Έκθεση για τις βαθιές αλλαγές που θα φέρει ο ψηφιακός μετασχηματισμός της ευρωπαϊκής βιομηχανίας στις αγορές και την εργασία έδωσε στη δημοσιότητα χθες το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Καινοτομίας και Τεχνολογίας.
Σύμφωνα με την έκθεση, ο ψηφιακός μετασχηματισμός της βιομηχανίας, που οδηγεί σε αυτό που λέμε Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση, θα μετασχηματίσει ριζικά τις ευρωπαϊκές οικονομίες αλλά και τα μοντέλα κοινωνικής πρόνοιας.
Η ενσωμάτωση των ψηφιακών καινοτομιών στις επιχειρηματικές στρατηγικές, από τη μια πλευρά, αποτελεί βασικό μέσο για τη δημιουργία αξίας, όμως από την άλλη, θα ασκήσει πίεση στην κοινωνική συνοχή, αφού μόνο ορισμένες κοινωνικές ομάδες, περιφέρειες, χώρες θα ωφεληθούν, ενώ άλλες θα μείνουν πίσω.
Επίσης, η κατανομή της αξίας αυτής μπορεί να είναι άνιση, για παράδειγμα μέσω μιας πιθανής διάβρωσης της φορολογικής βάσης λόγω λιγότερων φορολογητέων θέσεων εργασίας ή λόγω του γεγονότος ότι οι ψηφιακές πλατφόρμες και συναλλαγές μπορεί να διαφύγουν τη φορολόγηση.
Προκειμένου να υποστηριχθεί ο διάλογος σχετικά με τον τρόπο αντιμετώπισης αυτών των προκλήσεων, διενεργήθηκε για λογαριασμό του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου Καινοτομίας και Τεχνολογίας σε βάθος έρευνα από το Φόρουμ για τον Ψηφιακό Διαφωτισμό, πρόεδρος του οποίου είναι ο Ελληνας καθηγητής Γιώργος Μητακίδης. Στα πλαίσια της μελέτης αυτής αναπτύχθηκαν τέσσερα διαφορετικά ακραία σενάρια και οι επιπτώσεις τους στην οικονομική ανάπτυξη, την απασχόληση και την κοινωνική συνοχή των χωρών της Ευρώπης.
Τα σενάρια αυτά είναι το ουτοπικό (μείωση φόρων, αύξηση δαπανών), το ακραίο κοινωνικό (ψηφιακός φόρος, εκτεταμένη κοινωνική προστασία και κοινωνικές επενδύσεις), το ακραία φιλελεύθερο (τόνωση της καινοτομίας με οικονομικά κίνητρα, καθόλου νέοι φόροι, λιγότεροι εργαζόμενοι περισσότερες μηχανές) και το δυστοπικό (υψηλότεροι φόροι που δεν θα χρησιμοποιηθούν για την αύξηση της κοινωνικής προστασίας, υποστήριξη της τεχνολογικής καινοτομίας, καμία επένδυση σε ανθρώπινο κεφάλαιο).
Η ανάλυση έδειξε ότι τα μέτρα για μια αποτελεσματική πολιτική μπορούν να σχεδιαστούν με βάση το ακραία κοινωνικό και ακραία φιλελεύθερο σενάριο. Ο ευφυής συνδυασμός στοιχείων και από τα δύο, μαζί με τη λήψη επιπλέον μέτρων σε άλλους τομείς (ανταγωνιστικότητα, κόστος εργασίας, προστασία καταναλωτών, ανταλλαγή δεδομένων, δημόσιες συμβάσεις, βιομηχανική πολιτική κ.ά.) μπορούν να επιτύχουν τη σωστή ισορροπία μεταξύ οικονομικής ανάπτυξης και κοινωνικής συνοχής στην Ευρώπη.
Η τέταρτη βιομηχανική επανάσταση στηρίζεται σε τρεις πυλώνες: α) το Διαδίκτυο των πραγμάτων (IoT), το οποίο επιτρέπει στα αντικείμενα να αλληλεπιδρούν και να συνεργάζονται μεταξύ τους, β) τα Κυβερνο-Φυσικά Συστήματα, τα οποία παρακολουθούν επισταμένα τις φυσικές διεργασίες στη βιομηχανική παραγωγή, και γ) τα Εξυπνα Εργοστάσια που βοηθούν ανθρώπους και μηχανήματα στην εκτέλεση των καθηκόντων τους.
Η 4η βιομηχανική επανάσταση αλλάζει τόσο τον τρόπο με τον οποίο εκτελούνται οι εργασίες όσο και τον τρόπο με τον οποίο συντονίζονται οι αγορές.
Η ψηφιοποίηση της οικονομίας και της κοινωνίας επηρεάζει βαθιά τον τρόπο λειτουργίας των ελεύθερων δημοκρατιών της ελεύθερης αγοράς. Yπάρχουν κίνδυνοι όσον αφορά την κοινωνική συνοχή αλλά και η δυνατότητα να ενισχυθεί η γνωστική ποικιλομορφία και η συλλογική νοημοσύνη, που θα επιτρέψουν στους ανθρώπους να αναλάβουν πιο δημιουργική και ικανοποιητική εργασία.
Τα οικονομικά οφέλη της 4ης βιομηχανικής επανάστασης αφορούν την αποδοτικότητα, την παραγωγικότητα, τα αυξημένα έσοδα και τις επενδύσεις. Καθώς η Γερμανία ήταν η πρώτη που την εισήγαγε, είναι η χώρα για την οποία υπάρχουν οι περισσότερες ποσοτικές εκτιμήσεις.
Η Boston Consulting Group (BSC) εκτιμά ότι η 4η βιομηχανική επανάσταση θα συνεισφέρει περίπου 1% ετησίως στο γερμανικό ΑΕΠ κατά τα επόμενα δέκα χρόνια (αύξηση των εσόδων κατά περίπου 30 δισ. ευρώ ετησίως), δημιουργώντας 350.000 επιπλέον θέσεις εργασίας (610.000 θα σταδιακά θα χαθούν αλλά θα δημιουργηθούν 960.000 νέες θέσεις εργασίας) ενώ θα γίνουν επενδύσεις στη μεταποίηση ύψους 250 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με τη Fraunhofer η αύξηση της παραγωγικότητας θα προσθέτει κάθε χρόνο 78 δισεκατομμύρια ευρώ σε έξι τομείς για τα επόμενα δέκα χρόνια. Επιπλέον οικονομικά οφέλη θα φέρει η καινοτομία που βασίζεται στην ανάπτυξη μεγάλων δεδομένων. Το Στρατηγικό Κέντρο Ευρωπαϊκής Πολιτικής (EPSC), εκτιμά ότι η υιοθέτηση της ανάλυσης δεδομένων από 100 κορυφαίους κατασκευαστές της Ε.Ε. θα μπορούσε να αυξήσει την οικονομική ανάπτυξη της Ενωσης κατά 1,9% έως το 2020. Ακόμη, η λήψη αποφάσεων βάσει δεδομένων διαπιστώθηκε ότι αυξάνει την παραγωγικότητα κατά 5-6%.
Εάν οι παραδοσιακές βιομηχανίες της Ευρώπης δεν καταφέρουν να αξιοποιήσουν τις στρατηγικές που βασίζονται στα δεδομένα, δεν θα είναι σε θέση να παρέχουν στις αγορές ανταγωνιστικά προϊόντα και υπηρεσίες.