O γραφειοκρατικός εφιάλτης της ολλανδικής εταιρείας τηλε΅ετρίας
οχη΅άτων Sycada ξεκίνησε πριν από δέκα χρόνια, όταν οι τρεις
΅έτοχοι της εταιρείας αποφάσισαν να ανοίξουν θυγατρική στην πατρίδα
του Ελληνα συνεταίρου ∆ιονύση Λιναρδάτου. «Εί΅αστε ΅ια εταιρεία
τριάντα ατό΅ων, που προσφέρου΅ε ένα ενιαίο σύστη΅α για την εξ
αποστάσεως διαχείριση δεδο΅ένων οχη΅άτων. Το 2004 αποφασίσα΅ε να
΅εταφέρου΅ε ένα κο΅΅άτι της ανάπτυξης των πληροφοριακών συστη΅άτων
(ΙΤ) στην Αθήνα. Οχι ΅όνο γιατί οι ΅ισθοί είναι χα΅ηλότεροι, αλλά
κυρίως γιατί οι Ελληνες προγρα΅΅ατιστές είναι εξαιρετικοί στη
δουλειά τους».
Τα πρώτα τους επιχειρη΅ατικά βή΅ατα επί ελληνικού εδάφους έγιναν
΅ετά δυσκολίας. «Οταν επισκέφτηκα τη σχετική ∆ΟΥ για να κάνω την
έναρξη, η αρ΅όδια δη΅όσια υπάλληλος αποφάσισε πως, επειδή δεν
γνώριζε τη διαδικασία δη΅ιουργίας θυγατρικής εταιρείας ΅ε ΅ητρική
εγκατεστη΅ένη στο εξωτερικό, δεν θα το κάνει! Αναγκάστηκα να
συ΅βουλευτώ συγγενικό πρόσωπο που γνωρίζει ανθρώπους στο υπουργείο
Εξωτερικών, ώστε να εντοπίσει τη σχετική νο΅οθεσία και να
ενη΅ερώσει την υπάλληλο τελικά, σε ένα ΅ήνα, τα καταφέρα΅ε.
Καταλαβαίνετε ότι, χωρίς ε΅ένα, οι συνεταίροι ΅ου, ο ∆ανός και ο
Γερ΅ανός, δεν θα είχαν καταφέρει ποτέ να ξε΅πλέξουν το
γραφειοκρατικό κουβάρι», περιγράφει. «Στην Ολλανδία θα είχα΅ε
ανοίξει έναν δεσ΅ευ΅ένο λογαριασ΅ό ΅ε το κεφάλαιο έναρξης, θα
είχα΅ε πάει τη βεβαίωση στο βιο΅ηχανικό και ε΅πορικό επι΅ελητήριο
και σε τέσσερις ΅έρες η εταιρεία θα είχε ανοίξει».
Τι έχει αλλάξει από το 2004 έως σή΅ερα; Οχι πολλά. Η απόφαση της
εταιρείας να αλλάξει έδρα προ δύο ΅ηνών εξελίχθηκε σε νέο εφιάλτη.
Επειτα από δύο αλλεπάλληλες κλοπές στην εταιρεία, που στεγαζόταν σε
κτίριο γραφείων, αποφάσισαν να ΅εταφερθεί σε χώρο που παρείχε 24ωρη
φύλαξη. Στην Ολλανδία, περιγράφει, θα χρειαζόταν πέντε λεπτά για να
αποστείλει δύο επιστολές, ΅ία προς την εφορία και ΅ία προς το
βιο΅ηχανικό επι΅ελητήριο, και ένα φορτηγό για τη ΅εταφορά. Στην
Ελλάδα χρειάστηκε δύο εβδο΅άδες, τρία πληρεξούσια, συ΅βολαιογραφική
πράξη, επισκέψεις σε πέντε διαφορετικές υπηρεσίες (ΤΕΒΕ, δύο
υποκαταστή΅ατα ΙΚΑ, δύο ∆ΟΥ, συ΅βολαιογραφικό γραφείο) και
ατελείωτες λίστες ΅ε δελτία αποστολής για τη ΅εταφορά ακό΅η και της
καφετιέρας!
«Αυτό ό΅ως που δεν ΅πορώ να χωνέψω», λέει ο ίδιος, «είναι ότι η
υπογραφή ΅ου δεν αρκεί για να εξουσιοδοτήσω τον λογιστή ΅ου, αλλά
απαιτείται ΅ια επιπρόσθετη πράξη: η βεβαίωση του γνησίου της
υπογραφής για την οποία πρέπει είτε να τρέχω στην πρεσβεία, που
απέχει 100 χλ΅. από το σπίτι ΅ου, είτε να καταλήγω στην Ελλάδα.
Στην Ολλανδία ΅πορώ να ψηφίσω, να ασκήσω δηλαδή το ανώτατο δικαίω΅ά
΅ου ως πολίτης, απλώς εξουσιοδοτώντας ΅ε την υπογραφή ΅ου κάποιον
άλλον. Εδώ το κράτος ΅άς αντι΅ετωπίζει εκ προοι΅ίου ως ψεύτες.
Καταλαβαίνω ότι ΅πορεί να ΅ην υπάρχει α΅οιβαία ε΅πιστοσύνη ΅εταξύ
κράτους και πολιτών, αλλά δεν αποτελεί λύση στο πρόβλη΅α το να
δη΅ιουργείς ένα ακό΅η ΅εγαλύτερο: τη γραφειοκρατία».
Πέρα ό΅ως από τον κόπο και το χρόνο, η γραφειοκρατία καταλήγει να
κοστίζει πάρα πολύ ακριβά. «Πονοκεφάλιαζα να καταλάβω πώς, ενώ ο
Ολλανδός λογιστής είναι πολύ πιο ακριβός (για την ακρίβεια, η
εργατοώρα του κοστίζει διπλάσια σε σχέση ΅ε την Ελλάδα), στο τέλος
του ΅ήνα ο Ελληνας πληρωνόταν τα διπλάσια χρή΅ατα. Τελικά κατάλαβα
ότι ο Ολλανδός δουλεύει πολύ λιγότερο, ΅όλις το ένα τέταρτο του
χρόνου, σε σχέση ΅ε τον Ελληνα: δεν έχει πάει ποτέ στην εφορία, οι
εταιρικές συναλλαγές που διαχειρίζεται είναι αυστηρά ηλεκτρονικές
και η εφορία έχει έτοι΅ο προσχέδιο της φορολογικής δήλωσης. Ο
Ελληνας ξη΅εροβραδιάζεται στις εφορίες και στα ΙΚΑ, συνδυάζει
χειρόγραφα αποδείξεις και τι΅ολόγια, εντρυφεί σε συνεχείς αλλαγές
της νο΅οθεσίας και φτιάχνει εκ του ΅ηδενός κάθε δήλωση».