Κανείς δεν κερδίζει από την αντιπαράθεση

Η νέα κυβέρνηση της Ιταλίας πρόκειται να αντιμετωπίσει τον γνωστό «πονοκέφαλο»: τη διευθέτηση του προϋπολογισμού του 2020. Οι Ευρωπαίοι εταίροι φοβούνται ότι το ήδη τεράστιο χρέος της χώρας, το οποίο πλησιάζει το 133% του ΑΕΠ, θα αυξηθεί ακόμη περισσότερο. Ωστόσο, εάν η νέα κυβέρνηση προχωρήσει σε περικοπή των δημοσίων δαπανών την ώρα που η οικονομία εξασθενεί, ενδέχεται να ενισχυθεί περαιτέρω το αντιευρωπαϊκό αίσθημα.
Ο Ιταλός πρωθυπουργός Τζουζέπε Κόντε προεδρεύει πλέον διαφορετικής κυβέρνησης συνεργασίας. Οι βουλευτές του κυβερνώντος Κινήματος 5 Αστέρων προχώρησαν σε συνεργασία με το κεντροαριστερό Δημοκρατικό Κόμμα, ανοίγοντας τον δρόμο για την ανάδειξη νέου προέδρου μέσα στις επόμενες ημέρες. Ο ευρωσκεπτικιστής πρόεδρος της Λέγκας, Ματέο Σαλβίνι, ο οποίος πυροδότησε την κρίση του Αυγούστου, ελπίζοντας ότι θα διεξαχθούν σύντομα εκλογές, βρίσκεται στην αντιπολίτευση.
Η νέα κυβέρνηση συνασπισμού ξεκινάει τη θητεία της αντιμέτωπη με ένα δημοσιονομικό κενό, το οποίο οφείλει να γεμίσει. Η κυβέρνηση έχει υποσχεθεί ότι δεν θα αυξήσει τον ΦΠΑ του 2020, ώστε να μη μειωθεί η εγχώρια κατανάλωση. Ο στόχος για το δημοσιονομικό έλλειμμα του 2020 έχει επισήμως τεθεί στο 2,1% του ΑΕΠ. Ωστόσο, προβλέπεται πως η νέα κυβέρνηση θα παραβεί τους δημοσιονομικούς κανόνες της Ε.Ε., που θέτουν το όριο στο 3% του ΑΕΠ, εκτός εάν μπορέσει να αποταμιεύσει περικόπτοντας τις δαπάνες σε κάποιους τομείς.
Παρ’ όλα αυτά, ο Κόντε έχει το περιθώριο να ελιχθεί. Με τη μείωση του επιτοκίου δανεισμού και των προβλεπόμενων δαπανών αναμένεται πως θα σχηματιστεί δημοσιονομικό έλλειμμα κάτω από 3%. Εκτός αυτού, εάν η Ιταλία περιπέσει σε ύφεση, όπως προβλέπει για το 2020 η Barclays, η κυβέρνηση δεν θα είναι υποχρεωμένη να υιοθετήσει την περικοπή των δημοσίων δαπανών, που απαιτεί η Κομισιόν από όσα κράτη της Ε.Ε. έχουν υψηλό χρέος.
Η Κομισιόν έχει ένα κίνητρο για να δείξει κατανόηση. Οσο η οικονομία επιβραδύνεται, η εμμονή στην περικοπή δημοσίων δαπανών είναι αντιπαραγωγική. Εάν επιβληθεί νέος γύρος μέτρων λιτότητας, ο Σαλβίνι θα μπορούσε δικαιολογημένα να επικρίνει τον πρώην σύμμαχό του, Τζουζέπε Κόντε, αλλά και τη νέα σύνθεση της Κομισιόν, της οποίας ηγείται η εκλεγείσα Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. Σε περίπτωση που αποτύχει η νέα κυβέρνηση, οι επόμενες εκλογές θα αναδείξουν νικητή τον Σαλβίνι. Η Ρώμη θα μπορούσε να προτείνει τη μείωση των επιδοτήσεων στα καύσιμα, όπως για παράδειγμα στο Diesel, ή να περικόψει το δαπανηρό πρόγραμμα πρόωρης συνταξιοδότησης. Τότε θα υπήρχε αρκετός δημοσιονομικός χώρος για δημόσιες επενδύσεις, ενώ η Ρώμη θα αποδείκνυε ότι έχει καλές προθέσεις. Ακόμη και μία λιγότερο επιθετική προσέγγιση θα οδηγούσε πιθανότατα σε περαιτέρω μείωση του κόστους δανεισμού της Ιταλίας.
Η νέα κυβέρνηση έχει τη δυνατότητα να αποκαταστήσει τις σχέσεις της με την Ε.Ε. Αμφότερες, Ρώμη και Βρυξέλλες, θα βγουν κερδισμένες, εάν αντιμετωπίσουν το ζήτημα με εποικοδομητικό τρόπο.