Εκτίναξη των εξαγωγών μέσω ιχθυοκαλλιεργειών

Εκτίναξη των εξαγωγών μέσω ιχθυοκαλλιεργειών

2' 39" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αύξηση της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας κατά 1 δισ. ευρώ σε ορίζοντα δεκαετίας, αύξηση της αξίας των ελληνικών εξαγωγών 184% ή κατά 782 εκατ. ευρώ, γεγονός που ταυτόχρονα θα μειώσει το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου κατά 700 εκατ. ευρώ, και ανάκαμψη της απασχόλησης με τη δημιουργία 20.000 νέων θέσεων εργασίας είναι τα οφέλη που αναμένονται από την περαιτέρω ανάπτυξη των ιχθυοκαλλιεργειών στην Ελλάδα. Στην εκτίμηση αυτή προβαίνει η McKinsey & Company χαρακτηρίζοντας τον κλάδο «αναδυόμενο αστέρα», στην ειδική μελέτη που πραγματοποίησε για λογαριασμό του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ) και της Ελληνικής Ενωσης Τραπεζών (ΕΕΤ). Για να προκύψουν τα παραπάνω οφέλη απαιτούνται, βεβαίως, παρεμβάσεις τόσο σε επιχειρηματικό όσο και σε κανονιστικό επίπεδο. Κατ’ αρχάς, αν και τα ελληνικά προϊόντα θεωρούνται ευρέως υψηλής ποιότητας, η απουσία μεταποίησης μειώνει την προστιθέμενη αξία τους. Το 95% της παραγωγής λαβρακίου και τσιπούρας εξάγεται χωρίς να έχει υποστεί επεξεργασία, για παράδειγμα συσκευασμένο, έτσι ώστε να είναι έτοιμο για το ράφι του σούπερ μάρκετ ή ως μέρος έτοιμων γευμάτων. Σύμφωνα με τη μελέτη, η έλλειψη αυτή θα μπορούσε να διορθωθεί μέσα από τη στρατηγική συνεργασία εταιρειών του κλάδου που θα οδηγούσε πιθανώς σε καθετοποιημένη παραγωγή, καθώς και μέσω της ανάπτυξης -με τη βοήθεια της Πολιτείας- ενιαίων σημάτων ποιότητας.

Το άλλο μεγάλο εμπόδιο που αντιμετωπίζει ο κλάδος είναι η προβληματική, σύμφωνα με τις επιχειρήσεις του κλάδου, νομοθεσία για τη χωροθέτηση των εγκαταστάσεων ιχθυοκαλλιέργειας. Αν και το 2011 η Ελλάδα απέκτησε ειδικό χωροταξικό σχέδιο για τις ιχθυοκαλλιέργειες, αυτό θεωρείται ότι εμποδίζει την περαιτέρω ανάπτυξή τους. Την ίδια ώρα η Τουρκία, που εξελίσσεται στον μεγαλύτερο ανταγωνιστή των ελληνικών προϊόντων, έχει βελτιώσει, σύμφωνα με τη μελέτη, με ταχείς ρυθμούς το ρυθμιστικό πλαίσιο με συνέπεια τα επόμενα χρόνια να αναμένεται ότι η παραγωγή της σε λαβράκι και τσιπούρα θα υπερβεί την αντίστοιχη ελληνική.

Σύμφωνα με τη McKinsey & Company, η Ελλάδα θα πρέπει αφενός να διατηρήσει την ηγετική της θέση στις αγορές όπου το μερίδιο των προϊόντων των ιχθυοκαλλιεργειών μας κυμαίνεται από 60% έως 70% (Ιταλία, Γαλλία, Ισπανία) και αφετέρου να ενισχύσει την παρουσία της σε αγορές όπου έχει μικρή παρουσία (Γερμανία και Ηνωμένο Βασίλειο) και να εισέλθει σε νέες αναδυόμενες μεγάλες ευρωπαϊκές αγορές, όπως αυτή της Ρωσίας.

Η μελέτη προχωρεί ένα βήμα παραπέρα, καθώς υποστηρίζει ότι τα ελληνικά ψάρια μπορούν να βρουν αγοραστές και εκτός συνόρων. Για παράδειγμα, στις ΗΠΑ μπορεί να υπάρξει συνεργασία των ελληνικών εταιρειών με τη Διασπορά και να επικεντρωθούν οι εξαγωγικές προσπάθειες στις 10 πολυπληθέστερες περιοχές, ενώ εξαγωγές μπορούν να γίνουν επίσης στην Ιαπωνία και την Κίνα.

Στην ελληνική αγορά, από την άλλη, οι εταιρείες μπορούν να επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους σε άλλα είδη, όπως το φαγκρί, ο σαργός, η συναγρίδα, αλλά και τα μύδια.

Οι συντάκτες της μελέτης υποστηρίζουν ακόμη ότι θα πρέπει να θεσπισθούν κίνητρα, όπως χαμηλή φορολογία και χαμηλά επιτόκια δανεισμού για τις επιχειρήσεις του κλάδου, προκειμένου να προωθηθούν οι συγχωνεύσεις, η έρευνα και η ανάπτυξη και φυσικά η εξαγωγική τους δραστηριότητα.

Σε μια προσπάθεια, τέλος, να αποφευχθούν φαινόμενα όπως αυτά της περιόδου 2007-2008, όπου η υπερπροσφορά προϊόντων είχε ως συνέπεια την κατάρρευση των τιμών, προτείνεται η δημιουργία ενός εθνικού παρατηρητηρίου το οποίο θα παρακολουθεί τα δεδομένα της προσφοράς και της ζήτησης και φυσικά και τις τιμές τόσο στην Ελλάδα όσο και στις αγορές-κλειδιά.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή