και οι εταιρείες «Σελόντα» και «Νηρεύς». Ωστόσο, η διεύρυνση της δραστηριότητας αυτής απαιτεί νέες επενδύσεις σε συσκευαστήρια, ενώ πρώτα θα πρέπει να επιλυθεί το ζήτημα των μεγάλων ψαριών που βρίσκονται ήδη στους κλωβούς και τα οποία, λόγω της πανδημικής κρίσης, δεν έχουν πωληθεί.

Επιχειρήσεις προσαρμόζονται στα νέα δεδομένα-1

Εκτός από την αύξηση του τζίρου, η πανδημία ανέδειξε και τη μεγάλη αδυναμία του ηλεκτρονικού εμπορίου, τη διανομή. Οι επιχειρήσεις απάντησαν με συμμαχίες και συνεργασίες που υπό κανονικές συνθήκες δεν θα είχαν γίνει.

Αυξανόμενη τάση, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, είναι η αγορά κατεψυγμένων ψαριών, καθώς οι καταναλωτές θέλουν να περιορίσουν τις επισκέψεις τους σε χώρους που υπάρχουν και άλλα άτομα και γι’ αυτό επιλέγουν τρόφιμα μεγαλύτερης διάρκειας. Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, η επιδότηση αποθεματοποίησης ψαριών με στόχο την κατάψυξή τους είναι ένα από τα δύο βασικά μέτρα για τη στήριξη των εταιρειών του κλάδου από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Αλιείας. Το άλλο μέτρο είναι η αποζημίωσή τους για τον τζίρο που έχουν χάσει. Πάντως, με δεδομένο ότι οι ψυκτικοί αποθηκευτικοί χώροι είναι γεμάτοι με κατεψυγμένα θαλασσινά τα οποία δεν απορροφήθηκαν από την εστίαση και τον τουρισμό, εκτιμάται ότι δεν υπάρχει επάρκεια χώρων στην παρούσα φάση για την κατάψυξη ψαριών.

Αν και άλλες επιχειρήσεις του κλάδου αλλαντικών και εν γένει κρεατοσκευασμάτων, όπως η «Υφαντής» και η Creta Farms είχαν προχωρήσει αρκετά προ κορωνοϊού στη διάθεση προψημένων/κατεψυγμένων προϊόντων κρέατος στη λιανική, η Megas Yeeros ήταν στραμμένη στο HORECA, προμηθεύοντας με το βασικό της προϊόν, τον γύρο, τα ψητοπωλεία. Με την εστίαση να υπολειτουργεί, η εταιρεία ξεκίνησε τη διάθεση 11 συσκευασμένων προψημένων/κατεψυγμένων προϊόντων επεξεργασίας κρέατος μέσω του δικτύου μικρής λιανικής της εταιρείας Kiosky’s, ενώ εξετάζει την επιτάχυνση και διεύρυνση της συνεργασίας της με τις μεγάλες αλυσίδες λιανικής.

Στα άλευρα – σιμιγδάλια για οικιακή χρήση, καθώς και στα έτοιμα μείγματα για αρτοπαρασκευάσματα και γλυκά που μπορούν να παρασκευαστούν στο σπίτι, ρίχνουν το βάρος από την πλευρά τους οι αλευροβιομηχανίες. Σημειώνεται ότι το διάστημα από 24 Φεβρουαρίου έως 19 Απριλίου 2020 οι πωλήσεις αλεύρων και σιμιγδαλιού στα σούπερ μάρκετ αυξήθηκαν κατά 139% και 77,5% αντιστοίχως (στοιχεία IRI). Με αυτό τον τρόπο οι εταιρείες επιχειρούν να αντισταθμίσουν τις απώλειες που έχουν από τη μείωση των πωλήσεων στα βιομηχανικά προϊόντα.

Νέα αγορά για τις εταιρείες καλλυντικών

Εξαιρετικά γρήγορα αντανακλαστικά στην παρούσα κρίση επέδειξε η βιομηχανία «Παπουτσάνης», αποφασίζοντας να αξιοποιήσει τις ρυθμίσεις για fast track αδειοδότηση που θέσπισε η κυβέρνηση υπό τις έκτακτες συνθήκες και να προχωρήσει στην παραγωγή αντισηπτικών τόσο σε ατομικές όσο και σε επαγγελματικές συσκευασίες.

Βεβαίως, δεν είναι η πρώτη φορά που η εν λόγω εταιρεία, μετά το 2010, πάλι δηλαδή σε συνθήκες κρίσης, επιδεικνύει γρήγορα αντανακλαστικά. Τότε ήταν που διέκοψε ασύμφορες συνεργασίες, προχώρησε σε νέες για την παραγωγή προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας, ενώ μερικά χρόνια αργότερα, εκμεταλλευόμενη την αύξηση του τουρισμού, έδωσε μεγάλη βαρύτητα στα ξενοδοχειακά προϊόντα, από τα οποία το 2019 προήλθε το 30% του τζίρου της.

Από τις αρχές Απριλίου η «Παπουτσάνης» προσάρμοσε μέρος των γραμμών παραγωγής στο εργοστάσιό της στη Ριτσώνα και παράγει αντισηπτικά για ατομική χρήση (συσκευασίες των 25 και 80 ml), ενώ στη συνέχεια προχώρησε στην παραγωγή και μεγαλύτερων συσκευασιών (300 και 1.000 ml) και 4 λίτρων για επαγγελματική χρήση, προκειμένου να καλύψει τις ανάγκες καταστημάτων, ξενοδοχείων κ.ά. που σταδιακά θα ξεκινήσουν να λειτουργούν. Αν και στα αποτελέσματα του α΄ τριμήνου δεν έχει αποτυπωθεί η επίδραση από την παραγωγή αντισηπτικών, καθώς αυτή δεν είχε ξεκινήσει ακόμη, οι πρώτες ενδείξεις που έχει η διοίκηση της εταιρείας είναι θετικές.

Βεβαίως, η μεγάλη αύξηση κατανάλωσης σαπουνιών, είτε πρόκειται για κρεμοσάπουνα είτε για στερεά σαπούνια, η οποία παρατηρήθηκε κατά το πρώτο τρίμηνο του 2020, ειδικά τον Μάρτιο, και συνεχίζεται ως αποτέλεσμα της ενίσχυσης της υγιεινής και απολύμανσης των χεριών για την αποφυγή της μετάδοσης της COVID-19, επίσης έδωσε ώθηση στις πωλήσεις της εταιρείας.

Αυξημένες παραγγελίες έχει λάβει η «Παπουτσάνης» και για τον μήνα Μάιο όσον αφορά την παραγωγή προϊόντων για τρίτους, ενώ λόγω κορωνοϊού αυξημένες παραγγελίες έλαβε για τον Απρίλιο και τον Μάιο και για την παραγωγή σαπωνομαζών (για την παρασκευή σαπουνιών). Οι νέες δραστηριότητες και η αύξηση κάποιων εκ των παλιών αναμένεται να αντισταθμίσουν τις απώλειες που έχει ήδη και αναμένει και μελλοντικά η διοίκηση της «Παπουτσάνης» στην κατηγορία των ξενοδοχειακών προϊόντων. Ηδη, κατά το πρώτο τρίμηνο του 2020 οι πωλήσεις ξενοδοχειακών προϊόντων μειώθηκαν κατά 30%, ενώ για το δεύτερο τρίμηνο η εταιρεία εκτιμά ότι οι πωλήσεις της σε αυτή την κατηγορία θα είναι ίσως και λιγότερες από το 25% του αντίστοιχου περυσινού τζίρου (3,2 εκατ. ευρώ).

Το πόσο η παραγωγή αλκοολούχων αντισηπτικών προϊόντων δημιούργησε ευκαιρίες φαίνεται από το τι έπραξαν οι μεγάλες επιχειρήσεις παγκοσμίως. Η Unilever (η αναφορά γίνεται διότι λόγω του μεγέθους της δίνει συχνά τον τόνο για τις τάσεις στη βιομηχανία) διαθέτει πλέον πάνω από 30 γραμμές παραγωγής αντισηπτικών για τα χέρια παγκοσμίως.

Το ηλεκτρονικό εμπόριο κέρδισε πελάτες, αλλά και επιχειρηματίες

Επιτάχυνση του σχεδιασμού επέκτασης του ηλεκτρονικού της καταστήματος και σε άλλες κατηγορίες προϊόντων, πέραν των καλλυντικών, φέρνουν, σύμφωνα με πληροφορίες, για την «Αττικά Πολυκαταστήματα» οι νέες συνθήκες που προκαλεί η πανδημία του κορωνοϊού. Η επέκταση του ηλεκτρονικού καταστήματος της εταιρείας σε άλλες κατηγορίες, αρχικά στα αξεσουάρ και στη συνέχεια με την προσθήκη νέων κατηγοριών ανά εξάμηνο, προβλεπόταν προ κορωνοϊού. Αυτό που αναμένεται να γίνει, όμως, είναι η πιο γρήγορη προσθήκη των νέων κατηγοριών.

Τα καταστήματα της εταιρείας εμπίπτουν στην κατηγορία αυτών που προβλέπεται να ανοίξουν την 1η Ιουνίου, αργότερα δηλαδή από το υπόλοιπο λιανεμπόριο. Ενας άλλος λόγος που υπαγορεύει την πιο γρήγορη διεύρυνση του eshop είναι βεβαίως οι περιορισμοί που θα επιβληθούν στην ταυτόχρονη παρουσία ατόμων μέσα στα καταστήματα, αλλά και το ότι οι εργασίες για την επέκταση του εμβληματικού πολυκαταστήματος Attica στο City Link κατά 4.000 τ.μ. εκτιμάται ότι θα πάνε πίσω κατά έξι μήνες περίπου σε σχέση με το αρχικό χρονοδιάγραμμα.

Το ηλεκτρονικό εμπόριο, η ανάπτυξη του οποίου ήταν ραγδαία στην Ελλάδα τους τελευταίους δύο μήνες, από κλάδους όπου είχε σημαντική παρουσία όπως τα προϊόντα τεχνολογίας έως το λιανεμπόριο τροφίμων, προκάλεσε, σε συνδυασμό με την υπολειτουργία της εστίασης, επίσης προσαρμογή των εταιρειών στα νέα δεδομένα. Πλέον, χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η επέκταση του αντικειμένου δραστηριότητας των ηλεκτρονικών πλατφορμών efood και Wolt. H μεν πρώτη που μέχρι πρόσφατα λειτουργούσε ως πλατφόρμα ηλεκτρονικής παραγγελίας έτοιμων γευμάτων και είχε συνεργάτες εστιατόρια και καφέ, από τα τέλη Μαρτίου συνεργάζεται με τη «Σκλαβενίτης» για τη λήψη παραγγελιών για τα προϊόντα του σούπερ μάρκετ (όχι για όλους τους κωδικούς, αλλά για μεγάλο μέρος), αποσυμφόρησε σε σημαντικό βαθμό τα φυσικά καταστήματα της αλυσίδας, καθώς και το ηλεκτρονικό της κατάστημα caremarket.gr, αφού το κάθε σημείο πώλησης λειτουργεί ως τοπικό κέντρο διανομής και πέτυχε ακόμη και την αυθημερόν παράδοση των προϊόντων στους πελάτες.

Η efood μέσα από τη συνεργασία αυτή αντισταθμίζει μέρος των απωλειών που έχει από τη μείωση της δραστηριότητας των παραγγελιών έτοιμου φαγητού.

Από την άλλη, η αλυσίδα σούπερ μάρκετ My Market έχει ξεκινήσει πιλοτικά τη συνεργασία με τη Wolt, την πλατφόρμα παράδοσης μέχρι πρόσφατα έτοιμων γευμάτων, μια συνεργασία επίσης αμοιβαία ωφέλιμη: η μεν πρώτη έχει ένα ακόμη κανάλι γρήγορης παράδοσης των παραγγελιών, η δε δεύτερη αντισταθμίζει απώλειες από την υπολειτουργία της εστίασης.

Κατά την παρουσίαση των αποτελεσμάτων α΄ τριμήνου της Unilever που προαναφέρθηκε, ο διευθύνων σύμβουλός της Αλαν Τζόουπ επεσήμανε μεταξύ άλλων και την αύξηση των ηλεκτρονικών πωλήσεων, υποστηρίζοντας ότι πρόκειται για τάση που θα συνεχισθεί και την επόμενη ημέρα. Η επισήμανση αυτή σχετίζεται βεβαίως με τις ηλεκτρονικές πωλήσεις βασικών προϊόντων που πραγματοποιούν τα σούπερ μάρκετ, αλλά όχι μόνο. Η νέα τάση η οποία είχε εμφανισθεί κατά την προ κορωνοϊού εποχή, αλλά ενισχύθηκε λόγω της πανδημίας, είναι η ανάπτυξη ηλεκτρονικών πωλήσεων της βιομηχανίας απευθείας προς τους καταναλωτές (Direct-to-Consumer ή D2C) για συγκεκριμένες κατηγορίες. H Unilever, για παράδειγμα, λειτουργεί (σ.σ. όχι στην Ελλάδα) το Dollar Shave Club, ηλεκτρονικό κατάστημα που διαθέτει είδη ξυρίσματος και εν γένει είδη περιποίησης για τον άνδρα, η Nestle έχει δημιουργήσει ηλεκτρονικό κατάστημα για απευθείας πωλήσεις της σοκολάτας KitKat σε 8 χώρες (Αυστραλία, Καναδά, Ρωσία, Γερμανία, Ιαπωνία, Μαλαισία, Ηνωμένο Βασίλειο και Ισπανία) και το οποίο κατέγραψε σημαντική αύξηση τζίρου το α΄ τρίμηνο του 2020.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή