Με επιδόματα, ανάπτυξη δεν γίνεται

2' 4" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ηαποκάλυψη των εκλογικών προθέσεων της κυβέρνησης εν τέλει δεν εξέπληξε σχεδόν κανέναν. Με δεδομένο ότι είχε προηγηθεί ένας καταιγισμός εισοδηματικών βοηθημάτων, επιδομάτων και κάθε είδους παροχών προς τις κοινωνικές ομάδες που έχουν όντως (ή έχουν λιγότερο…) ανάγκη, ήταν απλά θέμα χρόνου ο καθορισμός της ημερομηνίας των πρόωρων εκλογών.

Το γαϊτανάκι των παροχών είχε ξεκινήσει ήδη από τις αρχές του τρέχοντος έτους, όταν ικανοποιήθηκαν διάφορα αιτήματα ομάδων δημοσίων υπαλλήλων για αύξηση ή απόδοση νέων επιδομάτων στους μισθούς τους. Αλλωστε, ως γνωστόν, μέγα μέρος των δαπανών του προϋπολογισμού αφορά τους -χαμηλούς, πράγματι- μισθούς και τις συντάξεις των δημοσίων υπαλλήλων. Τότε, βέβαια, κάποιοι εντός της κυβέρνησης μελετούσαν εκλογές τον Μάρτιο…

Η τακτική αυτή δεν είναι απαραιτήτως κατακριτέα. Οι οικονομικά αδύναμες κοινωνικές ομάδες πρέπει να στηρίζονται από την υπόλοιπη ισχυρή κοινωνία, με αναλογικό τρόπο, προκειμένου να υπάρχει κοινωνική ισορροπία και να διασφαλίζεται η ανάπτυξη όλων. Αυτό είναι το σύγχρονο κράτος πρόνοιας και έτσι πρέπει να λειτουργεί. Ωστόσο, στη συγκεκριμένη περίπτωση υπάρχουν τρία ελαττώματα.

Πρώτον, η επιδοματικές πολιτικές μπορεί μεν να ανακουφίζουν πρόσκαιρα (αφού με την αύξηση των τιμών, μοιραία σε κάποιο χρονικό διάστημα θα χρειαστεί αύξηση των επιδομάτων για να καλυφθεί το χαμένο έδαφος) δεν λύνουν, όμως, το πρόβλημα. Η ενίσχυση των αδυνάμων είναι επιφανειακή και βιώσιμη μόνο όσο το κράτος δαπανά τα απαραίτητα κονδύλια.

Δεύτερον, καλλιεργείται η παθητικότητα σε όσους δέχονται τα διάφορα βοηθήματα, αφού αυτά δεν συναρτώνται με καμιά ενέργεια του εν ανάγκη πολίτη.

Τρίτον, δεν δίνεται καμιά αναπτυξιακή διάσταση στην κοινωνία, καθώς τα όποια κεφάλαια διανέμονται καταλήγουν τελικά στην κατανάλωση. Η επίδραση που έχουν, έτσι, στην ελληνική οικονομία (της οποίας οι παραγωγικές δυνατότητες στον δευτερογενή, μεταποιητικό, τομέα είναι ούτως ή άλλως πενιχρές) καταλήγει να είναι αμελητέα. Μέγα μέρος το καρπούνται οι εμπορικές εταιρείες που εισάγουν ξένα προϊόντα.

Μια πλήρης οικονομική πολιτική στο θέμα αυτό θα ξεκινούσε από την επιδοματική δραστηριότητα, αλλά θα προέβλεπε και μια σειρά από δράσεις αναπτυξιακές, όχι μόνο εστιασμένες στις οικονομκά αδύναμες πληθυσμιακές ομάδες αλλά συνολικά, ώστε η διεύρυνση των οικονομκών δραστηριοτήτων να απαιτήσει περισσότερα εργατικά χέρια και να περιλάβει έτσι και εκείνους που σήμερα περιμένουν τα βοηθήματα. Δεν πρέπει να ξεχνάει κανείς ότι το ποσοστό ανεργίας στην Ελλάδα τοποθετείται μεν στο 8% (ποσοστό ήδη υψηλό, καθώς η λεγόμενη «ανεργία τριβής» που είναι διεθνώς αποδεκτή ως μη δημιουργούσα πρόβλημα στην κοινωνία τοποθετείται περί το 4%), χωρίς όμως να συμπεριλαμβάνει όσους εμπλέκονται στα -επίσης επιδοτούμενα- προγράμματα του ΟΑΕΔ. Ταυτόχρονα, παραμένει αδιευκρίνιστη η επίδραση του 1,5 εκατ. των οικονομικών μεταναστών στην ελληνική αγορά εργασίας.

Περί αυτής, λοιπόν, της αναγκαίας «αναπτυξιακής» μεταρρύθμισης, ουδείς έχει ακόμα μιλήσει.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT