Το πιο ιδιωτικοποιημένο σύστημα υγείας στην Ε.Ε.

Το πιο ιδιωτικοποιημένο σύστημα υγείας στην Ε.Ε.

5' 2" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μία Ολυμπιάδα ή 7 δισ. ευρώ ξοδεύει ο Ελληνας σε ιδιωτική βάση κάθε χρόνο για υπηρεσίες υγείας, κάνοντας την Ελλάδα τη χώρα με το πιο ιδιωτικοποιημένο σύστημα υγείας στην Ευρώπη, περισσότερο ακόμη και από την Αμερική, όπου η συνεισφορά του δημόσιου τομέα στην υγεία έρχεται δεύτερη με ποσοστό κάτω του 45%.

Στην Ελλάδα υπολογίζεται πλέον ότι ο ιδιωτικός τομέας έχει ξεπεράσει κατά πολύ, σε ποσοστό επί των συνολικών ετήσιων δαπανών υγείας, τον δημόσιο. Η εξέλιξη αυτή αναδεικνύει ως προφητική τη δήλωση που είχε κάνει το 2003 ο καθηγητής και πρώην υπουργός Υγείας κ. Δημήτρης Κρεμαστινός, ότι «ο ιδιωτικός τομέας υγείας το 2010 θα καλύπτει το 70% της ζήτησης».

Η απαξίωση της δημόσιας υγείας έναντι της ιδιωτικής εστιάζεται κυρίως, στα μεγάλα κεφάλαια που πρέπει να δαπανηθούν για την προμήθεια σύγχρονου ιατρικού εξοπλισμού -τα οποία στερείται- αλλά και στις αγκυλώσεις στον διοκητικό τομέα. Ακόμη ένας άλλος λόγος που «διώχνει» ασθενείς προς τα ιδιωτικά νοσκομεία, είναι η ανεπάρκεια ειδικών κλινών όπως στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ), αλλά και η δυσκολία εισαγωγής για νοσηλεία που συχνά διευκολύνεται με το «αζημίωτο» από μεσολάβηση τρίτου προσώπου. Μάλιστα, έχει υπολογιστεί ότι μόνον οι 6 στους 10 εισάγονται σε δημόσιο νοσοκομείο χωρίς μεσολάβηση.

Κατανάλωση

Στην περίοδο 2000-2005 διαπιστώνεται μία τεράστια αύξηση στην ιδιωτική κατανάλωση (υγείας) σε σχέση με τη δημόσια, καθώς από 3,9 δισ. ευρώ που ήταν η δημόσια κατανάλωση το 2000 ανήλθε σε 4,9 δισ. ευρώ το 2005 και από 3,06 δισ. ευρώ που ήταν η ιδιωτική κατανάλωση το 2000 ανήλθε το 2005 σε 10,1 δισ. ευρώ. Εν τω μεταξύ,, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, στην Ελλάδα αντιστοιχούν 4,9 παθολόγοι ανά 1.000 κατοίκους, ποσοστό που την καθιστά πρώτη ανάμεσα στις χώρες του ΟΟΣΑ.

Αν αναλογιστεί κανείς αυτό το νούμερο σε συνδυασμό με το γεγονός ότι συνήθως οι αμοιβές των ιατρών κατά τα επισκεπτήριά τους δεν συνοδεύονται με τη νόμιμη απόδειξη, μπορεί να συμπεράνει ότι μόνο αυτό το στοιχείο αρκεί για να αυξήσει σημαντικά την ιδιωτική δαπάνη υγείας. Την ίδια στιγμή, μπορεί να αναλογιστεί και το μέγεθος της παραοικονομίας στον ιδιωτικό τομέα. Σύμφωνα με έρευνα της κ. Ολγα Σίσκου, συνεργάτιδα του Εργαστηρίου Οργάνωσης και Αξιολόγησης Υπηρεσιών Υγείας, η παραοικονομία υπολογίζεται σε 1,8 δισ. ευρώ επί των 7 δισ. ευρώ που δαπανώνται συνολικά. Αποκαλύψεις όμως έχουν και οι στατιστικές για τις δαπάνες ιδιωτικής υγείας, που υπολογίζονται με το αναθεωρημένο ΑΕΠ.

Ετσι, όπως προκύπτει από στοιχεία της ΕΣΥΕ και σύμφωνα με το αναθεωρημένο ΑΕΠ, «αποκαλύπτονται» δαπάνες υγείας ύψους 3 δισ. ευρώ για το 2003 και 4,1 δισ. ευρώ για το 2004.

Στην Ελλάδα, η δημόσια κατανάλωση, από 46,4% το 2003, έπεσε στο 42,8 το 2005. Σε πραγματικά ποσά, η δημόσια κατανάλωση αυξήθηκε ελάχιστα, από 4,6 δισ. ευρώ σε 4,9 δισ. ευρώ, ενώ η ιδιωτική δαπάνη αυξήθηκε από 7,7 δισ. σε 10,1 δισ. ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι τα νοικοκυριά επιβαρύνθηκαν μόνο το 2005 με 2,4 δισ. ευρώ, σε σχέση με το 2003. Από το 2004 στο 2005, η ιδιωτική κατανάλωση αυξήθηκε από 8.515 εκ. ευρώ σε 10.089 εκ. ευρώ. Σε ένα μόνο χρόνο, η Υγεία «φόρτωσε» τα νοικοκυριά με 1,5 δισ. ευρώ. Οπως επισημαίνει στην «Κ» ο καθηγητής Οικονομίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και διευθυντής του Εργαστηρίου Οργάνωσης και αξιολόγησης Υπηρεσιών Υγείας, κ. Λυκούργος Λιαρόπουλος, «τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα ο δημόσιος τομέας καλύπτει πλέον πολύ κάτω από το 50% του συνόλου των δαπανών. Από το 60-40 που θεωρούσαμε για πολλά χρόνια ότι είναι η αναλογία δημόσιας και ιδιωτικής χρηματοδότησης, πήγαμε σε ελάχιστα χρόνια στο 40-60». Το 2005, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, οι δημόσιες δαπάνες στην Ελλάδα περιορίστηκαν στο 43% μειωμένες κατά 10,9% από το 1990, όταν ο αντίστοιχος μέσος όρος στις χώρες του ΟΟΣΑ είναι στο 73%, ποσοστό μειωμένο μόλις κατά 0,9%.

Στην ίδια μελέτη, αναφέρεται ότι το ποσοστό της δημόσιας δαπάνης στη χρηματοδότηση του τομέα της υγείας έχει μειωθεί σε χώρες όπως η Πολωνία, η Ουγγαρία και η Τσεχία, οι οποίες είχαν σχετικά υψηλό ποσοστό δημόσιας δαπάνης υγείας το 1990. Αντίθετα, αύξηση της δημόσιας δαπάνης καταγράφηκε στις μέρες μας, σε χώρες με χαμηλό ποσοστό δημόσιας δαπάνης στη χρηματοδότηση του τομέα της υγείας (το 1990) όπως η Κορέα, το Μεξικό, η Ελβετία και οι ΗΠΑ. Στην Κορέα, για παράδειγμα, η δημόσια δαπάνη ως ποσοστό της συνολικής δαπάνης υγείας αυξήθηκε από 38% το 1990 σε λίγο περισσότερο από το 50% το 2004. Στις ΗΠΑ, αυξήθηκε από 40% σε 45% μεταξύ του 1990 και του 2004. Παρότι στις ΗΠΑ, οι ιδιωτικοί φορείς διαδραματίζουν τον κύριο ρόλο στη χρηματοδότηση του συστήματος, η δημόσια κατά κεφαλή δαπάνη εξακολουθεί να είναι υψηλότερη συγκριτικά με τις περισσότερες άλλες χώρες του ΟΟΣΑ, καθώς η συνολική υγειονομική δαπάνη στις ΗΠΑ, είναι πολύ μεγαλύτερη σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες.

Επισημαίνεται δε ότι η ιδιωτική δαπάνη αποτελεί σημαντική πηγή χρηματοδότησης των συστημάτων υγείας και αναλύεται ως εξής:

Η ιδιωτική δαπάνη υγείας περιλαμβάνει τις αποζημιώσεις της ιδιωτικής ασφάλισης και τις άμεσες πληρωμές των χρηστών οι οποίες επιβαρύνουν τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς. Οι άμεσες πληρωμές των χρηστών αποτελούν μια από τις βασικές πηγές χρηματοδότησης των συστημάτων υγείας σε πολλές χώρες του ΟΟΣΑ, ιδιαίτερα σε εκείνες που η συμμετοχή της ιδιωτικής ασφάλισης υγείας είναι μικρή. Το 2004, το ποσοστό των άμεσων πληρωμών των χρηστών (στο σύνολο της υγειονομικής δαπάνης) ήταν το υψηλότερο στο Μεξικό (51%), ακολουθούμενο από την Ελλάδα (45%) και την Κορέα (37%). Το 2005, η εικόνα άλλαξε με την Ελλάδα να αναρριχάται πρώτη σε αυτήν την κατάταξη με το ποσοστό των άμεσων πληρωμών να αυξάνεται στο 57%, στο Μεξικό αυτό διαμορφώνεται στο 55% στο οποίο ενσωματώνεται και η συμμετοχή των ασφαλιστικών εταιρειών και στην Κορέα -επίσης με συνεισφορά ασφαλιστικών εταιρειών- το ποσοστό αυτό να διαμορφώνεται στο 41%.

Οι αποζημιώσεις της ιδιωτικής ασφάλισης υγείας ανέρχονται περίπου στο 6% στο σύνολο της υγειονομικής δαπάνης. Ωστόσο, η συμμετοχή της ιδιωτικής ασφάλισης είναι πολύ μεγαλύτερη σε συγκεκριμένες πληθυσμιακές ομάδες στη Γερμανία και την Ολλανδία, καθώς επίσης και για την πλειοψηφία των μη ηλικιωμένων στις ΗΠΑ, όπου η ιδιωτική ασφάλιση συμμετείχε με 37% στο σύνολο της υγειονομικής δαπάνης το 2004. Στη Γαλλία και στον Καναδά, η προαιρετική ιδιωτική ασφάλιση καλύπτει το 10 έως 15% της συνολικής δαπάνης, προσφέροντας πρόσθετες παροχές, σε σχέση με το υφιστάμενο δημόσιο σύστημα καθολικής κάλυψης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή