Φλερτ με την ύφεση στη σκιά του γουάν

Φλερτ με την ύφεση στη σκιά του γουάν

8' 6" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Πριν από τέσσερα χρόνια, το καλοκαίρι του 2015, μια αιφνίδια υποτίμηση του γουάν συνδυάστηκε με τη συντονισμένη πτώση των κινεζικών χρηματιστηρίων και προκάλεσε ρίγη ανά τον κόσμο, οδηγώντας τα χρηματιστήρια Ευρώπης, Ασίας και Αμερικής σε μίνι κραχ. Η ανησυχία τότε αφορούσε την προοπτική ανώμαλης προσγείωσης της Κίνας, που με τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξής της αλλά και τη βουλιμία της για υδρογονάνθρακες και πρώτες ύλες στήριζε την παγκόσμια οικονομία ακόμη και στη χειρότερη καμπή της. Την περασμένη Δευτέρα, φάνηκε να επαναλαμβάνεται ένα παρεμφερές σκηνικό όταν το γουάν υποχώρησε κάτω από το ψυχολογικό όριο των 7 γουάν προς 1 δολάριο. Στην προκειμένη περίπτωση, όμως, τόσο οι συνθήκες όσο και οι αιτίες της ανησυχίας που οδήγησε σε απώλειες τα χρηματιστήρια ανά τον κόσμο είναι σαφώς πιο περίπλοκες και ίσως πιο σοβαρές. 

Η απόφαση της Λαϊκής Τράπεζας της Κίνας να επιτρέψει σημαντική διολίσθηση του νομίσματος σηματοδοτεί δύο εξελίξεις ιδιαιτέρως ανησυχητικές για την παγκόσμια οικονομία. Αφενός, ότι ο εμπορικός πόλεμος ανάμεσα στις δύο μεγαλύτερες οικονομίες του πλανήτη όχι μόνον κλιμακώνεται αλλά μετασχηματίζεται πλέον σε –πιθανώς παγκόσμιο– νομισματικό πόλεμο. Θα ακολουθήσουν ανταγωνιστικές υποτιμήσεις από άλλες εξαγωγικές οικονομίες, ενώ ενδέχεται να επηρεαστεί ακόμη και η αμερικανική Federal Reserve και να προχωρήσει σε περαιτέρω μειώσεις των επιτοκίων του δολαρίου. Αφετέρου, η υποτίμηση αποτελεί έμμεση ομολογία του Πεκίνου πως η κινεζική οικονομία όχι απλώς επιβραδύνεται, αλλά χρήζει πλέον στήριξης, εν μέρει και εξαιτίας του εμπορικού πολέμου.

Και στο μεταξύ, η συγκυρία είναι εξαιρετικά αρνητική για την παγκόσμια οικονομία, καθώς πυκνώνουν οι ενδείξεις επικείμενης ύφεσης. Μιας ύφεσης που είναι πολύ πιθανόν αυτή τη φορά να βρει τις κεντρικές τράπεζες με οπλοστάσιο μειωμένο και λιγότερο αποτελεσματικό σε σύγκριση με εκείνο που επιστράτευσαν για να αντιμετωπίσουν την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση της περιόδου 2008-2009. Με την υποτίμηση του γουάν, ο σινοαμερικανικός εμπορικός πόλεμος αλλάζει τροπή και γίνεται πιο επιθετικός και πιθανώς πιο επικίνδυνος. Υστερα από ένα χρόνο ανταλλαγής δασμών και σχεδόν ενάμιση χρόνο ανταλλαγής απειλών, έχουν εξαντληθεί τα περιθώρια των διπλωματικών ελιγμών και οι δύο μονομάχοι επιχειρούν να καταφέρουν ισχυρότερα πλήγματα στον αντίπαλο.  Εχει προηγηθεί προ ημερών η προειδοποίηση του Ντόναλντ Τραμπ πως από 1ης Σεπτεμβρίου θα επιβάλει δασμούς 10% σε εισαγωγές από την Κίνα αξίας 300 δισ. δολαρίων, πρακτικά δηλαδή σε όσα κινεζικά προϊόντα είχαν απομείνει έως τώρα εκτός της ανταλλαγής δασμών. Και όμως, οι δύο χώρες πρόκειται θεωρητικά να ξαναρχίσουν εμπορικές συνομιλίες τον Σεπτέμβριο. Το Πεκίνο επέλεξε να αντιδράσει αυτή τη φορά υποτιμώντας το νόμισμα, αντί να προβεί στα συνήθη αντίποινα των δασμών σε αμερικανικά προϊόντα. Ο λόγος είναι πως ουσιαστικά δεν έχει πλέον τη δυνατότητα να συνεχίσει αυτήν τη διελκυστίνδα της εκατέρωθεν επιβολής δασμών. Από τα τέλη του περασμένου έτους η αμερικανική υπηρεσία απογραφών ανέφερε πως τείνουν να εξαντληθούν οι εισαγωγές αμερικανικών προϊόντων στα οποία θα μπορούσε να επιβάλει δασμούς το Πεκίνο.

Εμεναν μόνον αμερικανικά προϊόντα αξίας περίπου 10 δισ. δολαρίων, καθώς οι εισαγωγές αμερικανικών προϊόντων στην Κίνα ωχριούν μπροστά στον όγκο των κινεζικών προϊόντων που κατακλύζουν την αγορά των ΗΠΑ. Μη έχοντας άλλα περιθώρια, έτσι, το Πεκίνο επιστρατεύει κατά της Ουάσιγκτον τα πιο επιθετικά όπλα του, ανάμεσα στα οποία συγκαταλέγεται και η ισοτιμία του γουάν. Διαθέτει, όμως, και πολύ επιθετικότερα, και η χρήση τους θα επιφέρει κραδασμούς που θα γίνουν αισθητοί παντού.

Δύο ακόμη υπερόπλα επιστρατεύει το Πεκίνο για να πιέσει τον Τραμπ

 Διαπιστώνοντας  πως δεν μπορεί να αντιμετωπίσει την Ουάσιγκτον με τους δασμούς, από τις αρχές του έτους, το Πεκίνο έχει αρχίσει τις προειδοποιητικές βολές επιστρατεύοντας τα δύο υπερόπλα του: το ιλιγγιώδες αμερικανικό χρέος ύψους 1,12 τρισ. δολαρίων που διακρατεί, προϊόν των μαζικών εξαγωγών κινεζικών προϊόντων στην αμερικανική αγορά, αλλά και το  παγκόσμιο μονοπώλιο της Κίνας στις σπάνιες γαίες, τα 17 μέταλλα που είναι απολύτως αναγκαία για τη βιομηχανία των εταιρειών υψηλής τεχνολογίας.  Σύμφωνα με στοιχεία του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών, το Πεκίνο έχει εδώ και αρκετούς μήνες προχωρήσει σε μαζικές πωλήσεις ομολόγων του αμερικανικού δημοσίου. Διαψεύδει, έτσι, οικονομολόγους και αναλυτές που προεξοφλούσαν πως  θα αποφύγει να καταφύγει στην ύστατη αυτή λύση για λόγους  κυρίως αυτοπροστασίας. Τον Μάρτιο πούλησε ομόλογα αξίας 20,5 δισ. δολαρίων και ήταν ο μεγαλύτερος όγκος αμεριικανικών ομολόγων που έχει πουλήσει τα τελευταία δύο χρόνια. Το επιβεβαιώνει, άλλωστε, έμμεσα η Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας που μέσα στην εβδομάδα έδωσε για πρώτη φορά στη δημοσιότητα στοιχεία σχετικά με τα συναλλαγματικά διαθέσιμα της χώρας. Εμφανίζουν μειωμένο το ποσοστό που αντιπροσωπεύουν στα διαθέσιμα οι τίτλοι σε δολάρια ΗΠΑ. Αν προχωρήσει σε εκτεταμένες πωλήσεις τίτλων του αμερικανικού δημοσίου, το Πεκίνο μπορεί να οδηγήσει σε πτώση την αξία των αμερικανικών ομολόγων και αναπόφευκτα σε αύξηση των αποδόσεών του. Εχει εν ολίγοις τη δυνατότητα να αυξήσει το κόστος δανεισμού της υπερδύναμης ασκώντας, έτσι, πίεση στην Ουάσιγκτον. Δεν φαίνεται, βέβαια, να έχει επιτύχει ώς τώρα κάτι τέτοιο. Συμβαίνει μάλλον το ακριβώς αντίθετο, καθώς τα αμερικανικά ομόλογα έχουν προσελκύσει μαζικά τους επενδυτές ως ασφαλή καταφύγια  σε περιόδους αβεβαιότητας. Την ίδια στιγμή, βέβαια, αν κατορθώσει να αυξήσει το κόστος δανεισμού των ΗΠΑ και να ρίξει την αξία των αμερικανικών ομολόγων διατρέχει τον κίνδυνο να απαξιώσει ώς ένα βαθμό τον πλούτο που βρίσκεται στα χέρια του.  Προφανώς, όμως, το «πυρηνικό» όπλο της Κίνας αντισταθμίζει την αδυναμία της να ανταποδώσει στο ίδιο επίπεδο όταν η Ουάσιγκτον επιβάλλει δασμούς σε κινεζικά προϊόντα. 

Από τον Μάιο, άλλωστε, έχει απειλήσει έμμεσα να διακόψει τις εξαγωγές σπάνιων γαιών στις ΗΠΑ. Οταν ο Ντόναλντ Τραμπ απέκλεισε τη Huawei από την αμερικανική αγορά απαγορεύοντας ουσιαστικά στον κινεζικό κολοσσό εξοπλισμού τηλεπικοινωνιών να προμηθεύει αμερικανικές εταιρείες αλλά και να προμηθεύεται από αυτές, το Πεκίνο άφησε να εννοηθεί ότι χρειάζεται περισσότερο τις σπάνιες γαίες για τη δική του βιομηχανία. Πέντε ημέρες μετά την απαγόρευση κατά της Huawei, ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ επισκέφθηκε βιομηχανία σπάνιων γαιών στην Γκουαντζού, μίλησε για την ανάγκη να διασφαλίσει η χώρα αυτάρκεια στα 17 αυτά μέταλλα και προκάλεσε νέους κραδασμούς στις αγορές.

Η διαμάχη με τις Ηνωμένες Πολιτείες επεκτείνεται και στην αγορά πετρελαίου

Το αμερικανικό πετρέλαιο μπορεί να είναι ο επόμενος στόχος που θα πλήξει η Κίνα, για να εκδικηθεί τους δασμούς στο σύνολο των προϊόντων της. Η πιο ενεργοβόρα οικονομία του πλανήτη, αν και σταθερός πελάτης των αμερικανικών πετρελαιοβιομηχανιών, ταυτοχρόνως εισάγει μεγάλες ποσότητες ιρανικού πετρελαίου. Δεδομένου ότι μπορεί να έχει εναλλακτικούς προμηθευτές, το Πεκίνο ίσως αποφασίσει να μειώσει δραματικά τις εισαγωγές αμερικανικού αργού ή και να τις διακόψει εντελώς αν ο εμπορικός πόλεμος κλιμακωθεί περαιτέρω. Για την ακρίβεια μπορεί να τις μειώσει για δεύτερη φορά, καθώς αυτό ακριβώς έκανε όταν άρχισε ο εμπορικός πόλεμος. 

Μέχρι και το πρώτο εξάμηνο του περασμένου έτους η Κίνα, η πρώτη δύναμη στον κόσμο σε εισαγωγές πετρελαίου, παρέμενε μία από τις σημαντικότερες αγορές για τις αμερικανικές πετρελαϊκές.

Οι κινεζικές βιομηχανίες άρχισαν να μειώνουν τις εισαγωγές αμερικανικού αργού όταν ο Αμερικανός πρόεδρος επέβαλε τους πρώτους δασμούς σε κινεζικά προϊόντα. Σχεδόν τις μηδένισαν προς τα τέλη του περασμένου έτους, όταν η σχέση των δύο χωρών φαινόταν να επιδεινώνεται ραγδαία. Τους τελευταίους μήνες, οι κινεζικές βιομηχανίες εισάγουν ξανά μεγάλο όγκο αμερικανικού αργού. Σύμφωνα με τη Διεθνή Υπηρεσία Ενέργειας, τον Μάιο αύξησαν τις εισαγωγές τους που έφτασαν στα 247.000 βαρέλια την ημέρα, σημειώνοντας τα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων εννέα μηνών. Μιλώντας στο αμερικανικό δίκτυο CNBC, ο Στίβεν Μπρένοκ, αναλυτής πετρελαίου στην PVM Oil Associates, διέβλεψε την προοπτική να αλλάξει άρδην η κατάσταση και να μειωθούν δραστικά οι εισαγωγές αμερικανικού πετρελαίου στην Κίνα.

Σύμφωνα με τον Μάθιου Σμιθ, στέλεχος της ClipperData, οι κινεζικές βιομηχανίες γνωρίζουν πως εξαντλούνται τα αμερικανικά προϊόντα στα οποία μπορεί να επιβάλει δασμούς το Πεκίνο και «ανησυχούν» για το ενδεχόμενο να γίνει το πετρέλαιο ο επόμενος στόχος. Το ίδιο εκτιμά και ο Μάιχελ Μεϊντάν, στέλεχος του κινεζικού ενεργειακού προγράμματος στο τμήμα Ερευνών Ενέργειας του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης. Προβλέπει συγκεκριμένα πως το Πεκίνο θα επιβάλει δασμούς σε όλα ανεξαιρέτως τα αμερικανικά προϊόντα, συμπεριλαμβανομένου του πετρελαίου. Ο εμπορικός πόλεμος έχει ήδη συμπιέσει τις τιμές του πετρελαίου με το αργό ΗΠΑ να κυμαίνεται χθες στα 52,5 δολάρια το βαρέλι. Στο μεταξύ, αναλυτές της αγοράς προειδοποιούν πως οι τιμές θα υποχωρήσουν σημαντικά αν η Κίνα αποφασίσει να διακόψει τις εισαγωγές αμερικανικού αργού και να βασισθεί στο ιρανικό.

Στις αρχές της εβδομάδας, η Bank of America Merrill Lynch προέβλεψε πως η τιμή του «μαύρου χρυσού» θα υποχωρήσει έως και στα 30 με 20 δολάρια το βαρέλι αν το Πεκίνο αποφασίσει να εκδικηθεί με αυτόν τον τρόπο. Οπως τονίζουν οι αναλυτές της, «θα υπάρξει πάλι μεγάλη αστάθεια στις τιμές του “μαύρου χρυσού”», καθώς οι αγορές περιμένουν να δουν ποια θα είναι η αντίδραση της Κίνας στην τελευταία απειλή της Ουάσιγκτον για επιβολή δασμών 10% στα εναπομείναντα κινεζικά προϊόντα αξίας 300 δισ. δολαρίων. Ηδη πάντως η Κίνα καλύπτει σε μεγάλο βαθμό τις ενεργειακές της ανάγκες με ιρανικό πετρέλαιο. Σύμφωνα με την S&P Global Platts, τον Ιούνιο και τον Ιούλιο η Κίνα απορρόφησε περίπου τις μισές από τις εξαγωγές πετρελαίου του Ιράν. Οι εισαγωγές μεγάλου όγκου ιρανικού πετρελαίου μπορεί να αποδειχθούν δίκοπο μαχαίρι αν προκαλέσουν την οργή της Ουάσιγκτον που έχει επαναφέρει το εμπάργκο κατά της Τεχεράνης. Κάτι τέτοιο θα επιφέρει νέα κλιμάκωση του εμπορικού πολέμου.

Η κορύφωση

«Η απόφαση του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών να κατηγορήσει και επισήμως την Κίνα ότι χειραγωγεί το νόμισμά της σημαίνει πως ο εμπορικός πόλεμος επεκτείνεται τώρα σε έναν πλήρη και ανοικτό οικονομικό πόλεμο ανάμεσα στις δύο χώρες». Αυτό εκτιμά ο οικονομολόγος Εσουάρ Πασάντ, πρώην στέλεχος του ΔΝΤ και νυν καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Κορνέλ.

Μόνο χαμένοι

«Θα είναι μια κατάσταση στην οποία θα υπάρχουν μόνο χαμένοι αν το Πεκίνο αποφασίσει πραγματικά να προχωρήσει σε μαζικές πωλήσεις ομολόγων του αμερικανικού δημοσίου». Αυτό προβλέπει ο Τόμι Σίε, οικονομολόγος της τράπεζας OCBC για την περίπτωση που η Κίνα επιστρατεύσει εναντίον της Ουάσιγκτον το «υπερόπλο» του αμερικανικού χρέους ύψους 1,12 τρισ. δολαρίων.

Χωρίς συμφωνία 

«Η κινεζική ηγεσία έχει συνειδητοποιήσει πως δεν υπάρχει πιθανότητα να συνάψει θεμιτή εμπορική συμφωνία με τον Τραμπ στο ορατό μέλλον», εκτιμά ο Σι Γινχόνγκ, καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Ρεμίν του Πεκίνου. Ο ίδιος διαπιστώνει πως «η Κίνα δεν ετοιμάζεται απλώς για παρατεταμένο εμπορικό πόλεμο αλλά για μια κλιμακούμενη σύγκρουση».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή