Mε στόχο να προσελκύσει ακόμη περισσότερα και μεγαλύτερα ξένα επενδυτικά σχήματα –αφού οι εγχώριοι επενδυτές απέχουν σταθερά από τις συναλλαγές από τον Νοέμβριο του 2012– η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς προχωρεί σε αλλαγές του θεσμικού πλαισίου για τις δημόσιες εγγραφές. Οι κινήσεις αυτές εκτιμάται ότι θα ενισχύσουν το προφίλ του θεσμικού επενδυτή – πελάτη που κυριαρχεί στις ξένες αγορές, χωρίς να μεταβάλλεται το πλαίσιο συμμετοχής των ιδιωτών επενδυτών στις δημόσιες προσφορές.
Με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς που τέθηκε σε ισχύ από τις 3 Ιουλίου 2014, που αφορά στην κατανομή και τον προσδιορισμό της τελικής τιμής διάθεσης μετοχών οι οποίες διατίθενται με δημόσια προσφορά, επέρχονται βασικές αλλαγές, όπως η κατάργηση της υποχρέωσης δέσμευσης κεφαλαίων των ξένων επενδυτών που συμμετέχουν στη δημόσια προσφορά, ενώ δεν ισχύει πλέον και το όριο του 4% για τη συμμετοχή τους στην κατανομή μετοχών, καθώς και το όριο του 2% για τους ειδικούς και ιδιώτες επενδυτές.
Οι κυριότερες αλλαγές που επέφερε η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς είναι οι εξής:
• Καταργείται το ελάχιστο όριο κατανομής μετοχών στους ειδικούς επενδυτές (30%) που αφορά τα ξένα επενδυτικά σχήματα. Παραμένει, ωστόσο, υποχρεωτικά ελάχιστο το 30% για τους ιδιώτες επενδυτές, έτσι ώστε σε περιπτώσεις δημοσίων εγγραφών όπου η ζήτηση είναι αυξημένη οι ιδιώτες επενδυτές να μπορούν να λαμβάνουν ένα ικανοποιητικό τμήμα του συνόλου του προσφερόμενων μετοχών.
• Καταργείται η υποχρέωση των ειδικών επενδυτών να έχουν δεσμεύσει τα κεφάλαιά τους για τη συμμετοχή τους σε δημόσια προσφορά, καθ’ όσον την ευθύνη φέρει ο ανάδοχος. Η τροποποίηση αυτή εκτιμάται ότι θα προσελκύσει μεγαλύτερο αριθμό ξένων επενδυτών, ωστόσο, ενδέχεται να ευνοήσει και την παρουσία των traders (βραχυπρόθεσμοι επενδυτές) κατά τις δημόσιες εγγραφές, αυξάνοντας το ρίσκο για τους αναδόχους.
• Καταργούνται τα ανώτατα όρια 4% και 2% συμμετοχής των ειδικών και ιδιωτών επενδυτών αντίστοιχα στην κατανομή των μετοχών. Αυτή η κατάργηση εκτιμάται πως θα απομακρύνει τους μακροπρόθεσμους επενδυτές και θα ωφελήσει το λεγόμενο «γρήγορο χρήμα» (fast money).