Η πολιτική μυωπία που θα βλάψει τις ΗΠΑ εντός και εκτός των συνόρων τους

Η πολιτική μυωπία που θα βλάψει τις ΗΠΑ εντός και εκτός των συνόρων τους

3' 41" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σε οικονομική ηγεσία έχουμε έλλειψη αυτόν τον καιρό. Τόσο στο δημοσιονομικό όσο και στο εμπορικό μέτωπο, η σημερινή γενιά διαμορφωτών της πολιτικής υποθάλπει τα χειρότερα ένστικτα όλων. Ασωτοι προϋπολογισμοί και προστατευτισμός απειλούν να καταστήσουν τις ΗΠΑ λιγότερο ασφαλείς στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Οταν αλλάζει ο χρόνος πάντα ελπίζουμε σε μια βελτίωση, αλλά καθώς μπαίνουμε στην προεκλογική περίοδο της τετραετίας, οι πειρασμοί της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας δεν αφήνουν πολλούς λόγους για αισιοδοξία.

Η στενή εστίαση της κυβέρνησης Μπους στους ανθρώπους που θα ψηφίσουν στις προεδρικές εκλογές είναι η χειρότερη στη σύγχρονη μνήμη. Στη δημοσιονομική πολιτική αυτό σημαίνει μείωση φόρων και αύξηση δαπανών σήμερα, καθώς και υποσχέσεις για τα ίδια αύριο. Στην εμπορική πολιτική σημαίνει την προστασία των θέσεων εργασίας εκείνων που θεωρούνται σημαντικοί στην εκλογική αριθμητική. Και στην πολιτική της ασφάλειας σημαίνει να δαπανώνται πόροι για τη μείωση κινδύνων που είναι ήδη χαμηλοί.

Ολοι ξέρουμε την ιστορία του κρατικού προϋπολογισμού των ΗΠΑ. Μέσα σε τρία χρόνια πραγματοποιήθηκε μια συγκλονιστική στροφή από ένα πλεόνασμα 2% του ΑΕΠ σε ένα έλλειμμα 5% του ΑΕΠ. Οι μειώσεις φόρων και οι αυξήσεις αμυντικών δαπανών του Μπους, μαζί με τα υφιστάμενα προγράμματα κοινωνικής ασφάλισης και ιατρικής περίθαλψης, σημαίνουν ότι οι ακάλυπτες υποχρεώσεις της αμερικανικής κυβέρνησης φτάνουν σήμερα περίπου το επταπλάσιο του ΑΕΠ. Η τάση των σημερινών πολιτικών να δίνουν υποσχέσεις που δεν θα αναγκασθούν να τηρήσουν, έχει φέρει το κράτος σε μια θέση μη διατηρήσιμη. Η επίλυση του δημοσιονομικού προβλήματος απαιτεί οι αξιωματούχοι να δέσουν τα χέρια τους. Μια νομοθεσία εκτελεστή που θα βάλει όρια στη δημοσιονομική ανισορροπία φαίνεται η μόνη λογική δυνατότητα. Παλαιότερα στόχος ήταν τα τρέχοντα ελλείμματα του προϋπολογισμού. Οι νέοι κανόνες θα πρέπει να εξετάζουν τη μακροπρόθεσμη διατηρησιμότητα. Αν οι πολιτικοί δεν διορθώσουν οι ίδιοι το πρόβλημα, θα το κάνουν για λογαριασμό τους οι χρηματοοικονομικές αγορές και θα οδηγήσουν τα μακροπρόθεσμα επιτόκια σε δραματικά ύψη. Κανείς δεν το θέλει αυτό. Η εμπορική πολιτική πάει κάπως καλύτερα. Ο Ρόμπερτ Ζέλικ, αντιπρόσωπος Εμπορίου των ΗΠΑ, έδειξε αποφασισμένος να αναβιώσει τον μπλοκαρισμένο γύρο εμπορικών συνομιλιών της Ντόχα και φαίνεται να υιοθετεί μια προσέγγιση πιο συμφιλιωτική με τις απόψεις των αναπτυσσομένων χωρών. Αλλά πρόκειται περισσότερο για υπόθεση ύφους παρά ουσίας. Οι θέσεις που υποστήριξαν οι ΗΠΑ με τόσο καταστροφικές επιπτώσεις στη σύνοδο του Κανκούν παραμένουν οι ίδιες.

Το πρόβλημα είναι ότι, ενώ αφηρημένα όλοι συμφωνούν ότι το εμπόριο είναι καλό, η τεχνολογική πρόοδος και τα μεταβαλλόμενα καταναλωτικά πρότυπα χειροτερεύουν τη θέση ορισμένων ανθρώπων. Οταν οι θέσεις εργασίας μετατοπίζονται στο εσωτερικό μιας χώρας, το αποκαλούμε ευελιξία της αγοράς εργασίας. Οταν μεταφέρονται στο εξωτερικό, γίνεται εμείς ενάντια σ’ αυτούς. Ενώ οι κερδισμένοι είναι διάχυτοι, οι χαμένοι είναι συγκεντρωμένοι, εύκολα διακριτοί και οργανωμένοι – μια πολύ ισχυρότερη εκλογική δύναμη.

Αλλά η κυβέρνηση θα πρέπει να παραμερίσει τέτοιες βραχυπρόθεσμες σκέψεις. Η πιο ύπουλη συνέπεια των δασμών και των ποσοστώσεων είναι ότι εμποδίζουν τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες να αναπτυχθούν. Δύσκολα αντιλαμβάνεται κανείς πώς μπορεί αυτό να υπηρετεί τα συμφέροντα της ασφάλειας της Αμερικής. Τελικά το να κάνεις ασφαλείς τις ΗΠΑ σημαίνει να κάνεις όλους τους άλλους ευχαριστημένους. Ο πρόεδρος Μπους και οι άλλοι ηγέτες πρέπει να πουν στους ψηφοφόρους ότι οι ΗΠΑ δεν μπορούν να πορεύονται μόνες τους για πολύ. Η μεγέθυνση και η ευημερία βασίζονται στο εμπόριο και τη συνεργασία.

Προβληματική είναι και η αμερικανική πολιτική εσωτερικής ασφάλειας. Αντί να αντιμετωπίσουν τους πραγματικούς κινδύνους, οι πολιτικοί ξοδεύουν τεράστιους πόρους για να κάνουν τους ανθρώπους να νιώθουν ασφαλείς. Εχουν στόχο την ψυχολογία, όχι την πραγματικότητα.

Σκεφθείτε ότι το πιο επικίνδυνο πράγμα που κάνουν οι περισσότεροι Αμερικανοί είναι να μετακινούνται με αυτοκίνητα. Κάθε χρόνο στις ΗΠΑ 40.000 άνθρωποι πεθαίνουν και 300.000 μένουν ανάπηροι σε αυτοκινητικά δυστυχήματα. Συγκριτικά, οι πιθανότητες να σκοτωθεί κανείς σε μια τρομοκρατική επίθεση φαίνονται ασήμαντες. Εντούτοις ξοδεύουμε δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια για να βελτιώσουμε την ασφάλεια των αεροδρομίων. Δεν υπάρχει ανάλογη προσπάθεια για να βελτιώσουμε την οδική ασφάλεια. Αντί να δοκιμάσει να εκπαιδεύσει τον κόσμο στο τι είναι ασφαλές και τι όχι, η κυβέρνηση υποδαυλίζει παράλογους φόβους.

Τελικά αυτό που χρειαζόμαστε είναι ηγεσία. Οι διαμορφωτές της πολιτικής πρέπει να καταπολεμήσουν τη φυσική τους τάση να υποθάλπουν τις βραχυπρόθεσμες επιθυμίες των εκλογέων. Αντί γι’ αυτό θα έπρεπε να είναι πρόθυμοι για θυσίες σήμερα που θα φέρουν οφέλη, τα οποία σχεδόν σίγουρα δεν θα δουν. Ας ελπίσουμε ότι οι αξιωματούχοι του κ. Μπους πήραν φέτος κάποιες καλές αποφάσεις για τον καινούργιο χρόνο: να κοιτούν μακροπρόθεσμα, να δουλεύουν συνεργατικά -ιδίως με εκείνους που ευημερούν λιγότερο- και να βοηθήσουν τον κόσμο να καταλάβει τι τον ωφελεί.

Δημοσιεύθηκε στους Financial Times στις 13.1.2004.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή