Διαδικασίες fast track αποκλειστικά για μεγάλες επενδύσεις στον κλάδο της βιομηχανίας σχεδιάζει να θεσμοθετήσει το υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης. Ο λόγος;
Πρώτον, η αποτυχία του υφιστάμενου νόμου για το καθεστώς ταχείας αδειοδότησης, το fast track, να προσελκύσει στρατηγικές βιομηχανικές επενδύσεις, δεύτερον, η ανάγκη να σταματήσει η πρακτική της κατά παρέκκλιση αδειοδότησης και, τρίτον, η συνειδητοποίηση ότι η πολυπόθητη ανάπτυξη δεν μπορεί να προέλθει μόνο από τον πρωτογενή τομέα και τις υπηρεσίες.
Οι βασικοί άξονες στους οποίους σχεδιάζεται να στηριχθεί το νέο σύστημα αδειοδότησης των θεωρούμενων ως στρατηγικών βιομηχανικών επενδύσεων είναι οι ακόλουθοι:
• Δημιουργία κεντρικής αδειοδοτικής αρχής στο υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης και συγκεκριμένα στη Γενική Γραμματεία Βιομηχανίας, τα στελέχη της οποίας διαθέτουν την απαιτούμενη τεχνογνωσία.
• Λειτουργία πολεοδομικού γραφείου εντός της δομής της παραπάνω αδειοδοτικής αρχής έτσι ώστε να υπάρχει γρήγορα συνεργασία και συνεννόηση και να αποφεύγονται καθυστερήσεις.
Τα συχνότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι βιομηχανίες όταν θέλουν να προβούν σε επενδύσεις, ακόμη και εάν πρόκειται για επέκταση των γραμμών παραγωγής σε εγκαταστάσεις που ήδη χρησιμοποιούν, προέρχονται από τις πολεοδομίες των κατά τόπους δήμων.
Σε ό,τι αφορά την περιβαλλοντική αδειοδότηση, πρόθεση της κυβέρνησης –η οποία μένει να αποδειχθεί εάν θα μεταφερθεί και στο υπό κατάρτιση νομοσχέδιο– είναι να υπάρχει συναρμοδιότητα των υπουργείων Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Οικονομίας και Ανάπτυξης.
Τα κριτήρια για την υπαγωγή μιας βιομηχανικής επένδυσης σε καθεστώς fast track θα είναι το ύψος της επένδυσης, ο αριθμός των θέσεων εργασίας που αυτή θα δημιουργήσει, καθώς και η προστιθέμενη αξία των προϊόντων που παράγει. Για παράδειγμα, μπορεί μια επένδυση να μην πρόκειται να δημιουργήσει πολλές θέσεις εργασίας, αλλά οδηγεί στην παραγωγή καινοτόμων προϊόντων με μεγάλη προοπτική εξαγωγών.
Η έγκριση για την υπαγωγή μιας βιομηχανικής επένδυσης σε καθεστώς ταχείας αδειοδότησης θα δίνεται, όπως συμβαίνει και σήμερα, από μια Διυπουργική Επιτροπή Στρατηγικών Επενδύσεων (ΔΕΣΕ). Ωστόσο, θα προηγείται μια έκθεση αξιολόγησης της επένδυσης, ένα «ισοζύγιο» πλεονεκτημάτων και μειονεκτημάτων, θετικών και αρνητικών συνεπειών, έτσι ώστε να υπάρχουν περισσότερα εργαλεία για την έγκριση ή την απόρριψη αυτής.
Αξίζει να σημειωθεί ότι από τα 27 συνολικά έργα που έχουν υποβληθεί προς ένταξη στο καθεστώς ταχείας αδειοδότησης από όταν θεσπίστηκε ο σχετικός νόμος 3894/2010 (από τον τότε υπουργό Επικρατείας Χάρη Παμπούκη) κανένα δεν αφορά επενδύσεις στη βιομηχανία και αυτό παρά το γεγονός ότι αυτός είναι ο κλάδος που υποτίθεται ότι κατεξοχήν αφορά το συγκεκριμένο νομοθέτημα.
Κι αυτό διότι η υπόλοιπη νομοθεσία για την αδειοδότηση της βιομηχανίας δεν βελτιώθηκε ούτε δημιουργήθηκαν οι απαιτούμενες δομές. Κάτι τέτοιο, αντιθέτως, έγινε στην περίπτωση του τουρισμού και αρμόδια στελέχη της κυβέρνησης με γνώση των βιομηχανικών θεμάτων αποδίδουν σε σημαντικό βαθμό το γεγονός ότι τα περισσότερα έργα που έχουν υποβληθεί στο fast track είναι τουριστικά και αφορούν κυρίως σύνθετες τουριστικές επενδύσεις. Ειδικότερα, το 2011 δημιουργήθηκε αρχικά στον ΕΟΤ και εν συνεχεία μεταφέρθηκε στο υπουργείο Τουρισμού η Ειδική Υπηρεσία Προώθησης και Αδειοδότησης Τουριστικών Επενδύσεων (ΕΥΠΑΤΕ), η οποία αποτελείται από τρία τμήματα: τμήμα προσέλκυσης και ενημέρωσης επενδυτών, τμήμα υποστήριξης επενδυτών και, το κυριότερο, πολεοδομικό γραφείο.
Στις πολεοδομίες οι μεγαλύτερες καθυστερήσεις για τους επενδυτές
«Ταλαιπωρηθήκαμε πολύ (από τη γραφειοκρατία) και αυτή η επένδυση θα μπορούσε να μην έχει γίνει ποτέ και τα 300 εκατ. ευρώ να μην έρθουν ποτέ στην Ελλάδα». Τάδε έφη τον περασμένο Ιούνιο από τη Θεσσαλονίκη ο κ. Χρήστος Χαρπαντίδης, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της «Παπαστράτος», με αφορμή τα εγκαίνια του πρώτου καταστήματος IQOS στην πόλη. Ευτυχώς η επένδυση έγινε, τα 300 εκατ. ευρώ ήρθαν στην Ελλάδα, 400 νέες θέσεις εργασίας δημιουργούνται και μάλιστα από τις αρχές Φεβρουαρίου θα ξεκινήσει η παραγωγή στο εργοστάσιο της εταιρείας στον Ασπρόπυργο των προϊόντων θερμαινόμενου καπνού IQOS (βλέπε φύλλο «Καθημερινής» της 26ης Ιανουαρίου 2018).
Ποιο ήταν, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, ένα από τα βασικότερα προβλήματα που αντιμετώπισε η επένδυση της «Παπαστράτος»; Η καθυστέρηση στη λήψη άδειας από την πολεοδομία για την επέκταση περίπου 15.000 τ.μ. που απαιτήθηκε προκειμένου να δημιουργηθούν οι 12 συνολικά νέες γραμμές παραγωγής. Ας σημειωθεί ότι η επέκταση αυτή δεν σχεδιαζόταν να γίνει σε κάποια παραλία ή προστατευόμενη περιοχή. Πρόκειται για επέκταση εντός των υφιστάμενων εγκαταστάσεων της βιομηχανίας στον Ασπρόπυργο.
Ανάλογα ζητήματα πολεοδομικής φύσης φέρεται να συνάντησε και η σχεδιαζόμενη επένδυση ύψους περίπου 150 εκατ. ευρώ της ΕΛΒΑΛ – ΧΑΛΚΟΡ, που περιλαμβάνει επέκταση των τεχνικών και κτιριακών υποδομών της επίσης εντός των υφιστάμενων εγκαταστάσεων της εταιρείας στα Οινόφυτα. Στόχος της επένδυσης είναι η παραγωγή νέων προϊόντων αλουμινίου.
Αμφότερες οι επενδύσεις πληρούν τα κριτήρια για να καταθέσουν αίτημα υπαγωγής στο καθεστώς ταχείας αδειοδότησης, όπως ισχύει σήμερα. Καμία, ωστόσο, δεν το έπραξε, κρίνοντας προφανώς ότι δεν θα υπήρχε κάποιο όφελος, παρά μόνο κόστος, δεδομένου ότι οι επιμέρους υπηρεσίες που δίνουν τις απαιτούμενες άδειες δεν θα λειτουργούσαν με ανάλογους… fast ρυθμούς.
Τα παραπάνω παραδείγματα δεν είναι τα μοναδικά, δεν είναι τα πρώτα και δυστυχώς ούτε τα τελευταία, αλλά απλώς ενδεικτικά της κατάστασης που επικρατεί στην αδειοδότηση επενδύσεων στη βιομηχανία. Τα παραπάνω, μάλιστα, είχαν και αίσιο τέλος.
Πώς υπερβαίνουν –εάν τα υπερβαίνουν και δεν παίρνουν την επένδυση να την πάνε σε άλλη χώρα– τα εμπόδια οι επιχειρήσεις; Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που αναγκάζονται να χτυπούν την πόρτα κάποιου υψηλά ιστάμενου προκειμένου όχι να επιταχυνθούν, αλλά τουλάχιστον να «ξεκολλήσουν» οι διαδικασίες ή να δοθούν κατά παρέκκλιση οι άδειες.
Η εστία του προβλήματος δεν είναι πάντα ή αποκλειστικά η ανεπαρκής λειτουργία των υπηρεσιών. Συχνά φταίει η δαιδαλώδης, αποσπασματική και με αντικρουόμενες διατάξεις νομοθεσία, η οποία τελικά καταφέρνει να ευνοεί τη διαιώνιση του «γρηγορόσημου» ή όποιους έχουν… μπάρμπα στην Κορώνη.
Αναποτελεσματικές οι διαδικασίες του υφιστάμενου νόμου για τις μεγάλες επενδύσεις
Ο νόμος που καθιέρωσε τη διαδικασία ταχείας αδειοδότησης για τις επενδύσεις που χαρακτηρίζονται στρατηγικές θεσπίστηκε το 2010.
Ο νόμος 3894/2010 υπέστη από τότε τέσσερις τροποποιήσεις με τους νόμους 4072/2012, 4146/2013, 4242/2014 και 4262/2014, χωρίς, πάντως, να αλλάξει η βασική του φιλοσοφία.
Τα κριτήρια για την υπαγωγή μιας επένδυσης στο καθεστώς fast track είναι τα ακόλουθα: α) το συνολικό κόστος της να είναι πάνω από 100 εκατ. ευρώ ή β) το συνολικό κόστος να είναι πάνω από 15 εκατ. ευρώ για βιομηχανικές επενδύσεις εντός ήδη οργανωμένων υποδοχέων (π.χ. βιομηχανικές περιοχές) ή 3 εκατ. ευρώ για επενδύσεις που αποτελούν εγκεκριμένα έργα στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας Jessica ή γ) το συνολικό κόστος της επένδυσης να είναι πάνω από 40 εκατ. ευρώ και ταυτόχρονα από την επένδυση να δημιουργούνται τουλάχιστον 120 νέες θέσεις εργασίας ή δ) από την επένδυση να δημιουργούνται κατά βιώσιμο τρόπο τουλάχιστον 150 νέες θέσεις εργασίας ή να διατηρούνται κατά βιώσιμο τρόπο τουλάχιστον 600 θέσεις εργασίας ή ε) το συνολικό κόστος της επένδυσης να είναι πάνω από 5 εκατ. ευρώ για επενδύσεις ανάπτυξης επιχειρηματικών πάρκων.
Περίπου επτά χρόνια από τη θέσπιση του νόμου 3894/2010 υποβλήθηκαν συνολικά 27 επενδυτικά σχέδια, εκ των οποίων εγκρίθηκαν 14, ενώ υπάρχουν και τουλάχιστον τρεις περιπτώσεις έργων που έλαβαν μεν το «πράσινο φως» από τη Διυπουργική Επιτροπή Στρατηγικών Επενδύσεων (ΔΕΣΕ), αλλά βρίσκονται σε διαδικασία απένταξης, είτε διότι οι επενδυτές δεν κατέθεσαν τη διαχειριστική αμοιβή προς τον αρμόδιο φορέα (την Enterprise Greece) είτε διότι οι επενδυτές άλλαξαν τελικά γνώμη λόγω των αντιδράσεων των τοπικών κοινωνιών.
Από τα 27 επενδυτικά σχέδια που υποβλήθηκαν, τα 12 αφορούν τον κλάδο του τουρισμού, 10 τον κλάδο της ενέργειας, 3 τον κλάδο του εμπορίου – κατασκευών (εμπορικά κέντρα), ένα αφορά τηλεπικοινωνιακά δίκτυα και ένα μεταλλευτική δραστηριότητα. Κάποια εξ αυτών βρίσκονται στο στάδιο της μελέτης, άλλα καθυστέρησαν διότι είχαν να αντιμετωπίσουν προσφυγές στο Συμβούλιο της Επικρατείας, ενώ σε μερικές περιπτώσεις, όπως για παράδειγμα στα φωτοβολταϊκά πάρκα, έχει γίνει μεν η εγκατάστασή τους αλλά δεν τίθενται σε λειτουργία.
Σύμφωνα με πληροφορίες, τούτο οφείλεται στο γεγονός ότι οι επενδυτές διεκδικούσαν τιμολόγηση με βάση το καθεστώς του 2012, αίτημα, όμως, που δεν φαίνεται να γίνεται αποδεκτό από τους δανειστές.
Αναποτελεσματικότητα λόγω προβληματικών διατάξεων, αλλά και λόγω εχθρικού επιχειρηματικού περιβάλλοντος διαπιστώνεται και σε έναν ακόμη νόμο που σχετίζεται με τις στρατηγικές επενδύσεις.
Ο λόγος για ένα από τα οκτώ καθεστώτα ενίσχυσης του αναπτυξιακού νόμου, τις «Επενδύσεις Μείζονος Μεγέθους». Το εν λόγω καθεστώς θεωρήθηκε μία από τις καινοτομίες του τελευταίου αναπτυξιακού νόμου (4399/2016), καθώς προέβλεπε ότι επενδυτικά σχέδια άνω των 20 εκατ. ευρώ που δημιουργούν δύο τουλάχιστον θέσεις εργασίας ανά ένα εκατομμύριο επιλέξιμης επένδυσης μπορούν να ενισχυθούν ως εξής: σταθερό φορολογικό συντελεστή για 12 χρόνια από την ολοκλήρωση της επένδυσης ή φοροαπαλλαγή με ποσοστό ενίσχυσης έως 10% και μέχρι του ποσού των 5 εκατ. ευρώ και υπαγωγή σε καθεστώς ταχείας αδειοδότησης. Ωστόσο, αν και αρχικά εκδηλώθηκε ενδιαφέρον για την υπαγωγή στο καθεστώς αυτό από τρεις μεγάλες επιχειρήσεις για επενδύσεις συνολικού ύψους 65 εκατ. ευρώ, καμία τελικά δεν προχώρησε στην κατάθεση σχετικού αιτήματος. Κι αυτό παρά το γεγονός ότι οι εν λόγω αιτήσεις αξιολογούνται αυτοτελώς και δεν υπόκεινται σε συγκριτική αξιολόγηση.