Το «κοκτέιλ» που έκαψε την κλωστοϋφαντουργία

Το «κοκτέιλ» που έκαψε την κλωστοϋφαντουργία

4' 26" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ε να μείγμα δυσμενούς οικονομικής συγκυρίας και απότομης αύξησης του κόστους εργασίας σε περιόδους ανατίμησης του ευρώ φαίνεται να ευθύνεται για τις δυσάρεστες εξελίξεις στον κλάδο της κλωστοϋφαντουργίας, ενώ ειδικά στην περίπτωση της Ελλάδας, πρέπει να προστεθεί και ο παράγοντας της κακοδιαχείρισης αλλά και της νοοτροπίας της «αρπαχτής» σημαντικής μερίδας επιχειρηματιών, προκειμένου να σχηματιστεί το εκρηκτικό «κοκτέιλ» της κατάρρευσης ενός από τους πλέον παραδοσιακούς κλάδους της ελληνικής οικονομίας. Η κρίσιμη κατάσταση στον πολύπαθο κλάδο επηρρεάζει τις ζωές και το επαγγελματικό μέλλον συνολικά 2 εκατ. εργαζομένων στην E.E. των 15 (με την εξαίρεση των 10 νέων χωρών που εισήχθησαν το 2004), αλλά χαρακτηρίζεται σε έναν βαθμό αναστρέψιμη. Το γεγονός αυτό, μεταξύ άλλων, προκύπτει από την ανάλυση των δεδομένων των κλάδων κλωστοϋφαντουργίας και ένδυσης-γουναρικών, στο πρόσφατο Οικονομικό Δελτίο της Alpha Βank.

Η Ελλάδα, μαζί με την Ιταλία, την Ισπανία, την Πορτογαλία και το Βέλγιο συνιστούν την ομάδα των χωρών της E.E. που εξειδικεύονται περισσότερο στους εν λόγω κλάδους, γεγονός που τις καθιστά περισσότερο ευάλωτες στις εξελίξεις. Μάλιστα, την περίοδο 1995-2003 η Ελλάδα, η Ιρλανδία, η Πορτογαλία και το Βέλγιο επένδυσαν μεγαλύτερο ποσοστό της προστιθέμενης αξίας του κλάδου συγκριτικά με τις άλλες χώρες της E.E. των 15, ενισχύοντας σημαντικά την παραγωγικότητα της εργασίας, μέσα από επενδύσεις σε μηχανολογικό εξοπλισμό σύγχρονης τεχνολογίας. Το στοιχείο αυτό, ωστόσο, δεν περιόρισε το ραγδαία αυξανόμενο ποσοστό των εισαγωγών, που κορυφώθηκε με την πλήρη απελευθέρωση του εμπορίων των προϊόντων την 1η Ιανουρίου 2005.

Ωστόσο, στη σύγχρονη κούρσα της επιβίωσης έναντι του ανταγωνισμού από τις χώρες χαμηλού κόστους, οι χώρες του Βορρά είναι καλύτερα προετοιμασμένες· εν όψει των αλλαγών που θα επέφερε η απελευθέρωση του εμπορίου στο τέλος του 2004, σημαντικό μέρος των περιορισμών (60% στη Γερμανία) καταργήθηκαν στις δύο πρώτες φάσεις απελευθέρωσης, το 1995 και το 1998.

Ειδικές κατηγορίες αγορών

Παράλληλα, οι χώρες αυτές διατήρησαν στην επικράτειά τους μόνο τις παραγωγικές διαδικασίες με τεχνολογίες υψηλής εντάσεως υλικού ή ανθρώπινου κεφαλαίου και επιπλέον ειδικεύονται κατά κύριο λόγο στην παραγωγή εξειδικευμένων προϊόντων, υψηλής ποιότητας και αξίας, που απευθύνονται σε ειδικες κατηγορίες αγορών. Την πορεία αυτή προσπάθησαν να ακολουθήσουν και οι χώρες του Νότου όμως, στην ουσία, εξακολουθούσαν να ειδικεύονται στην παραγωγή τυποποιημένων ετοίμων ενδυμάτων μαζικής παραγωγής, υπό το προστατευτικό καθεστώς που διατήρησαν σε ισχύ για τα προϊόντα τους μέχρι το τέλος του 2004.

Στην Ελλάδα, όπως και σε άλλες χώρες της Μεσογείου, οι περιορισμοί για το 88% των προϊόντων που έπρεπε να καταργηθούν στην περίοδο 1995-2004, διατηρήθηκαν σε ισχύ μέχρι τις τελευταίες δύο φάσεις της απελευθέρωσης, το 2002 και το 2005!

Κάπως έτσι, οδηγηθήκαμε στην ανεπανάληπτη εκτίναξη των κινεζικών εισαγωγών στις χώρες της E.E., ενοχλητικά προφανής από το πρώτο εξάμηνο του 2005: οι εξαγωγές της Κίνας στην ευρωπαϊκή αγορά αυξήθηκαν κατά 57%, αγγίζοντας τα 8,7 δισ. δολάρια σε αξία. Κάπως έτσι χάθηκαν 636.000 θέσεις εργασίας την περίοδο 1995-2003, ενώ τη διετία 2004-2005 χάθηκαν επιπλέον 165.000 θέσεις στην E.E. των 15.

Στην περίπτωση της Ελλάδας πάντως, η Κίνα δεν αποτελεί τη μόνη ρίζα του κακού. Υπολογίζεται ότι η πτωτική πορεία της παραγωγής των κλάδων κλωστοϋφαντουργίας και ένδυσης-γουναρικών, είχε ξεκινήσει από τα μέσα της δεκαετίας του ’80, οπότε καταργήθηκαν σταδιακά οι εξαγωγικές επιδοτήσεις, η προνομιακή πρόσβαση των επιχειρήσεων του κλάδου στο τραπεζικό σύστημα και η εφαρμογή των μέτρων προστασίας των προϊόντων των κλάδων από τις εισαγωγές, με συνέπεια τη μείωση της απασχόλησης, τάση που ενισχύθηκε περαιτέρω κατά την διάρκεια της δεκαετίας του ’90. Η χρηματιστηριακή φούσκα του 1999 έχει επίσης σημαντικό μερίδιο ευθύνης για την οικονομική εξέλιξη των επιχειρήσεων του κλάδου και την απαξίωση της χρηματιστηριακής αξίας τους το 2001-02. Εχοντας πραγματοποιήσει σημαντικές επενδύσεις εκσυγχρονισμού τη δεκαετία του ’90, πολλές επιχειρήσεις βρέθηκαν την περίοδο 2001-2003 με διογκωμένες «υπο-αξίες», λόγω της πολιτικής εξαγορών πολλών θυγατρικών επιχειρήσεων, σε πολύ υψηλές τιμές, την περίοδο 1999-2000. Ετσι, η δυσμενής οικονομική συγκυρία για τον κλάδο την περίοδο 2001-2003 συνδυάστηκε με την επιβάρυνση των επιχειρήσεων με σημαντικές χρηματοοικονομικές ζημίες και τη μείωση της κεφαλαιακής τους βάσης.

Η εσπευσμένη μεταφορά παραγωγικών μονάδων σε χώρες χαμηλού κόστους, με διατήρηση μόνο των διοικητικών υπηρεσιών στην Ελλάδα, ήταν αναπόφευκτη, όπως και η μείωση της συνολικής παραγωγής του κλάδου και η αύξηση της ανεργίας σε πολλές περιοχές της χώρας. Ωστόσο, από μόνη της η μετεγκατάσταση των παραγωγικών μονάδων δεν μπορεί να φέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα, εάν δεν συνδυαστεί με αυξημένες επενδύσεις σε υλικό και ανθρώπινο κεφάλαιο, με συγχωνεύσεις και εξαγορές για τη δημιουργία επιχειρήσεων ικανοποιητικού μεγέθους και με σύγχρονη οργανωτική δομή. Επιπλέον, όπως αποδεικνύεται, τα όποια περιοριστικά μέτρα δεν μπορεί παρά να έχουν μόνο πρόσκαιρο ευνοϊκό αποτέλεσμα.

Υψηλή ποιότητα πρώτων υλών

Απαιτείται λοιπόν η διεύρυνση της λειτουργίας των επιχειρήσεων σε περισσότερες αγορές, σε παγκόσμιο επίπεδο, για την εκμετάλλευση των οικονομιών κλίμακος και εύρους και την εξασφάλιση φθηνότερων προμηθειών και υψηλής ποιότητας πρώτων υλών. Οι ελληνικές επιχειρήσεις εξακολουθούν να κατέχουν ακόμη και σήμερα συγκριτικά πλεονεκτήματα, κυρίως λόγω της ευελιξίας που τους εξασφαλίζει το μικρό τους μέγεθος, της εμπειρίας τους από την πολύχρονη λειτουργία σε ξένες αγορές αλλά και στις σχετικά γρήγορες παραδόσεις που επιτυγχάνουν, την καλή σχέση ποιότητας-μόδας-τιμής, την ποιότητα του εγχώριου βαμβακιού και την ανεπτυγμένη επιχειρηματικότητα. Απ’ την άλλη πλευρά, το σχετικά μικρό μέγεθος της εγχώριας αγοράς και η έλλειψη εξειδικευμένων στελεχών διογκώνουν τις αρνητικές συνέπειες, μη επιτρέποντας τη διεύρυνση της γκάμας των παραγόμενων προϊόντων και την κατοχύρωση ισχυρών επώνυμων προϊόντων στις αγορές εκτός Ελλάδας. Πρόκειται για μια εύθραυστη ισορροπία πλεονεκτημάτων/μειονεκτημάτων που οι Ελληνες κλωστοϋφαντουργοί καλούνται να τηρήσουν, προκειμένου να παραμείνει ζωντανός ένας από τους πλέον παραδοσιακούς βιομηχανικούς κλάδους της χώρας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή