Κι όμως, η Ζώνη Ευρώ θα μπορούσε να ξεπεράσει δυναμικά τη ζώνη του δολαρίου

Κι όμως, η Ζώνη Ευρώ θα μπορούσε να ξεπεράσει δυναμικά τη ζώνη του δολαρίου

5' 20" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στις 31 Ιανουαρίου του 2001 είχα γράψει ένα άρθρο με τίτλο «Η ώρα της Ευρώπης έρχεται». Δεν αποδείχθηκαν όλα εσφαλμένα σε εκείνο το κομμάτι. Είχε υποστηρίξει, για παράδειγμα, ότι το 2001 θα ήταν το πρώτο έτος από το 1991 κατά το οποίο η μεγέθυνση στην Ευρωζώνη θα ήταν ταχύτερη από τις ΗΠΑ. Και έτσι έγινε. Αλλά είχε υποστηρίξει επίσης ότι «τα θεμελιώδη στοιχεία θα επέτρεπαν στην Ευρωζώνη να διατηρήσει εκείνη τη μεγέθυνση ακόμα και αν η αμερικανική οικονομία έμενε στάσιμη». Αυτή η πρόταση αποδείχθηκε λάθος. Η Ευρωζώνη όχι μόνο δεν στάθηκε ικανή να αναπτύσσεται με τις ΗΠΑ σε στασιμότητα, αλλά και απέτυχε να διατηρήσει μιαν ανεκτή μεγέθυνση όταν οι ΗΠΑ ανέκαμπταν.

Αν έμαθα κάτι από αυτήν την εμπειρία, ήταν το εξής: ποτέ να μην προλέγω ότι η Ευρωζώνη είναι έτοιμη να επιτύχει ρωμαλέες οικονομικές επιδόσεις. Παραμένει ωστόσο ένας γρίφος. Γιατί η μεγέθυνση στην Ευρωζώνη ήταν τόσο ασθενής μετά το 2000;

Στο άρθρο είχα υποδείξει πέντε λόγους για να αναμένουμε μεγέθυνση στην οικονομία της Ευρωζώνης. Πρώτον, οι Ευρωπαίοι καταναλωτές ήσαν λιγότερο εκτεθειμένοι στις χρηματιστηριακές μεταπτώσεις από τους Αμερικανούς ή τους Βρετανούς. Δεύτερον, οι εξαγωγές της Ευρωζώνης στις ΗΠΑ αντιπροσώπευαν μόνο το 2,5% του ΑΕΠ. Τρίτον, η Ευρωζώνη δεν είχε περάσει ένα κύμα σπάταλων επενδύσεων στις υψηλές τεχνολογίες συγκρίσμο με αυτό των ΗΠΑ. Τέταρτον, η περίοδος δημοσιονομικής σταθεροποίησης που προηγήθηκε της γέννησης του ενιαίου νομίσματος είχε τελειώσει. Πέμπτον, οι πληθωριστικές πιέσεις στην παγκόσμια οικονομία ήσαν ασθενείς και ήταν πιθανό να γίνουν ακόμα ασθενέστερες. Στο κατάλογο θα μπορούσα να είχα προσθέσει ότι τα αμερικανικά νοικοκυριά παρουσίαζαν άνευ προηγουμένου χαμηλές αποταμιεύσεις και άνευ προηγουμένου υψηλά χρηματοοικονομικά ελλείμματα. Τίποτα το ανάλογο δεν συνέβαινε στην Ευρωζώνη.

Ασθενής ζήτηση

Ολα αυτά ήσαν ορθά. Αλλά αποδείχθηκαν σε μεγάλο βαθμό άσχετα, με εξαίρεση το ίδιο το 2001. Ειδικότερα, αφού επεκτάθηκε κατά 3% το 2000, η πραγματική εγχώρια ζήτηση στην Ευρωζώνη αυξήθηκε μόνο κατά 1% το 2001 και μόλις κατά 0,3% το 2002, έναντι 0,4% και κατόπιν 3% στις ΗΠΑ τα δύο αυτά χρόνια.

Γιατί λοιπόν ήταν τόσο ασθενής η ζήτηση στην Ευρωζώνη; Πρώτον, οι διατλαντικές οικονομικές διασυνδέσεις μέσω των αγορών κεφαλαίου, των εταιρικών στρατηγικών και των άμεσων επενδύσεων ήσαν μεγαλύτερες παρ’ όσο συνειδητοποιούσαμε. Δεύτερον, η Ευρωζώνη συμμερίσθηκε την επίδραση μιας σειράς γεωπολιτικών κλονισμών. Τρίτον, οι καταναλωτές της Ευρωζώνης παρέμειναν πολύ επιφυλακτικοί. Τέταρτον, ο πυρήνας του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη αποδείχθηκε πιο επίμονος παρόσο αναμενόταν. Τέλος, το σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης εμπόδιζε μιαν επιθετική άσκηση της δημοσιονομικής πολιτικής.

Οι διαφορές στην ανταπόκριση της πολιτικής είναι εντυπωσιακές. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, το κυκλικά προσαρμοσμένο δημοσιονομικό έλλειμμα πέρασε από συν 0,9% του ΑΕΠ των ΗΠΑ το 2000 σε μια πρόβλεψη μείον 4% για φέτος. Την ίδια περίοδο τα κυκλικά προσαρμοσμένα δημοσιονομικά ελλείμματα στην Ευρωζώνη προβλέπονται να παραμείνουν περίπου ίδια. Επίσης, η Federal Reserve μείωσε τα επιτόκια από 6,5% σε 1,25%, και αναμένεται και άλλο (σημ. η νέα μείωση στο 1% ανακοινώθηκε από τη Fed στις 25 Ιουνίου, ημέρα που δημοσιευόταν αυτό το άρθρο), ενώ η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αρκέσθηκε σε μια μείωση από 4,75% σε 2%.

Λόγω της ασθενούς εγχώριας ζήτησης, η Ευρωζώνη παρέμεινε επίσης εξαρτημένη από τις εξαγωγές. Το 2001 – 2002 η μισή μεγέθυνση της Ευρωζώνης προήλθε από μιαν αύξηση στις καθαρές εξαγωγές. Η θέση της Γερμανίας ήταν χειρότερη. Χωρίς την αύξηση στις καθαρές εξαγωγές, η Γερμανία θα είχε βυθισθεί σε βαθιά ύφεση. Καθώς το ευρώ τελευταία ανεβαίνει ραγδαία έναντι κάθε άλλου σχεδόν νομίσματος στον κόσμο, οι προοπτικές τώρα φαίνονται ζοφερές.

Αυτό που παραμένει ασαφές είναι γιατί χρειαζόταν μια πιο έντονη πολιτική ανταπόκριση στην Ευρωζώνη. Μια δυνατή εξήγηση είναι η εξής. Πριν από την παγκόσμια επιβράδυνση η δυναμική της εγχώριας ζήτησης ήταν ήδη ασθενής στην Ευρωζώνη. Οπότε, ενώ ήταν λιγότερο ευάλωτη στην κατάρρευση της χρηματιστηριακής φούσκας από τις ΗΠΑ, καθώς οι υπερβολές εδώ ήσαν μικρότερες, δεν ήταν ούτε αυτή ικανή να αντισταθεί στην επίδραση αυτών των γεγονότων.

Το ερώτημα επομένως ίσως να μην είναι γιατί οι επενδύσεις και η κατανάλωση επιβραδύνθηκαν στην Ευρωζώνη μετά το 2000, αλλά γιατί ήσαν τόσο ασθενείς εξ αρχής.

Διαρθρωτικές εξηγήσεις…

Η κλασική διαρθρωτική εξήγηση για τις ασθενείς επενδύσεις είναι οι ρυθμιστικοί φραγμοί στις αγορές προϊόντων, κεφαλαίου και εργασίας. Οι φραγμοί αυτοί, υποστηρίζεται, παίζουν αποφασιστικό ρόλο σε συνθήκες γρήγορης οικονομικής αλλαγής. Διαρθρωτικά επιχειρήματα ίσως να εξηγούν και την ασθενή κατανάλωση. Σ’ αυτά συγκαταλέγεται και η γήρανση που επιδρά από τουλάχιστον δύο δρόμους: την κυριαρχία των μεσηλίκων, οι οποίοι τείνουν να έχουν υψηλότερες αποταμιεύσεις, στην κατανομή του εισοδήματος. Ή και το φόβο των υψηλότερων φόρων που απαιτούνται για να αντιμετωπισθεί το αυξανόμενο φορτίο των διανεμητικών δημοσίων συντάξεων. Τέλος, η απογοητευτική παραγωγικότητα μπορεί να μειώσει το προσδοκώμενο εισόδημα σε όλη τη διάρκεια ζωής των ανθρώπων. Θα μπορούσε να περιορίσει την τρέχουσα κατανάλωση, ακριβώς όπως η άνοδος στην αύξηση της παραγωγικότητας στις ΗΠΑ ίσως να έφερε το αντίστροφο αποτέλεσμα.

Σημαίνουν αυτά τα επιχειρήματα ότι η Ευρωζώνη είναι καταδικασμένη σε σχετικά ασθενή αύξηση της ζήτησης για πάντα, παρόμοια με την Ιαπωνία;

…και η αντίκρουση

Μόνον έως ένα βαθμό. Ενώ η αμερικανική επίδοση στην παραγωγικότητα έχει βελτιωθεί, για παράδειγμα, η υπεροχή της έναντι της Ευρωζώνης υπερεκτιμάται. Μια έκθεση της Credit Suisse First Boston, που δημοσιεύθηκε τον Απρίλιο, σημειώνει ότι κατά την περίοδο 1992 – 2002 το πραγματικό καθαρό εγχώριο προϊόν ανά ώρα (που αίρει την επίδραση της αυξανόμενης αμερικανικής υποτίμησης) αυξήθηκε μόλις κατά 1,1% το χρόνο στις ΗΠΑ και κατά 1,4% το χρόνο στην Ευρωζώνη. Ακόμα και το διάστημα 1997 – 2002 το καθαρό προϊόν ανά ώρα αυξανόταν μόνο κατά 1,3% το χρόνο στις ΗΠΑ, έναντι 1% στην Ευρωζώνη.

Ανάλογα, ακριβώς όπως τα νοικοκυριά της Ευρωζώνης μπορούν να αναμένουν ότι θα πληρώνουν υψηλότερους φόρους, έτσι και τα αμερικανικά νοικοκυριά εύλογα θα μπορούσαν να αναμένουν ότι θα πρέπει να αποταμιεύουν περισσότερο για να αντιμετωπίσουν της ανάγκες τους με τη συνταξιοδότηση. Η διαφορά ίσως να είναι μονάχα ότι δεν το έχουν συνειδητοποιήσει ακόμα.

Εν ολίγοις, στις ΗΠΑ υπάρχουν ακόμα προς αντιμετώπιση υπερβολές που συνδέονται με τη φούσκα. Στην Ευρωζώνη δεν υπάρχουν. Μια επιθετική χαλάρωση της πολιτικής, σε ανταπόκριση εν μέρει προς το ισχυρό ευρώ και την ασθενή εγχώρια ζήτηση, μαζί με μιαν αποφασιστική προσπάθεια να αντιμετωπισθούν τα διαρθρωτικά εμπόδια, ιδίως στην απασχόληση, μπορεί να προκαλέσουν μιαν απροσδόκητα δυναμική αντίδραση στην Ευρωζώνη.

Στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας, λίγοι, αν υπήρχαν καν, υπέθεταν ότι οι ΗΠΑ θα ξεπεράσουν την Ιαπωνία σε επιδόσεις μέσα στη δεκαετία του 1990. Σήμερα, λίγοι, αν υπάρχουν, πιστεύουν ότι η Ευρωζώνη μπορεί να ξεπεράσει τις ΗΠΑ σε επιδόσεις τα επόμενα χρόνια. Μάλλον έχουν δίκιο. Αλλά ίσως, λέμε μόνον ίσως, η Ευρωζώνη να τους εκπλήξει όλους.

Δημοσιεύθηκε στους Financial Times στις 25.6.2003.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή