Θα χαθούν επενδύσεις δισ. με τον επταπλασιασμό του φόρου στις ΑΕΕΑΠ

Θα χαθούν επενδύσεις δισ. με τον επταπλασιασμό του φόρου στις ΑΕΕΑΠ

3' 5" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Για ακόμα μια φορά, οι κυβερνητικές εξαγγελίες περί ανάγκης προσέλκυσης επενδύσεων, ως παράγοντα κρίσιμου για την ανάκαμψη της οικονομίας και την τόνωση της απασχόλησης, αποδεικνύονται «κενό γράμμα», καθώς το περιβάλλον που η ίδια η κυβέρνηση διαμορφώνει με τις αποφάσεις της είναι εχθρικό απέναντι στους επενδυτές. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, το μέτρο επταπλασιασμού του φόρου που καταβάλλουν σήμερα οι επενδυτικές εταιρείες ακινήτων (ΑΕΕΑΠ) επί του ενεργητικού τους (ακίνητα και μετρητά). Η αύξηση του φόρου περιλαμβάνεται στο πακέτο των μέτρων του νέου φορολογικού νομοσχεδίου και προβλέπει την άνοδο του σχετικού συντελεστή από 0,105% που είναι σήμερα σε 0,75%, δηλαδή σχεδόν επτά φορές υψηλότερα.

Σύμφωνα με υπολογισμούς των εταιρειών του κλάδου, η αύξηση αυτή μεταφράζεται σε 20 εκατ. ευρώ περισσότερα έσοδα. Την ίδια στιγμή όμως, το Δημόσιο ρισκάρει πολλαπλάσιες απώλειες εσόδων από το γεγονός ότι οι ΑΕΕΑΠ θα προβούν σε αναπροσαρμογή των επενδυτικών τους πλάνων, υιοθετώντας σαφώς πιο συντηρητική προσέγγιση απ’ ό,τι μέχρι σήμερα. Αξίζει να σημειωθεί ότι κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών της οικονομικής κρίσης, οι ΑΕΕΑΠ έχουν επενδύσει κεφάλαια της τάξεως του 1,5 δισ. ευρώ στην ελληνική αγορά ακινήτων, τροφοδοτώντας με ρευστότητα τους πωλητές ακινήτων, που ήταν το ίδιο το Δημόσιο, οι τράπεζες, οι επιχειρήσεις και οι ιδιώτες ιδιοκτήτες.

«Πρόκειται για μια βίαιη κίνηση αύξησης του φόρου προς τα πάνω, που κάνει περισσότερο εμφανές κι ένα δομικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο κλάδος, δηλαδή τη φορολόγηση που υφίστανται οι ΑΕΕΑΠ και για ακίνητά τους που είναι κενά και δεν αποφέρουν κάποιο εισόδημα. Μέχρι σήμερα, το ελκυστικό φορολογικό πλαίσιο μας επέτρεπε να αντιμετωπίζουμε τέτοια ζητήματα. Οταν όμως ο φόρος επταπλασιάζεται εν μια νυκτί, το πρόβλημα ενός ακινήτου που δεν αποφέρει κάποιο έσοδο μεγεθύνεται δυσανάλογα», αναφέρει στην «Κ» ο διευθύνων σύμβουλος της Grivalia Properties ΑΕΕΑΠ, Γιώργος Χρυσικός. Σημειωτέον ότι οι ΑΕΕΑΠ ήδη πληρώνουν και ΕΝΦΙΑ, με τις δύο μεγαλύτερες εταιρείες του κλάδου, την Εθνική Πανγαία ΑΕΕΑΠ και την ίδια την Grivalia, να καταβάλλουν ετησίως περί τα 10 εκατ. ευρώ για τον σκοπό αυτό.

Στο πλαίσιο αυτό, προτείνεται η επαναφορά του τρόπου φορολόγησης που ίσχυε πριν από το 2006, δηλαδή η επαναφορά σταθερού συντελεστή φορολογίας 0,3% επί της εύλογης αξίας επενδύσεων των ΑΕΕΑΠ που αποφέρουν εισόδημα. Επιπλέον, προτείνουν την επιβολή έκτακτης εισφοράς 0,2% επί των επενδύσεων της ΑΕΕΑΠ που αποφέρουν εισόδημα, εκτιμώντας ότι με τον τρόπο αυτό, το Δημόσιο θα έχει έσοδα ανάλογα ή και πολλαπλάσια σε σχέση με την προωθούμενη ρύθμιση.

Με τη σειρά του, ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Πανγαίας ΑΕΕΑΠ, Αρις Καρυτινός, τονίζει ότι το νέο μέτρο είναι «παράλογο, δεδομένου ότι δεν λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι στο ενεργητικό μας συμψηφίζονται και απαιτήσεις, δηλαδή ανείσπρακτα ενοίκια που μας χρωστούν και ιδιώτες, αλλά και το ίδιο το Δημόσιο. Ουσιαστικά δηλαδή θα φορολογηθούμε και επί εσόδων που δεν έχουμε εισπράξει». Παράλληλα, η αύξηση αυτή έρχεται σε μια περίοδο, κατά την οποία εταιρείες, όπως για παράδειγμα η Grivalia, σχεδίαζαν να αυξήσουν σημαντικά την παρουσία τους και στην κατηγορία της ανάπτυξης ακινήτων, επενδύοντας και σε οικόπεδα. Εφόσον, λοιπόν, η κυβέρνηση επιμείνει στη φορολόγηση και των ακινήτων του ενεργητικού που δεν αποδίδουν έσοδα, δηλαδή και των οικοπέδων, οι εταιρείες θα αναστείλουν τα σχέδιά τους αυτά, στερώντας από την οικονομία τα πολλαπλασιαστικά οφέλη τέτοιων επενδύσεων (φόροι, θέσεις εργασίας, ασφαλιστικές εισφορές κτλ.).

Εν ολίγοις, όπως τονίζουν οι φορείς του κλάδου, η αύξηση της φορολογίας των ΑΕΕΑΠ, όπως αυτή σχεδιάζεται, θα ακυρώσει τους λόγους ύπαρξης του κλάδου, καθώς θα εξαλείψει κάθε φορολογικό πλεονέκτημα που έχουν οι εταιρείες του είδους σε σχέση με μια ανώνυμη εταιρεία, ενώ θα καταστήσει τις ελληνικές ΑΕΕΑΠ μη ανταγωνιστικές απέναντι σε αντίστοιχες εταιρείες στην Τουρκία και άλλες χώρες της Ευρώπης, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη δυνατότητα προσέλκυσης ξένων επενδυτών. Υπενθυμίζεται ότι τα τελευταία χρόνια, οι ελληνικές ΑΕΕΑΠ έχουν προσελκύσει διεθνούς φήμης ξένους επενδυτές, όπως η Fairfax, η Fidelity, η ΙNVEL και η York Capital Management.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή