Σε ξένες τράπεζες ρίχνει την ευθύνη για τη «βουτιά» της λίρας ο Ερντογάν

Σε ξένες τράπεζες ρίχνει την ευθύνη για τη «βουτιά» της λίρας ο Ερντογάν

2' 58" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Πόλεμο στις ξένες τράπεζες κήρυξε ο Ταγίπ Ερντογάν, πιστός στην πάγια τακτική του να αποδίδει τις παθογένειες της τουρκικής οικονομίας σε ξένα κέντρα που απεργάζονται την καταστροφή της Τουρκίας. Ενώ η τουρκική λίρα υποχωρούσε σε νέο ιστορικό χαμηλό, η εποπτική αρχή του τουρκικού χρηματοπιστωτικού τομέα (BDDK) απαγόρευσε σε τρεις μεγάλες επενδυτικές τράπεζες τη διενέργεια συναλλαγών σε τουρκικές λίρες. Πρόκειται για τις Citigroup, UBS και BNP Paribas τις οποίες και  κατηγόρησε ότι δεν εκπλήρωσαν τις υποχρεώσεις τους έναντι των Τούρκων εταίρων τους. Την ίδια ώρα τα τουρκικά ΜΜΕ απέδιδαν τη διολίσθηση της τουρκικής λίρας σε ενορχηστρωμένη επίθεση ξένων κέντρων και ειδικότερα τραπεζών με έδρα το Λονδίνο. Το ειδησεογραφικό πρακτορείο Anadolu υποστήριζε μάλιστα πως οι Αρχές της χώρας είχαν εναγάγει τις συγκεκριμένες τράπεζες που «θα πληρώσουν βαρύτατα πρόστιμα και θα υποστούν απαγόρευση συναλλαγών».

Δεν είναι πρώτη φορά που ο Ταγίπ Ερντογάν στρέφεται κατά ξένων τραπεζών κατηγορώντας τες ότι υπονομεύουν την τουρκική οικονομία. Το περασμένο έτος είχε στραφεί κατά της JPMorgan επειδή η επενδυτική τράπεζα συμβούλευε τους πελάτες της να πουλήσουν τις τουρκικές λίρες που είχαν στο χαρτοφυλάκιό τους.

Η είδηση της απαγόρευσης προκάλεσε, βέβαια, ανάκαμψη της τουρκικής λίρας στις 7,1 λίρες προς ένα δολάριο, ενώ είχε υποχωρήσει νωρίτερα κοντά στις 7,27 τουρκικές λίρες προς ένα δολάριο, σαφώς πιο κάτω από το προηγούμενο χαμηλό ρεκόρ στο οποίο είχε διολισθήσει στη διάρκεια της νομισματικής κρίσης το καλοκαίρι του 2018. Η λίρα παραμένει, ωστόσο, ακόμη υποτιμημένη κατά περίπου 20% από την αρχή του έτους.

Στην πλειονότητά τους οικονομικοί αναλυτές προεξοφλούν πως δεν μπορεί παρά να είναι παροδική η ανάκαμψη του νομίσματος εφόσον οφείλεται σε κατασταλτικά μέτρα. Μιλώντας στο πρακτορείο Dow Jones ο Μπραντ Σέτσερ, στέλεχος του Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων των ΗΠΑ, εξέφρασε την εκτίμηση ότι απαγορεύοντας σε ξένες τράπεζες τις συναλλαγές σε λίρες η κυβέρνηση Ερντογάν «στέλνει ένα μήνυμα απόγνωσης». Οπως υπογράμμισε ο ίδιος, «η Τράπεζα της Τουρκίας αφενός δεν θέλει να αυξήσει τα επιτόκια και αφετέρου έχει περιοριστεί δραματικά η δυνατότητά της να παρεμβαίνει ευθέως στην αγορά συναλλάγματος».

Επειτα από αλλεπάλληλες παρεμβάσεις της στην αγορά συναλλάγματος, η κεντρική τράπεζα έχει σχεδόν μηδενίσει τα συναλλαγματικά της διαθέσιμα και ζητάει επίμονα swap από τη Federal Reserve που μέχρι στιγμής δεν ανταποκρίνεται στο αίτημά της.

Στην προσπάθειά της, άλλωστε, να τονώσει την τουρκική οικονομία αλλά και να ικανοποιήσει πάγιο αίτημα του Τούρκου προέδρου για φτηνό χρήμα, έχει προχωρήσει σε αλλεπάλληλες μειώσεις των επιτοκίων μέσα στο τελευταίο έτος. Ετσι, τα επιτόκια βρίσκονται στο 8,75%, ενώ υπό την προηγούμενη ηγεσία της η κεντρική τράπεζα τα είχε φτάσει στο 24% επιτυγχάνοντας έτσι να δώσει, έστω προσωρινά, τέλος στη νομισματική κρίση που έπληξε τη χώρα πριν από δύο χρόνια.

Οπως επισημαίνουν οικονομικοί αναλυτές, με τη μείωση των επιτοκίων το τουρκικό νόμισμα δεν είναι τόσο ελκυστικό για τους ξένους επενδυτές, οι οποίοι τοποθετούνται σε περιουσιακά στοιχεία και τίτλους των αναδυόμενων αγορών επιζητώντας υψηλές αποδόσεις. Το αποτέλεσμα είναι να εγκαταλείπει τη γειτονική χώρα το ξένο κεφάλαιο, που είναι απολύτως αναγκαίο για τη χρηματοδότηση των ελλειμμάτων της.

Σύμφωνα με διεθνή μέσα ενημέρωσης, η κατάρρευση της τουρκικής λίρας αποτελεί αντανάκλαση της δεινής θέσης στην οποία έχει περιέλθει η οικονομία της Τουρκίας εν μέσω της πανδημίας, που επέτεινε τις εγγενείς παθογένειές της. Οπως επισημαίνουν αναλυτές της Rabobank, οι επιλογές της είναι είτε να επαναφέρει τα επιτόκια τουλάχιστον στο 24%, κάτι που θα είχε όμως πολιτικό κόστος για την κυβέρνηση Ερντογάν, είτε να επιβάλει ελέγχους στις εκροές κεφαλαίων και στη δολαριοποίηση των εγχώριων καταθέσεων ή να επιτρέψει την ελεύθερη διακύμανση της τουρκικής λίρας. Θεωρούν πιο ρεαλιστική την τρίτη επιλογή που, ωστόσο, θα πρέπει να συνοδεύεται από διαρθρωτικές αλλαγές υπό την επίβλεψη του ΔΝΤ, κάτι που θέλει να αποφύγει παντί τρόπω η κυβέρνηση Ερντογάν.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή