Τακτική προσέγγιση της επιχειρηματικής αποτυχίας

Τακτική προσέγγιση της επιχειρηματικής αποτυχίας

3' 3" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

O βαθμός απαισιοδοξίας του γερμανικού επιχειρηματικού κόσμου μειώθηκε την περασμένη εβδομάδα, όταν το ισχυρότερο συνδικάτο της χώρας, το IG Metall, αναγκάσθηκε να οπισθοχωρήσει από τις απεργιακές κινητοποιήσεις του για πρώτη φορά από το 1954. Ωστόσο, άλλες θετικές ειδήσεις δεν αναγνωρίσθηκαν με εξίσου μεγάλη ικανοποίηση. Προβληματικές γερμανικές επιχειρήσεις, εκμεταλλευόμενες τη μεταρρύθμιση της νομοθεσίας περί πτωχεύσεων, καταβάλλουν προσπάθεια να αποφύγουν το άδοξο τέλος.

Το 1999, όταν η Γερμανία αναθεώρησε το καθεστώς κήρυξης πτώχευσης, ορισμένοι έκαναν λόγο για μία νέα δυνατότητα, ανάλογη με εκείνην, που παρέχει το περίφημο «Αρθρο 11» της αμερικανικής νομοθεσίας, επιτρέποντας, στις επιχειρήσεις που αδυνατούν να ανταποκριθούν στις οικονομικές υποχρεώσεις τους, χρονικά περιθώρια για να «βάλουν τάξη». Τώρα, αυτή η δυνατότητα δοκιμάζεται και στη Γερμανία.

Το πρώτο εξάμηνο του 2003 σχεδόν 20.000 γερμανικές εταιρείες κατέθεσαν αίτηση πτώχευσης και ο αριθμός των εν λόγω κρουσμάτων ενδέχεται να φτάσει ώς τα τέλη του χρόνου στις 40.000. Οι πτωχεύσεις «υψηλού προφίλ», δηλαδή μεγάλων και γνωστών εταιρειών, κυριάρχησαν στην ειδησεογραφία. H Grun-ding «υπέκυψε» τον Απρίλιο, όταν τουρκική εταιρεία, η οποία προτίθετο να την εξαγοράσει, άλλαξε τελικώς γνώμη. H Fairchild Dornier έβαλε λουκέτο πέρσι, εν μέσω μίας κρίσιμης εποχής για τον κλάδο των αερομεταφορών. Και οι δύο έχουν σχεδόν ρευστοποιηθεί, γνωρίζοντας την τύχη των πτωχευμένων επιχειρήσεων πριν από τη μεταρρύθμιση του νόμου. Πριν από ένα χρόνο, η μεταλλουργική Babcock Borsig, και ακρογωνιαίος λίθος της βιομηχανικής περιοχής της Ρουρ, κήρυξε επίσης πτώχευση. Με 21.000 εργαζομένους, η αποτυχία της θεωρήθηκε μεγάλη «ντροπή» για τη γερμανική κυβέρνηση, η οποία αρνήθηκε να τη στηρίξει οικονομικά, όπως συνέβαινε στο παρελθόν με εταιρείες, οι οποίες θεωρούνται κρίσιμης σημασίας για να αφεθούν στη ρευστοποίηση των περιουσιακών στοιχείων τους. Στην περίπτωση της Babcock, η εταιρεία αφέθηκε να λύσει μόνη τα προβλήματά της, βάσει των διατάξεων του νέου νόμου. Παράλληλα με την KirchMedia, της οποίας η διάσπαση προχωρεί με αργούς ρυθμούς, η Babcock αποτελεί μία από τις πρώτες πειραματικές περιπτώσεις της «τακτικής προσέγγισης της επιχειρηματικής αποτυχίας».

Οπως ισχύει με την αμερικανική νομοθεσία περί πτωχεύσεων, ο νέος γερμανικός νόμος αποσκοπεί στην παροχή μιας ευκαιρίας προς τις προβληματικές εταιρείες, να βάλουν τα πράγματα σε τάξη, να διατηρήσουν κατά το δυνατόν τις θέσεις εργασίας, ακόμη δε στο να βοηθηθούν και οι μέτοχοι στο να διασφαλίσουν μέρος των κεφαλαίων τους.

Δεν είναι δε τόσο φιλική προς του πιστωτές όσο η παλαιότερη, η οποία ανάγκαζε τις επιχειρήσεις στο χείλος της πτώχευσης να αποπληρώνουν έστω και μέρος του χρέους τους, το συντομότερο δυνατόν. Αλλά, δεν είναι και τόσο φιλικοί προς τους οφειλέτες, όσο η αντίστοιχη αμερικανική. Οι διοικήσεις των προβληματικών γερμανικών επιχειρήσεων έχουν στη διάθεσή τους μόλις λίγες ημέρες -αφότου διαπιστώσουν ότι αδυνατούν να εξυπηρετήσουν τις υποχρεώσεις τους- για να κηρύξουν πτώχευση. Σε περίπτωση καθυστέρησης, κινδυνεύουν με φυλάκιση.

Εξίσου επώδυνη είναι η υποχρέωσή τους, να παραδίδουν, αμέσως μετά από την κήρυξη πτώχευσης, τη διοίκηση της εταιρείας τους σε ομάδα ειδικών, διορισμένων από δικαστήριο, ενώ, οι Αμερικανοί συνάδελφοί τους παραμένουν στη θέση τους και αναλαμβάνουν το έργο της εξυγίανσης. Στην περίπτωση της Babcock το δικαστήριο διόρισε επικεφαλής τον Χορστ Πίπενμπουργκ, δικηγόρο και εμπειρογνώμονα σε θέματα πτωχεύσεων. O τελευταίος διαμέλησε μεν την Babcock, πουλώντας δραστηριότητές της -μεταξύ άλλων- στην αμερικανική κατασκευάστρια υποβρυχίων HDW και στην ιαπωνική Hitachi, μέχρι στιγμής όμως διατηρούνται εννέα από τις δέκα αρχικές θέσεις της εργασίας ενώ οι πιστωτές της θα εισπράξουν περί το 10% των δανείων που της είχαν χορηγήσει. Καλύτερο βεβαίως από το τίποτα!

Ετσι, η Babcock μπορεί να αποτελέσει φωτεινό παράδειγμα, ενώ ενδέχεται συν τω χρόνω να αποτελέσει και συνείδηση το γεγονός ότι οι πτωχεύσεις αποτελούν μέρος του επιχειρείν. Κάτι τέτοιο, ενδέχεται επίσης να αναβιώσει το πνεύμα της επιχειρηματικότητας στη Γερμανία, κάτι, το οποίο δεν μπορεί να συμβεί όσο η πτώχευση θα ισοδυναμεί με ταπείνωση και ορισμένες φορές ακόμη και άξια με την αυτοθυσία της ανθρώπινης ζωής.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή