Οι επιχειρήσεις έχουν πιθανότητες 70% για θετική μεταβολή της αξίας σε μία 5ετία

Οι επιχειρήσεις έχουν πιθανότητες 70% για θετική μεταβολή της αξίας σε μία 5ετία

3' 13" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Περισσότερες είναι οι πιθανότητες να σημειωθεί θετική μεταβολή της αξίας μιας επιχείρησης, σε μια περίοδο πέντε ετών, παρά οι πιθανότητες περί του αντιθέτου, διαπιστώνει πρόσφατη έρευνα της εταιρείας Ernst & Young, με τίτλο «Σημαντικοί επιχειρηματικοί κίνδυνοι – Αύξηση και μείωση της εταιρικής αξίας και οι επιπτώσεις για τους διευθύνοντες συμβούλους». Στόχος της έρευνας, η οποία διεξήχθη διεθνώς στις 1.000 μεγαλύτερες εταιρείες του δείκτη MorgaStanley Capital International, ήταν ο εντοπισμός των αιτιών που αφορούν σε σημαντικές θετικές ή αρνητικές μεταβολές στην εταιρική αξία.

Σύμφωνα με τα πορίσματα της έρευνας λοιπόν, το 75% αγγίζει η πιθανότητα να σημειωθεί θετική μεταβολή της αξίας ενός οργανισμού (μεταβολή στην αξία της μετοχής μεγαλύτερη του 30% σε σχέση με τον δείκτη) σε μια περίοδο πέντε ετών, ενώ η αντίστοιχη πιθανότητα αρνητικής μεταβολής ανέρχεται σε 40% στην ίδια περίοδο. Οι μεταβολές αυτές δεν σχετίζονται με κάποια συγκεκρικένη προβλέψιμη χρονική περίοδο, ενώ για τα δύο τρίτα των μεταβολών της αξίας, οι αιτίες ήταν στρατηγικής φύσης παρά λειτουργικής ή χρηματοοικονομικής. Η έρευνα αποδεικνύει ότι η πλειοψηφία των θετικών μεταβολών οφείλονταν σε στρατηγικές συμμαχίες, συγχωνεύσεις ή εξαγορές, αυξημένη εμπιστοσύνη στις δυνατότητες της διοίκησης να εκτελέσει τη στρατηγική της εταιρείας, καθώς και σε επενδύσεις σε έρευνες και καινοτομίες.

Αντίστοιχα, η πλειοψηφία των αρνητικών μεταβολών οφείλονταν σε αδυναμία προσαρμογής σε αλλαγές, προβληματική διαχείριση των σχέσεων με πελάτες και σε προβλήματα στις σχέσεις με τους επενδυτές. Από τις παραμέτρους που σχετίζονται με την θετική μεταβολή της αξίας ενός οργανισμού, η σύναψη στρατηγικών συμμαχιών, και ειδικότερα εκείνων που αφορούν στις αναδυόμενες τεχνολογίες, αποτελεί την πιο σημαντική, καθώς φέρεται υπεύθυνη για τις 12 από τις 22 θετικές μεταβολές. Ακολουθούν οι εξαγορές και οι συγχωνεύσεις. Επίσης, δεδομένης της αυξημένης περιπλοκότητας των σύγχρονων διαδικασιών μάνατζμεντ, καθώς και της ολοένα και συχνότερης αλλαγής των αναγκών των πελατών, οι επενδυτές δείχνουν να εκτιμούν σε σημαντικό βαθμό την ομαλή διεκπεραίωση των καθημερινών ενεργειών διοίκησης σε συσχέτιση πάντα με τη δυνατότητα αποτελεσματικής αντιμετώπισης του ανταγωνισμού. Οπως προκύπτει λοιπόν, τα στελέχη ανώτατης διοίκησης έχουν μια σημαντική ευκαιρία να αποδείξουν τις ικανότητές τους, εάν διασφαλίζουν την ομαλή διεξαγωγή της εταιρικής στρατηγικής και την κάλυψη των αναγκών των μετόχων. Από την άλλη πλευρά, η αδυναμία προσαρμογής στα νέα δεδομένα προσφοράς – ζήτησης συνιστά τη βασικότερη αιτία δυσμενών μεταβολών της εταιρικής αξίας. Οι επενδυτές αντιδρούν πολύ αρνητικά σε εξελίξεις που δεν έχουν προβλεφθεί, όπως η επιβράδυνση της οικονομίας ή η μείωση της καταναλωτικής ζήτησης. Στις πλειονότητα των περιπτώσεων, η αρνητική μεταβολή της εταιρικής αξίας συνέπεσε με τη διάψευση παλαιότερων εκτιμήσεων μελλοντικής ανάπτυξης, οι οποίες χαρακτηρίζονται εκ των υστέρων «υπεραισιόδοξες».

Αδιαμφισβήτητα, οι παράγοντες αυτοί είναι ιδιαιτέρως σημαντικοί όμως, όπως επισημαίνει η έρευνα, πρόκειται την ίδια στιγμή για λύσεις στις οποίες μπορεί κανείς να προσφύγει προκειμένου να επιτύχει την επιθυμητή, θετική μεταβολή.Στο πλαίσιο αυτό, ιδιαίτερα επιβαρυμένος είναι ο ρόλος του διευθύνοντα συμβούλου, καθώς και της ανώτατης διοίκησης και του διοικητικού συμβουλίου εν γένει, οι οποίοι καλούνται να κατανοήσουν πλήρως τους παράγοντες που επιδρούν στην εταιρική αξία. Εξάλλου, στα δύο τρίτα των περιπτώσεων μεταβολής της αξίας, οι αιτίες ήταν στρατηγικής φύσης, η ευθύνη της διαχείρισης των οποίων παραμένει -και θα πρέπει να παραμένει- στην ανώτατη διοίκηση και το δ.σ. H αξιολόγηση των χρηματοοικονομικών και λοιπών απαιτήσεων των κυρίων ενδιαφερομένων μερών (stakeholders), καθώς και η παροχή τακτικής ενημέρωσης σχετικά με την πρόοδο εκπλήρωσης των προσδοκιών τους αποτελούν μέτρα που μπορούν να ληφθούν σε αυτές τις περιπτώσεις. Από την έρευνα της Ernst & Young προκύπτει ακόμη ότι οι στρατηγικές πρωτοβουλίες της διοίκησης θα πρέπει να συνδέονται με την εκπλήρωση των προσδοκιών των κύριων ενδιαφερομένων μερών και να ενσωματώνονται στο στρατηγικό πλάνο και στη διαδικασία επικοινωνίας με τους μετόχους. Οπως επισημαίνει ο εταίρος της Ernst & Young, αρμόδιος για το θέμα, κ. Θ. Ψαθάς, «καθώς διανύουμε μια περίοδο, κατά την οποία οι απαιτήσεις των μετόχων αυξάνονται και η εταιρική διακυβέρνηση αρχίζει να αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη σημασία και στη χώρα μας, τα διοικητικά συμβούλια καλούνται να αναλάβουν την ενεργητική διαχείριση των στρατηγικών κινδύνων και ευκαιριών».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή