Τη συγκρότηση ενός θεσμικού μηχανισμού, που θα λειτουργεί ως παράλληλη κυβερνητική δομή και θα αναλάβει την προώθηση των μεταρρυθμίσεων που χρειάζεται η χώρα, προτείνει ο πρόεδρος του ΣΕΒ Θεόδωρος Φέσσας με άρθρο του που δημοσιεύθηκε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ. Ο πρόεδρος του ΣΕΒ επισημαίνει την ανάγκη ενός «ιστορικού συμβιβασμού» με θεσμική και κοινωνική αναφορά. Το άρθρο του κ. Φέσσα έχει ως εξής: «Μία ακόμη Διεθνής Εκθεση Θεσσαλονίκης διεξάγεται σε προεκλογικό φόντο. Ταυτόχρονα όμως, η φετινή 80ή ΔΕΘ βρίσκει την ελληνική οικονομία στην αρχή ενός νέου κύκλου δοκιμασίας, μετά από παρατεταμένη περίοδο αβεβαιότητας και κρίσεων, που κορυφώθηκε με την επιβολή των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων τον περασμένο Ιούλιο. Καθώς οι προβλέψεις για ανάκαμψη παραπέμπονται στο μέλλον, επιχειρήσεις και εργαζόμενοι θα συνεχίσουν να βρίσκονται στο μάτι του κυκλώνα, εφόσον το πολιτικό ρίσκο συνεχίζει να συνδέεται με τις τύχες της πραγματικής οικονομίας. Αν η κρίση που ζήσαμε το φετινό καλοκαίρι δεν μας οδηγήσει σε αναστοχασμό για τους κινδύνους αλλά και τις ευκαιρίες που υπάρχουν, σύντομα η Ελλάδα θα βρεθεί σε νέες περιπέτειες. Είναι σημαντικό, λοιπόν, η κάλπη της 20ής Σεπτεμβρίου να σηματοδοτήσει την αρχή ενός νέου ενάρετου πολιτικού κύκλου, όπου θα επικρατήσουν οι πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις που μπορούν και θέλουν να υπηρετήσουν την κοινωνική και οικονομική επανεκκίνηση της χώρας μας, με γενναίες τομές και μεταρρυθμίσεις στους θεσμούς, στο επιχειρηματικό περιβάλλον και στο παραγωγικό μας πρότυπο.
Η Ελλάδα έχει μόνο μία επιλογή – στην οποία συμφωνούν οι δύο “μονομάχοι” της πρωτιάς στις εκλογές: να κοιτάξει μπροστά. Αλλά ταυτόχρονα να μην ξεχάσει ότι αρκούν μερικοί μήνες για να καταστρέψουν κόπους και θυσίες ετών. Αυτό το “μπροστά” δεν μπορεί να είναι αφηρημένο. Συνδέεται με έναν οδικό χάρτη και δεσμεύσεις που υπερβαίνουν τις βεβαιότητες του ενός ή του άλλου και απαιτούν συλλογική δουλειά, υπερκομματική λογική, συναίνεση και ουσιαστικό κοινωνικό διάλογο.
Αυτός ο “ιστορικός συμβιβασμός” χρειάζεται να έχει και θεσμική και κοινωνική αναφορά. Από τη μια, το μνημόνιο μπορεί να μετατραπεί σε ελληνικό σχέδιο για την ανάπτυξη και να υλοποιηθεί μέσα από έναν νέο θεσμικό μηχανισμό, στο πνεύμα του οργανισμού “Αθήνα 2004”, ως παράλληλη κυβερνητική δομή που θα “τρέχει” καθημερινά τις μεταρρυθμίσεις, θα επιλύει αλληλεπικαλύψεις, θα παρέχει τεχνική βοήθεια και θα αξιοποιεί τη γνώση, την εμπειρία και τη δικτύωση των κοινωνικών εταίρων, όπως ο ΣΕΒ. Από την άλλη, η δημιουργία θέσεων εργασίας, η βελτίωση της παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, οι νέες επενδύσεις, το απλό και φιλικό επιχειρηματικό περιβάλλον μπορούν να διατυπώσουν ένα διαφορετικό αφήγημα, κινητοποιώντας ευρύτερες συμμαχίες και προσθέτοντας δράσεις που μπορούν να έχουν θετικό αναπτυξιακό αποτύπωμα ως αντίβαρο στις υφεσιακές επιπτώσεις του προγράμματος. Ολα αυτά θα χρειαστούν τη συνδρομή εγχώριων και διεθνών οργανισμών, ώστε να επιλέγονται οι βέλτιστες λύσεις, να αποφεύγονται τα λάθη του χθες και να αξιοποιηθεί η διεθνής εμπειρία.
Η Ελλάδα έχει άλλη μια ευκαιρία, την τελευταία που μας δίνεται, να ορθοποδήσει και να βγει, επιτέλους, από το επικίνδυνο σπιράλ της ύφεσης που απειλεί να τη μετατρέψει σε οικονομική και κοινωνική έρημο. Για να στεριώσουν οι μεταρρυθμίσεις, να περάσουμε σε νέα αναπτυξιακή πολιτική, να προσελκύσουμε επενδύσεις και να εκσυγχρονίσουμε το επιχειρηματικό μας περιβάλλον, χρειάζεται πρώτα να τα “βρούμε” μεταξύ μας».