H EKT αναζητεί στοχευμένες λύσεις για τον κορωνοϊό

H EKT αναζητεί στοχευμένες λύσεις για τον κορωνοϊό

2' 1" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η επιδημία του κορωνοϊού αποτελεί ένα δυνατό σοκ με πραγματικά αρνητικές συνέπειες στο σύστημα προσφοράς και ζήτησης. Η δημοσιονομική και νομισματική πολιτική δεν δύνανται να αντεπεξέλθουν άμεσα στα ανακύπτοντα προβλήματα, απλώς μπορούν να μετριάσουν τις επιπτώσεις του ιού στην εμπιστοσύνη επιχειρήσεων και νοικοκυριών, στα εισοδήματα, στον πλούτο και στην απασχόληση. Επιπροσθέτως, μπορούν να αποτρέψουν ή τουλάχιστον να περιορίσουν τις πιέσεις που ασκούνται στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, οι οποίες σε άλλη περίπτωση θα προέκυπταν από το σοκ. Επίσης, μπορούν να αποπειραθούν να αντισταθμίσουν εν μέρει τη βλάβη στη συνολική ζήτηση μέσω ενός πακέτου μέτρων οικονομικής στήριξης. Βέβαια, στην περίπτωση της Ευρωζώνης τα πράγματα είναι διαφορετικά.

Παρά το γεγονός ότι η Ευρωζώνη έχει πληγεί περισσότερο από ό,τι οι Ηνωμένες Πολιτείες, φαίνεται πως είναι πολύ λιγότερο ευπρόσβλητη σε μαζικές πωλήσεις τίτλων στις διεθνείς κεφαλαιαγορές. Λόγω του ότι υπάρχουν μεγάλης κλίμακας αυτόματοι σταθεροποιητικοί μηχανισμοί στα εκτεταμένα προνοιακά συστήματα της Ευρωζώνης, η απασχόληση, το διαθέσιμο εισόδημα, καθώς κι οι καταναλωτικές δαπάνες, σε σημαντικά τμήματα της Ευρωζώνης αντιδρούν λιγότερο έντονα στους πραγματικούς κραδασμούς στην παραγωγή από όσο στις Ηνωμένες Πολιτείες. Συν τοις άλλοις, η Ευρωζώνη χρειάζεται μια επιλεκτική πολιτική απάντηση στην επιδημία και μάλιστα σε μικρότερο βαθμό από όσο οι ΗΠΑ και η Βρετανία. Τα κωλύματα στην προμηθευτική αλυσίδα, το κλείσιμο των εργοστασίων και η αιφνίδια κάμψη της ζήτησης μπορούν να προξενήσουν σοβαρά προβλήματα ρευστότητας στις επιχειρήσεις και ειδικά στις μικρομεσαίες. Οι πολιτικοί μπορούν να συνδράμουν όσες έχουν δεχθεί καίριο χτύπημα με το να προσφέρουν προσωρινές φοροελαφρύνσεις. 

Αντιθέτως, πάντως, από ό,τι ισχύει για την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ, η ΕΚΤ έχει περιορισμένα περιθώρια να παρέμβει, διότι τα επιτόκιά της είναι είτε μηδενικά είτε αρνητικά ήδη και αντιμετωπίζει ελλείψεις  κρατικών ομολόγων κατάλληλων προς επένδυση, όπως προβλέπεται από τους κανόνες της. Μειώνοντας το επιτόκιο καταθέσεων από το -0,5% στο -0,6% και διοχετεύοντας περισσότερη ρευστότητα σε ένα σύστημα το οποίο ήδη βρίθει ρευστού, δεν θα κάνει τη διαφορά. Μέχρις στιγμής η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ έχει απλώς δηλώσει την ετοιμότητά της να λάβει, εάν παραστεί ανάγκη, στοχευμένα μέτρα. Είναι σχεδόν βέβαιο, πάντως, ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα αποπειραθεί να παρέμβει. Εντούτοις, παρά τις προσδοκίες των αγορών, εμείς διακρίνουμε μόλις ένα 40% πιθανότητα να μειώσει το επιτόκιο καταθέσεων κατά 10 μονάδες βάσης στη συνεδρίασή της στις 12 Μαρτίου. Η αρνητική αντίδραση των αγορών στην κίνηση της Fed, η οποία απέπνεε πανικό, ίσως κάνει ακόμα πιο διστακτική την ΕΚΤ να προχωρήσει σε μείωση του επιτοκίου καταθέσεων.

* Ο κ. Florian Hense είναι οικονομολόγος της Berenberg Bank.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή