Οι εταιρείες έχουν αποτύχει στον έλεγχο αλλά και στην καταπολέμηση της απάτης

Οι εταιρείες έχουν αποτύχει στον έλεγχο αλλά και στην καταπολέμηση της απάτης

3' 50" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η τοξική ατμόσφαιρα της διαφθοράς και της απάτης που άλλοτε απειλεί, συχνότερα όμως πλήττει τις πολυεθνικές εταιρείες αποκτά ξεχωριστή επικαιρότητα με την έρευνα της Ernst & Young για την «Καταπολέμηση της Απάτης στις Πολυεθνικές Εταιρείες», που έρχεται να καλύψει, με τη δημοσίευσή της, ένα ερευνητικό κενό.

Ενώ το θέμα της διαχείρισης κινδύνων έχει ευρέως διερευνηθεί από την πλευρά των μάνατζερ και των ηγετών, συμβαίνει να έχει παντελώς αγνοηθεί η έρευνα για το συγκεκριμένο ζήτημα: της αντιμετώπισης της απάτης και της διαφθοράς, της στάσης των εργαζομένων απέναντί της και των απόψεών τους γενικότερα. Η καταγραφή τους, όμως, συνιστά προϋπόθεση για την επιτυχή εφαρμογή των προγραμμάτων για την καταπολέμηση του φαινομένου.

Για παράδειγμα, ένας κώδικας συμπεριφοράς που περιγράφει με σαφήνεια ποια είναι η αναμενόμενη και η επιθυμητή συμπεριφορά εκ μέρους του προσωπικού για την αντιμετώπιση της διαφθοράς και της απάτης, όχι μόνο είναι χρήσιμος για το κύρος και την αξιοπιστία μιας εταιρείας, αλλά ταυτόχρονα συνεπάγεται και πολλαπλά οφέλη για όλους τους συμβαλλομένους. Προφανώς, όμως, τα οφέλη αυτά τα έχουν υποτιμήσει οι περισσότεροι εργοδότες σε χώρες της Ευρώπης.

Το κενό αυτό το κάλυψε η εταιρεία συμβούλων Ernst & Young με έρευνά της σε πολυεθνικές εταιρείες σε 13 χώρες της Ευρώπης – οκτώ από τη δυτική και πέντε από την κεντρική και ανατολική Ευρώπη (ΚΑΕ). Και τα αποτελέσματά της αποδεικνύουν αφενός την απόλυτη αποδοχή εκ μέρους των εργαζομένων της ισχύος του ηθικού κώδικα συμπεριφοράς για την αντιμετώπιση της απάτης, αφετέρου διαπιστώνεται ότι οι εργοδότες έχουν αποτύχει να ανταποκριθούν σε αυτή την προσδοκία των εργαζομένων τους, παρά την υποστήριξη που οι περισσότεροι τους παρέχουν προκειμένου να εφαρμόζουν τέτοια μέτρα μέσα στους οργανισμούς τους.

«Οι εργαζόμενοι όχι μόνο δεν διάκεινται εχθρικά σε εταιρικά μέτρα καταπολέμησης της απάτης αλλά, αντιθέτως, υποστηρίζουν τη λειτουργία σχετικών προγραμμάτων. Το φωνάζουν δυνατά, μάλιστα, προς τους εργοδότες τους, ότι επιθυμούν να τους παρέχεται η διαύγεια αλλά και η ενθάρρυνση που απαιτείται, ώστε να μπορούν να ενεργήσουν θετικά προς τα συμφέροντα της εταιρείας τους. Οι εργαζόμενοι επιθυμούν να υπάρχουν ισχυροί κώδικες συμπεριφοράς και έχουν μεγάλες ηθικές απαιτήσεις από τις εταιρείες τους. Δυστυχώς, όμως, μερικοί εργοδότες έχουν αποτύχει να πείσουν το προσωπικό τους ότι και εκείνοι, όντως, αισθάνονται κατά τον ίδιο τρόπο», ήταν η επισήμανση του επικεφαλής των διεθνών υπηρεσιών για την έρευνα περί απάτης και διενέξεων της Ernst & Υoung.

Τα ευρήματα της έρευνας παρουσιάζουν μικρές διαφοροποιήσεις μεταξύ των 13 ευρωπαϊκών χωρών (Αυστρία, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Ολλανδία, Ισπανία, Ελβετία, Βρετανία και Τσεχία, Ουγγαρία, Πολωνία, Ρωσία, Σλοβακία) οι οποίες και συνοψίζονται ως εξής:

Οι εταιρείες έχουν αποτύχει στον έλεγχο για την καταπολέμηση της απάτης, όπως τον προσδοκούν οι εργαζόμενοί τους. Εστω και αν οι εννέα στους δέκα (88%) πιστεύουν ότι οι εταιρείες οφείλουν να έχουν κώδικες συμπεριφοράς κατά της απάτης, της δωροδοκίας και της διαφθοράς, ωστόσο, από τις απαντήσεις των ερωτηθέντων προκύπτει ότι μόνο ο ένας στους δύο στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη και τα δύο τρίτα από τη δυτική Ευρώπη συμβαίνει να γνωρίζουν κάποιον τέτοιο κώδικα είτε απαντούν ότι «ναι» ισχύει στις εταιρείες τους.

Οι τηλεφωνικές γραμμές για ανώνυμες καταγγελίες πιστεύεται ότι χρησιμοποιούνται, εφόσον οι εργαζόμενοι γνωρίζουν ότι υπάρχουν. Και το ποσοστό που το γνωρίζει ανέρχεται μόνο σε 38%. Γεγονός που αποκαλύπτει την έλλειψη πολιτικής ευαισθητοποίησης και εκπαίδευσης εκ μέρους των οργανισμών. Επιπλέον, παρά την ομοφωνία που υπάρχει στο ότι τα δικαιώματα εκείνων που καταγγέλλουν την απάτη θα πρέπει να προστατεύονται, μόνο το 55% των ερωτηθέντων στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη και το 76% στη δυτική Ευρώπη πιστεύουν ότι οι εργοδότες τους, όντως, θα τους προστατέψουν.

Υποστήριξη από τους εργαζομένους

Το κεντρικό συμπέρασμα της έρευνας είναι ότι υπάρχει μαζική δέσμευση και υποστήριξη εκ μέρους των εργαζομένων υπέρ των κωδίκων συμπεριφοράς και των προγραμμάτων κατά της απάτης.

Από πολλούς εργοδότες, όμως, διαφεύγει η ικανότητα του να χρησιμοποιήσουν τη μεγάλη αυτή ευκαιρία που τους προσφέρεται για να περιορίσουν την απάτη και να δημιουργήσουν μιαν υγιή εταιρική κουλτούρα. Ασφαλώς, η εκπαίδευση και η ευαισθητοποίηση για τα σχετικά προγράμματα θα βοηθήσουν.

Ομως, σε τελική ανάλυση, εκείνο που ορίζει τα επίπεδα της συμπεριφοράς για ολόκληρο τον οργανισμό είναι αυτή καθεαυτήν η συμπεριφορά της ηγεσίας του.

Επισημαίνεται ακόμη ότι η απάτη έχει βαρύ κόστος για μιαν επιχείρηση και ότι η καταστολή της, έστω και σε μικρό βαθμό, αποφέρει οικονομικά οφέλη για το σύνολο των ενδιαφερομένων – των εργαζομένων συμπεριλαμβανομένων. Και επειδή η παντελής εξάλειψη της απάτης δεν είναι δυνατή -«αφού οι λόγοι και οι αιτίες μιας ανήθικης συμπεριφοράς είναι τόσο περίπλοκα όσο και η ανθρώπινη φύση»- αυτό που μπορεί να επιτευχθεί με ένα αποτελεσματικό πρόγραμμα είναι όχι τόσο να τεθούν εμπόδια στη διάπραξή της όσο το να ενθαρρυνθούν οι εργαζόμενοι και τα αλλά τρίτα μέρη να συνεργασθούν με την εταιρεία τους για την καταπολέμηση της απάτης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή