O «βασιλιάς» της Citigroup όρισε τον διάδοχό του

O «βασιλιάς» της Citigroup όρισε τον διάδοχό του

4' 3" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

O Σάνφορντ Γουέιλ, ο μέγας και πολύς επικεφαλής της Citigroup, αποχωρεί από τη θέση του διευθύνοντος συμβούλου αλλά όχι και από την εταιρεία, εφόσον διατηρεί τα καθήκοντα του προέδρου του Δ.Σ. έως το 2006. Ο ενίοτε και αποκαλούμενος Σάντι, ένας από τους θεωρούμενους ισχυρούς άνδρες του αμερικανικού επιχειρηματικού κατεστημένου, παραδίδει τη σκυτάλη στους έμπιστούς του ανθρώπους και ταυτόχρονα κλείνει ούτως ειπείν το δικό του κεφάλαιο με στιγματισμένη την αξιοπιστία του. Επί των ημερών του η Citigroup ήταν μία από τις δέκα μεγάλες αμερικανικές τράπεζες, για τις οποίες διεξήγαγαν ενδελεχή έρευνα ομοσπονδιακές και πολιτειακές αρχές με αφορμή συγκρούσεις συμφερόντων στα τμήματα μελετών μετοχών των εν λόγω ιδρυμάτων.

Βέβαια, ο κ. Γουέιλ υπερασπίστηκε την εταιρεία, τη μεγαλύτερη του χρηματοπιστωτικού κλάδου διεθνώς, η οποία, μεταξύ άλλων, κατηγορήθηκε για κακό χειρισμό στην αρχική δημόσια εγγραφή για διάθεση μετοχών και παραπλάνηση του επενδυτικού κοινού.

Περατωθείσης της διαδικασίας, όμως, ο όμιλος κατέβαλε το υψηλότερο πρόστιμο από τις υπόλοιπες αμερικανικές τράπεζες, δηλαδή 400 εκατομμύρια δολάρια επί συνόλου 1,4 δισ.? με τον τρόπο αυτό διευθέτησε εξωδικαστικώς την υπόθεση με τη θυγατρική της Smith Barney, η οποία κατηγορήθηκε ότι έδωσε στη δημοσιότητα ψευδή και παραπλανητικά στοιχεία για μετοχές. Επίσης, οι Αρχές επέβαλαν πρόστιμο και στον πρώην διακεκριμένο αναλυτή του κλάδου τηλεπικοινωνιών, Τζακ Γκρούμπμαν.

Το σκάνδαλο

Τι ακριβώς είχε συμβεί; Οπως κατέδειξαν οι έρευνες υπό την αιγίδα του γενικού εισαγγελέα της Νέας Υόρκης, Ελιοτ Σπίτζερ, ο κ. Γουέιλ είχε ζητήσει από τον κ. Γκρούμπμαν να επανεξετάσει την αξιολόγηση των μετοχών της AT&T, διότι η Citigroup επεδίωκε να αναλάβει δραστηριότητες επενδυτικής τραπεζικής για λογαριασμό της πρώτης. Π

ράγματι, ο αναλυτής τροποποίησε και αναβάθμισε την κατάταξη της μετοχής της τηλεπικοινωνιακής εταιρείας, συνιστώντας στο επενδυτικό να την αγοράσει? στη συνέχεια η Citigroup ανέλαβε να συνδράμει την AT&T στην πώληση των μετοχών της θυγατρικής της στις ασύρματες τηλεπικοινωνίες, αποκομίζοντας 63 εκατομμύρια δολάρια. Μετά ο Γκρούμπμαν αναθεώρησε και πάλι τη μετοχή της AT&T, υποβιβάζοντάς τη σε «ουδέτερη». O κ. Σπίτζερ διαπίστωσε, ακόμα, ότι ο αναλυτής είχε ζητήσει -προφανώς ως αντάλλαγμα- τη βοήθεια του κ. Γουέιλ για να γίνει δεκτό το παιδί του σε σχολείο του Μανχάταν. O κ. Γουέιλ με τη σειρά του δώρισε 1 εκατομμύριο δολάρια στον σύλλογο γονέων του τελευταίου.

Πλήγμα αξιοπιστίας

Ωστόσο, τελικώς κατηγορίες απαγγέλθηκαν μόνον εις βάρος του Τζακ Γκρούμπμαν. Οπως ανέφεραν οι Αρχές, αυτό συνέβη διότι αυτές οι κατηγορίες μπορούσαν να αποδειχθούν, ενώ βάσει της πολιτειακής νομοθεσίας της Νέας Υόρκης, δεν ήταν δυνατόν να απαγγελθεί κατηγορία εις βάρος του Σάνφορντ Γουέιλ. O αναλυτής, ο οποίος ως επαγγελματίας αποκλείστηκε από τον κλάδο χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, κλήθηκε επίσης να καταβάλει και πρόστιμο 15 εκατομμυρίων δολαρίων. O δε επικεφαλής της Citigroup αντελήφθη ότι το κύρος και η αξιοπιστία του δέχθηκαν σοβαρότατα πλήγματα, εξ ου και απέσυρε την υποψηφιότητά του ως εκπρόσωπος των επενδυτών στο διοικητικό συμβούλιο του Χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης. Αλλωστε, ο γενικός εισαγγελέας χαρακτήρισε «εξοργιστική» τη δυνάμει επιλογή του κ. Γουέιλ, ο οποίος «διοικούσε μία εταιρεία, που εξαπάτησε τους επενδυτές».

Τον Απρίλιο εκδόθηκε η απόφαση για τις κυρώσεις εις βάρος των τραπεζών και σήμερα, τρεις μήνες μετά, ο Σάνφορντ Γουέιλ ορίζει τον διάδοχό του. Πρόκειται για τον 53χρονο Τσαρλς Πρινς, παλαιό φίλο και συνεργάτη του επί δεκαεπτά έτη, ο οποίος από πέρυσι τον Σεπτέμβριο είχε αναλάβει τις δραστηριότητες εταιρικής και επενδυτικής τραπεζικής.

Πριν τοποθετηθεί σε αυτήν τη θέση, ήταν ο νομικός σύμβουλος της Citigroup και είχε συνεργαστεί με τις Αρχές για να διευθετηθεί η υπόθεση με τη σύγκρουση συμφερόντων. Επίσης, στο πλαίσιο των αλλαγών ο πρόεδρος της Citigroup, Ρόμπερτ Γουίλαμσταντ, ανέλαβε τη θέση του γενικού διευθυντή.

Ξεκίνησε το 1955

Οσο για τον απερχόμενο Σάνφορντ Γουέιλ, αυτός ξεκίνησε την καριέρα του στη Γουόλ Στριτ το 1955 και το 1960 ίδρυσε με τρία ακόμα άτομα την πρώτη του χρηματιστηριακή εταιρεία, την Cogan, Berlind, Weil & Levitt. Το 1986 εξαγόρασε την Commerical Credit και δαπάνησε 138 εκατομμύρια δολάρια επιπλέον για να οικοδομήσει τoν χρηματοπιστωτικό όμιλο της Travelers. Το 1998 αποφασίζει να τη συνενώσει με τη Citicorp. O νέος όμιλος με την επωνυμία Citigroup διαθέτει δύο επικεφαλής, τον Σάνφορντ Γουέιλ και τον Τζον Ριντ? αυτή η δυαρχία δεν διαρκεί πολύ, σύντομα ο Ριντ αποχωρεί και απομένει μονοκράτωρ ο Γουέιλ (μέχρι προσφάτως, βέβαια). Κατά τη διάρκεια της θητείας του, η Citigroup ανεδείχθη στην πρώτη παγκοσμίως όσον αφορά τα έσοδα από τις προμήθειες επενδυτικής τραπεζικής για το 2002, εξοστρακίζοντας από την αντίστοιχη θέση την ColdmaSachs. Παράλληλα, ο κ. Γουέιλ συνέχισε αδιαλείπτως τις εξαγορές – μεταξύ αυτών ήταν η μεγαλύτερη τράπεζα καταναλωτικών δανείων των ΗΠΑ, Associates Firts Capital, και μόλις προ ημερών οι δραστηριότητες πιστωτικών καρτών της Sears, Roebuck & Co.

«Οι περισσότεροι από μας δεν μπορούμε να φανταστούμε τη Citigroup χωρίς τον Σάντι», είπε ο διάδοχός του Τσαρλς Πρινς.

Ούτως ή άλλως, δεν θα απομακρυνθεί και πολύ από την περιοχή. «Δεν νομίζω ότι από τη μια μέρα στην άλλη το μυαλό μου θα σταματήσει να δουλεύει? άλλωστε, μπορώ να συνδράμω τον Τσαρλς και τον Ρόμπερτ (Γουίλαμσταντ) όπου και όποτε με χρειαστούν», δήλωσε ο κ. Γουέιλ, όταν ανακοίνωσε τις αλλαγές.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή