Περιθώρια ανάπτυξης των προγραμμάτων Υγείας – ζωής

Περιθώρια ανάπτυξης των προγραμμάτων Υγείας – ζωής

3' 41" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

O διπλασιασμός της ασφαλιστικής παραγωγής αποτελεί επιτεύξιμο στόχο για την επόμενη τριετία, σύμφωνα με τους εκπροσώπους της ασφαλιστικής αγοράς, στο βαθμό που το ποσοστό του ενεργού πληθυσμού που διαθέτει σήμερα συνταξιοδοτικό πρόγραμμα ασφάλισης, περιορίζεται στο 16%. O φιλόδοξος αυτός στόχος που τίθεται με την εκκίνηση του νέου χρόνου, προϋποθέτει όπως επεσήμανε χθες σε συνέντευξη Τύπου ο πρόεδρος της Ενωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος (EAEE) κ. Γ. Κώτσαλος και ο πρόεδρος της Επιτροπής Υγείας κ. M. Μωυσής, τη θεσμική θωράκιση του τρίτου πυλώνα και την παροχή κινήτρων από την πλευρά της πολιτείας.

Η διεύρυνση της φοροαπαλλαγής για τα προγράμματα συνταξιοδότησης, η κατάργηση του χαρτοσήμου και του ΦΚΕ που επιβαρύνει τα ασφάλιστρα και φυσικά η ενίσχυση της εποπτείας του κλάδου, είναι τα κυρίαρχα ζητήματα που θα πρέπει να αντιμετωπιστούν άμεσα από την πολιτεία, προκειμένου να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη από την πλευρά των πολιτών, αλλά και να καταστεί περισσότερο ελκυστικό το ασφαλιστικό προϊόν. H αναγκαιότητα ανάληψης αυτών των πρωτοβουλιών για την ενίσχυση της ασφαλιστικής συνείδησης, επιβεβαιώνεται και από τα αποτελέσματα έρευνας που έγινε για λογαριασμό της EAEE και παρουσιάστηκαν από τους κ. Σ. Κωνσταντά και H. Δασκαλόπουλο, σύμφωνα με τα οποία, οι 7 στους 10 ερωτηθέντες απαντούν ότι δεν προτίθενται να συνάψουν ένα αποταμιευτικό πρόγραμμα. Ενας από τους βασικούς λόγους που προβάλλουν οι πολίτες ως αντικίνητρο στην πρόθεσή τους να συνάψουν ένα ασφαλιστικό πρόγραμμα είτε του κλάδου ζωής είτε του κλάδου Υγείας, είναι το υψηλό κόστος σε ποσοστό 48% και 45% αντίστοιχα, που θεωρούν ότι το συνοδεύει.

Αντιστρόφως ανάλογη, ως προς την πρόθεση σύναψης κάποιου ασφαλιστικού προγράμματος, είναι η γνώμη που διατυπώνουν οι ερωτηθέντες για τα συνταξιοδοτικά προγράμματα, εκτιμώντας, σε ποσοστό 62%, ότι είναι η βασική εναλλακτική οδός για την παροχή σύνταξης, ενώ υψηλός είναι υψηλός είναι ο βαθμός ικανοποίησης όσων διαθέτουν ήδη αποταμιευτικό ή νοσοκομειακό πρόγραμμα, καθώς σε ποσοστό 77% και 86% αντίστοιχα, εκτιμούν ότι «αξίζει τα λεφτά του». Σημαντικό είναι και το ποσοστό αυτών που θεωρεί ότι καλύπτεται επαρκώς από την κοινωνική ασφάλιση, εκτίμηση ωστόσο που τείνει να περιοριστεί σταδιακά, στο βαθμό που οι εξελίξεις επιβεβαιώνουν ότι νομοτελειακά η πίεση στα κοινωνικά συστήματα ασφάλισης θα μεγαλώνει και οι παροχές είτε θα περιορίζονται είτε θα καταβάλλονται αργότερα. Σε αυτήν την προοπτική συνηγορούν επίσης τόσο η γήρανση του πληθυσμού και η αύξηση του προσδόκιμου ορίου επιβίωσης (από τα 75 στα 94 έτη το 2050) όσο και η αυξανόμενη ζήτηση για καλύτερη ποιότητα ζωής, σε συνδυασμό με την ανάγκη για περικοπές κόστους.

Η χώρα μας, παρά το γεγονός ότι στο σύνολο του ΑΕΠ, εμφανίζει αντίστοιχο ποσοστό δαπανών Υγείας (8,3%) σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, εμφανίζει επίσης και υψηλό ποσοστό ιδιωτικών δαπανών Υγείας (44% έναντι 26,3% στην Ευρωζώνη). H ένδειξη θα πρέπει να συνδεθεί με τις αδυναμίες του δημόσιου τομέα της Υγείας στη χώρα μας και ερμηνεύει, άλλωστε, και την προσφυγή μεγάλου αριθμού πολιτών στην ιδιωτική περίθαλψη, καθώς σύμφωνα με τα στοιχεία της EAEE, ο αριθμός των ατόμων με ιδιωτική κάλυψη στην Υγεία, υπολογίζεται σε 1,3 εκατομμύριο. Από την ίδια έρευνα προκύπτει επίσης ότι μεταξύ των ερωτηθέντων που δεν έχουν πρόγραμμα Υγείας, ποσοστό 22% προτίθεται να αποκτήσει άμεσα, ενώ ποσοτικοποιώντας τις δυνατότητες ανάπτυξης της αγοράς των νοσοκομειακών προγραμμάτων, ο εκπρόσωπος της EAEE κ. Π. Παπανικολάου έκανε λόγο για προσδοκώμενη αύξηση κατά 82%.

Εκτός από την κατάργηση των επιβαρύνσεων, οι εκπρόσωποι του κλάδου Υγείας προβάλλουν μεταξύ των αιτημάτων τους τη συλλειτουργία των φορέων κύριας και ιδιωτικής ασφάλισης, με συμφωνίες που θα επιτρέπουν τη χρήση των κρατικών νοσοκομείων για την εξυπηρέτηση των ασφαλισμένων στις ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες. Μέσα από μια τέτοια προοπτική θα επιτραπεί, όπως επεσήμανε ο πρόεδρος της Επιτροπής Υγείας κ. T. Καραλής ο περιορισμός του κόστους για τις εταιρείες, αλλά και η δημιουργία μιας νέας πηγής εσόδων για τα κρατικά νοσοκομεία, ενώ αναφερόμενος στις προθέσεις των ασφαλιστικών εταιρειών για τις αυξήσεις κατά το νέο χρόνο, προσδιόρισε το ύψος τους σε λογικά επίπεδα, που δεν θα ξεπερνούν τα επίπεδα του πληθωρισμού.

Επιμένοντας άλλωστε στη σκοπιμότητα ενίσχυσης της συνύπαρξης κρατικής και ιδιωτικής ασφάλισης, οι εκπρόσωποι της EAEE συνόψισαν τα πλεονεκτήματα του τρίτου πυλώνα στο γεγονός ότι τα συνταξιοδοτικά προγράμματα είναι προσαρμοσμένα στις σύγχρονες συνθήκες ζωής και σε αντίθεση με την κοινωνική ασφάλιση μπορούν να παρακολουθούν τις συχνές μεταβολές της εργασιακής ζωής, όπως η αλλαγή εργασίας, χωρίς να περιορίζονται οι παροχές τους. Αντίστοιχα σημαντικό είναι το όφελος για το σύνολο της οικονομίας, καθώς ο τρίτος πυλώνας περιορίζει το οικονομικό βάρος στήριξης των κοινωνικών παροχών, ενώ βοηθάει στη συσσώρευση μεγάλων ποσών που κατευθύνονται προς μακροχρόνιες μορφές επένδυσης, αυξάνοντας τη συνολική αποταμίευση και συμβάλλοντας στην ωρίμαση των χρηματαγορών.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή