Μειώνονται με δραστικό ρυθμό οι αιτήσεις υπαγωγής επιχειρήσεων στο άρθρο 99. Οχι λόγω βελτίωσης της οικονομίας, αλλά λόγω… απελπισίας. Αυτό προκύπτει τόσο από τα στατιστικά δεδομένα όσο και από το κλίμα που επικρατεί στην αγορά, όπως λένε στην «Κ» κορυφαίοι νομικοί κύκλοι που ειδικεύονται στο πτωχευτικό δίκαιο. «Ενας είναι ο βασικός λόγος που τα προηγούμενα χρόνια εκατοντάδες επιχειρήσεις προσέφευγαν στην προστασία του πτωχευτικού κώδικα: η προσπάθεια να κερδίσουν χρόνο ώστε να γυρίσουν το παιχνίδι, καθώς η οικονομία θα ανέκαμπτε. Τώρα όμως όλο και περισσότεροι εκτιμούν ότι αυτός είναι ένας απόμακρος στόχος», εξηγεί διακεκριμένος νομικός του χώρου. Αυτό προκύπτει και από τα στατιστικά δεδομένα: το 2012 κατατέθηκαν στο Πρωτοδικείο Αθηνών 150 αιτήσεις. Το 2013 περιορίστηκαν στις 90 και το 2014 στις 45. Φέτος, μέχρι σήμερα έχουν κατατεθεί 25, αναφέρουν οι ίδιες πηγές. «Οι επιχειρηματίες επιδίωκαν να βγουν από το τούνελ της κρίσης, αλλά αυτό γίνεται όλο και πιο δύσκολο και πολλοί πετούν πλέον την πετσέτα στο ρινγκ», σημειώνει Ελληνας βασικός μέτοχος εισηγμένης που επέτυχε συμφωνία για τη δική του εταιρεία μέσα από το άρθρο 99. «Το μόνο που έχει πια μείνει ως κίνητρο για πολλούς», αναφέρει άλλη πηγή, «είναι να αποφύγουν να μπουν φυλακή για χρέη ΦΠΑ που αδυνατούν να καταβάλουν με ή χωρίς ρυθμίσεις».
Αυτά συμβαίνουν παρά το γεγονός ότι διαπιστώνεται θέληση των τραπεζών να στηρίξουν την υγιή επιχειρηματικότητα και εν τέλει τα ίδια τους τα δανειακά χαρτοφυλάκια. Και τούτο διότι διαπιστώνεται ταυτόχρονα και αδυναμία επέκτασης πιστώσεων. Το μοντέλο που αποτελεί συνήθως την πρώτη επιλογή των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων ήταν και παραμένει αυτό της κεφαλαιοποίησης χρεών μέσω μετατρέψιμων ομολογιακών και σε καμία περίπτωση της διαγραφής χρέους. Οι τράπεζες προσπαθούν βέβαια να διασώσουν εταιρείες μέσω του άρθρου 99 που ανοίγει τη συνδιαλλαγή πιστωτών – εταιρειών, αλλά μόνον εφόσον υπάρχει πραγματική προοπτική και εξασφαλίσεις μέσω εγγυήσεων για τα κεφάλαια που έχουν χορηγήσει.
Ομως, όπως έχει διαμορφωθεί η κατάσταση τους τελευταίους μήνες, «τα χέρια τους είναι δεμένα». Και μαζί με αυτά και των ξένων επενδυτών που ενδιαφέρονταν να συμμετέχουν στο μετοχικό κεφάλαιο distressed επιχειρήσεων στο πλαίσιο τέτοιων συμφωνιών. «Μέχρι τον Νοέμβριο το ενδιαφέρον ήταν πολύ έντονο, ενώ υπάρχουν και συμφωνίες που έκλεισαν. Αλλά από τον Δεκέμβριο και μετά είναι πρακτικά ανύπαρκτο», αναφέρει τραπεζικό στέλεχος με γνώση συζητήσεων που έχουν γίνει.
Ακτίνα αισιοδοξίας, πάντως, προκύπτει από το γεγονός πως σε αντίθεση με την περίοδο 2011 – 2012 που πολλοί ξένοι επενδυτές «δεν ήξεραν σε ποιο μέρος του χάρτη να βρουν την Ελλάδα», τώρα η εξοικείωσή τους με τον ελληνικό επιχειρηματικό χάρτη είναι προχωρημένη. Εκατοντάδες συζητήσεις έχουν γίνει και σε πολλές περιπτώσεις ολοκληρώθηκαν ακόμα και διαδικασίες due diligence. Η ελπίδα είναι πως μια συμφωνία με τους Ευρωπαίους εταίρους θα αναζωογονήσει ταχέως τη σχετική δραστηριότητα.