Η αναβολή των αποκρατικοποιήσεων απογοήτευσε το Χρηματιστήριο

Η αναβολή των αποκρατικοποιήσεων απογοήτευσε το Χρηματιστήριο

2' 29" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Απογοητεύθηκε η χρηματιστηριακή αγορά από τη νέα αναβολή στην υλοποίηση των αποκρατικοποιήσεων. Αμήχανοι οι επενδυτές προχώρησαν σε ρευστοποιήσεις κυρίως των μετοχών που περιλαμβάνονται στη λίστα των αποκρατικοποιήσεων, ενώ συνεχίστηκε η πτωτική τάση και για τις τραπεζικές μετοχές όπου καθυστερεί και σ’ αυτήν την περίπτωση η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Μάλιστα, η σημερινή αρνητική θέση των τραπεζών θα οδηγήσει σε αυξήσεις κεφαλαίων με ιδιαίτερα χαμηλό τίμημα. Η εγχώρια αγορά μετοχών και τη δεύτερη εβδομάδα του Ιουλίου κινήθηκε σε ιδιαίτερα ράθυμους ρυθμούς. Η ανακύκλωση των ήδη υπαρχόντων κεφαλαίων έχει οδηγήσει σε μία απαξιωτική πορεία της αγοράς η οποία έχει επιστρέψει ξανά στα επίπεδα των πρώτων πρόωρων εκλογών της 6ης Μαΐου. Ο χρηματιστηριακός θεσμός δεν προσφέρει πλέον φθηνά κεφάλαια στις εταιρείες, οι οποίες λόγω της ύφεσης αντιμετωπίζουν σοβαρότατα προβλήματα ρευστότητας. Ακόμη και το ετήσιο κόστος των εισηγμένων είναι δυσβάστακτο, καθώς 2 στις 3 εισηγμένες είναι σήμερα ζημιογόνες. Παράλληλα, οι σοβαρές και υγιείς επιχειρήσεις θεωρούν ότι αδικούνται από τις αποτιμήσεις λόγω της κατάρρευσης της αγοράς στα επίπεδα της δεκαετίας του ’80.

Η «κάθαρση» βρίσκεται προ των θυρών και στο Χ.Α., μετά τις υπερβολές, την κατασπατάληση φθηνών κεφαλαίων και τη «φούσκα του 1999», που προκάλεσε ανεπανόρθωτες ζημίες σε εκατομμύρια επενδυτές. Είναι πλέον η κατάλληλη στιγμή να εξυγιανθεί και το Χ.Α. και να παραμείνουν όσες αξίζουν έπειτα από 5 χρόνια ύφεσης που πλήττει την οικονομία. Οι εισηγμένες εταιρείες έχουν να αντιμετωπίσουν το υψηλό κόστος χρηματοδότησης, τη δυσκολία επέκτασης στο εξωτερικό, αλλά και τη διατήρηση των αδύναμων συνθηκών ζήτησης του εσωτερικού περιβάλλοντος. Κάθε συζήτηση για αλλαγή κλίματος δεν έχει αυτή τη στιγμή δυνατά θετικά ερείσματα από το εσωτερικό, αφού η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών φαίνεται ότι προηγείται κάθε άλλης εσωτερικής επιχειρηματικής εξέλιξης. Οπως αναφέρει ο κ. Δημήτρης Τζάνας, σύμβουλος επενδύσεων, το βασανιστικό ερώτημα που τίθεται στο Χ.Α. είναι αν η αναμφισβήτητη επιδείνωση των θεμελιωδών στοιχείων της οικονομίας και των εισηγμένων εταιρειών δικαιολογεί επίπεδα Δείκτη 500 και 600 μονάδων (επίπεδα αρχών 1990!), με δεδομένο ότι η πτωτική πορεία ξεκίνησε από την περιοχή των 3.000 μονάδων τον Νοέμβριο του 2009 και συνεχίζεται επί 32 μήνες. Οπως σημειώνει ο κ. Τζάνας, δύο παράγοντες έχουν δράσει καταλυτικά στη γενικότερη απαξίωση: η τραπεζοκεντρική φυσιογνωμία του Χ.Α., που δεν επέτρεψε την ανάδειξη εναλλακτικών επενδυτικών επιλογών από άλλους κλάδους και ο υψηλός βαθμός συμμετοχής των ξένων, που συστηματικά αποδύθηκαν στη γνώριμή τους υποτιμητική κερδοσκοπία χωρίς ουσιαστικό αντίπαλο στην εσωτερική αγορά. Αυτό τελευταία εξελίχθηκε σε ανοιχτό sell-off (ξεπούλημα θέσεων), όταν τα σενάρια περί εξόδου της χώρας από το ευρώ πύκνωσαν, με συνέπεια να αυξηθεί το ασφάλιστρο κινδύνου από τη συμμετοχή σε χώρα «υψηλού κινδύνου», όπως είναι πλέον η Ελλάδα.

Επομένως, η αρνητική εξέλιξη στα θεμελιώδη μεγέθη τόσο της χώρας όσο και των περισσότερων εισηγμένων εταιρειών –ακόμη κι αν συνεκτιμηθούν οι αξιοσημείωτες εξαιρέσεις μερικών εταιρειών εξωστρεφούς κυρίως προσανατολισμού ή συγκεκριμένων άλλων που παραδοσιακά χαρακτηρίζονται αμυντικές– δικαιολογεί την πτώση των τιμών. Αλλωστε, μόνο ο δείκτης που συσχετίζει την τιμή μετοχής με την καθαρή της θέση μπορεί ακόμη να έχει λειτουργικότητα, καθώς το ζημιογόνο των αποτελεσμάτων των περισσοτέρων εταιρειών έχει αναστείλει τον υπολογισμό των πολλαπλασιαστών κερδοφορίας (P/E).

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή