Το ναυάγιο του Σκαραμαγκά και ο ελιγμός των ΕΑΣ

Το ναυάγιο του Σκαραμαγκά και ο ελιγμός των ΕΑΣ

4' 1" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Την ώρα που το ένα κρατικό εργοστάσιο παραγωγής οπλικών συστημάτων και πυρομαχικών, τα ΕΑΣ (Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα), «έπεφτε στα μαλακά» από τη διαδικασία έρευνας για παράνομες κρατικές ενισχύσεις, με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να αποφασίζει ότι πρέπει να επιστρέψει μόλις 55 εκατ. ευρώ σε κρατικές ενισχύσεις στο ελληνικό Δημόσιο, τα Ελληνικά Ναυπηγεία Σκαραμαγκά βρίσκονται μπροστά σε ένα καθεστώς ειδικής διαχείρισης, καθώς η Ε.Ε. ζητεί ανάκτηση 661 εκατ. ευρώ για τον ίδιο λόγο. Η «Κ» εξετάζει τι έκαναν διαφορετικά οι διοικήσεις των επιχειρήσεων, συγκρίνοντας τους δύο φακέλους.

Το άρθρο 346 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ενωσης

Στην ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, στις 20 Νοεμβρίου 2017, αναφερόταν ότι το σύνολο σχεδόν των ενισχύσεων του ελληνικού Δημοσίου κυρίως με τη μορφή εγγυήσεων έναντι δανείων (942 εκατ. ευρώ) αφορούσε δραστηριότητες που έχουν ως βάση τους τις αμυντικές ανάγκες της χώρας που με βάση το άρθρο 346 της Συνθήκης εξαιρούνται από τις έρευνες για τις παράνομες κρατικές ενισχύσεις.

Η έρευνα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αφορούσε την περίοδο από το 2004 ώς το 2011 και εκτός από την παροχή κρατικών εγγυήσεων αφορούσε ακόμα τη συμμετοχή του Δημοσίου στις αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου της επιχείρησης (158 εκατ. ευρώ) και ένα δάνειο 10 εκατ. για να ανταποκριθεί η επιχείρηση σε επένδυση για νέο τυφέκιο.

Ο πειρασμός να χρεωθεί το σύνολο της παραγωγής στις ανάγκες που καλύπτει το άρθρο 346 της Συνθήκης παρακάμφθηκε –σε αντίθεση με τα ναυπηγεία Σκαραμαγκά– διότι αν είχε χρησιμοποιηθεί από την ελληνική πλευρά, όπως αποκάλυψε πρώην στέλεχος των ΕΑΣ στην «Κ» , τότε υπήρχε ο κίνδυνος να αποκλειόταν η επιχείρηση από εξαγωγές για μια 10ετία (όπως συνέβη με τα Ναυπηγεία).

Αντίθετα, το 2013 επελέγη ο δρόμος από τον πρώην γενικό διευθυντή των ΕΑΣ Τ. Μοσχολιό και μία ομάδα εργαζομένων να συσχετίσουν 2.000 τιμολόγια με παραγόμενα είδη για τις ανάγκες της άμυνας της χώρας και έτσι να συνδέσουν το 95% των τιμολογίων της συγκεκριμένης χρονικής περιόδου με πραγματικούς όρους παραγωγής με προϊόντα που χρειάζονταν για την εθνική άμυνα.

«Σπάσιμο» της εταιρείας 

Από το σύνολο των ενισχύσεων που είχαν δοθεί στα ΕΑΣ στο διάστημα αυτό, η Επιτροπή με την απόφασή της δέχθηκε ότι μόλις 55 εκατ. ευρώ θα έπρεπε να ανακτηθούν από την Ελληνική Δημοκρατία, να επιστραφούν δηλαδή από τα ΕΑΣ στο ελληνικό Δημόσιο, διότι δημιουργούσαν προσκόμματα στον ανταγωνισμό άλλων παραγωγών που είχαν παραγωγή φυσιγγίων ή εκρηκτικών για δημόσια έργα.

Εν τω μεταξύ, τα ΕΑΣ είχαν προχωρήσει στην εκπόνηση σχεδίου αναδιάρθρωσης της επιχείρησης, που προέβλεπε μια εφάπαξ ενίσχυση του ελληνικού Δημοσίου – την είχε αποδεχθεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προκειμένου να ανταποκριθούν σε τρέχουσες συμβατικές υποχρεώσεις αλλά και το «σπάσιμο» της επιχείρησης στα περιουσιακά στοιχεία που θα αφιερώνονταν στο εξής στην παραγωγή αμυντικού υλικού και εκείνο που θα αφορούσαν το μη πολεμικό υλικό.

Στα τελευταία περιλαμβάνονταν ένα τμήμα του εργοστασίου στο Λαύριο που παρήγαγε μη στρατιωτικά προϊόντα, οι μετοχές του εργοστασίου της Κύμης και της Μεταλλουργικής Ηπείρου και όσες εγκαταστάσεις στο Λαύριο και στον Υμηττό συνδέονταν με την παραγωγή φυσιγγίων. Αυτό το τμήμα των ΕΑΣ θα επιβαρυνθεί με το ποσό της ανάκτησης. Θα καταβάλει δηλαδή τα 55 εκατ. ευρώ στο κράτος.

Οι πολιτικές παρεμβάσεις επιδείνωσαν τα προβλήματα

Το σημαντικότερο στοιχείο για την καλύτερη αντιμετώπιση των ΕΑΣ από την Κομισιόν ήταν η ταχύτητα με την οποία κινήθηκαν οι εργαζόμενοι στην προετοιμασία του φακέλου και η άμεση ανταπόκρισή τους στο αίτημα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την αποστολή των επιπλέον των αρχικών στοιχείων που ζητήθηκαν, προκειμένου οι υπηρεσίες της Κομισιόν να προχωρήσουν στην έρευνά τους.

Είναι χαρακτηριστικό ότι η Ε.Ε. εξέτασε για πρώτη φορά ζήτημα παράνομων ενισχύσεων των Ελληνικών Ναυπηγείων Σκαραμαγκά (ΕΝΑΕ) το 1995.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να θέσει εκείνη την έρευνα στο αρχείο ενόψει του γεγονότος ότι η ελληνική κυβέρνηση την ενημέρωσε πως το 49% του ναυπηγείου θα επωλείτο στους εργαζομένους. Ομως αργότερα η Ε.Ε. ανακάλυψε ότι η «πώληση» είχε γίνει χωρίς να πληρώσουν οι εργαζόμενοι (κρατική ενίσχυση), ενώ το 1996 είχαν διαγραφεί τα χρέη του ναυπηγείου έτσι ώστε να εμφανίζεται με επαρκή ίδια κεφάλαια.

Από το 1996 έως το 2008 η εταιρεία ΕΝΑΕ είχε τεθεί δύο φορές υπό εκκαθάριση. Το 1999 τα ναυπηγεία αποτυγχάνουν να δανεισθούν από πιστωτικά ιδρύματα με όρους αγοράς και συνεχίζουν να χρηματοδοτούνται από την (κρατική) ΕΤΒΑ. Ταυτόχρονα, το 2000 γίνονται οι πρώτες συζητήσεις για το «σπάσιμο» του ναυπηγείου σε εμπορικό και στρατιωτικό, μια συζήτηση που διαρκεί μέχρι σήμερα, παρά το γεγονός ότι και η πρώτη μέτοχος του HDW/Thyssen Krupp Marine Systems και η Privinvest του Ισκαντάρ Σάφα είχαν συζητήσει το ενδεχόμενο του «σπασίματος».

Το Δημόσιο από το 1995 έως το 2002 διέγραψε χρέη του ναυπηγείου 160 εκατομμυρίων ευρώ και προθυμοποιήθηκε να καταβάλει 118 εκατομμύρια ευρώ για την «εθελούσια έξοδο των εργαζομένων» θεωρώντας από «πολιτική άποψη πολύ σημαντική την επιχείρηση».

Αλλά και μετά την αλλαγή ιδιοκτησίας, το 2010, Σάφα και Δημόσιο απέτυχαν να συνεννοηθούν, δεν κατάφεραν να διαχωρίσουν τα περιουσιακά στοιχεία του ναυπηγείου σε στρατιωτικά και μη και κυρίως απέφυγαν να δώσουν γρήγορα στις υπηρεσίες της Κομισιόν τα στοιχεία που ζητούσαν δημιουργώντας την εντύπωση του κακόπιστου ελεγχόμενου.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή