Αναπτύσσονται μεν, υπό ολοένα και αυξανόμενη πίεση δε. Ο λόγος για τις μικρού μεγέθους τράπεζες όπως η Geniki Bank, η Aspis, η Αττικής, η FBB, η Probank κ.ά. οι οποίες μπορεί να δραστηριοποιούνται σ’ έναν από τους πλέον αναπτυσσόμενους κλάδους της εγχώριας οικονομίας, ωστόσο δέχονται την ολοένα αυξανόμενη πίεση του οξυμένου ανταγωνισμού.
Η ένταση του ανταγωνισμού συρρικνώνει τα επιτοκιακά περιθώρια, γεγονός που δημιουργεί ασφυκτική πίεση στις μικρές τράπεζες, οι οποίες έχουν περιορισμένη καταθετική βάση, ενώ παράλληλα το κόστος χρήματος είναι σημαντικά υψηλότερο του κόστους με το οποίο επιβαρύνονται οι μεγάλου μεγέθους τράπεζες. Σημαντικό κόστος δημιουργούν επίσης οι μεγάλης κλίμακας αλλαγές στο κανονιστικό πλαίσιο λειτουργίας των τραπεζών που φέρει η εφαρμογή της συνθήκης της Βασιλείας ΙΙ. Η όξυνση του ανταγωνισμού οδηγεί στον σχηματισμό ισχυρότερων σχημάτων και δεν είναι τυχαίο ότι τον προηγούμενο χρόνο πραγματοποιήθηκε η τριπλή συγχώνευση Marfin – Λαϊκής Τράπεζας και Εγνατίας Τράπεζας δημιουργώντας ένα νέο ισχυρό και λίαν φιλόδοξο σχήμα. Από την άλλη πλευρά, τονίζουν στελέχη τραπεζών, το τραπεζικό μέλλον στην Ελλάδα δεν αφορά μόνο τις μεγάλου μεγέθους τράπεζες. Οι μικρού μεγέθους τράπεζες εμφανίζουν ισχυρά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα όπως ευελιξία και στενή διαπροσωπική σχέση με τον πελάτη, στοιχεία που δεν υπάρχουν στους μεγάλους οργανισμούς. Προσθέτουν ότι όπως παντού στον κόσμο, έτσι και στη χώρα μας υπάρχει χώρος και για μικρότερου μεγέθους τράπεζες και αυτό που θα κάνει τη διαφορά είναι η εξειδίκευση, είτε ποιοτική είτε γεωγραφική.