Η Λατινική Αμερική, ζώνη υψηλού ρίσκου για τα private equity funds

Η Λατινική Αμερική, ζώνη υψηλού ρίσκου για τα private equity funds

2' 58" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Εκείνοι που πλησίασαν περισσότερο από όλους τον παράδεισο τα τελευταία χρόνια είναι οι επενδυτές της Λατινικής Αμερικής. Η απόδοση του μέσου μετοχικού αμοιβαίου στις αγορές της ευρύτερης περιοχής έχει φθάσει το 38% από το 2004, επισκιάζοντας τα αντίστοιχα κέρδη των υπολοίπων κατηγοριών αμοιβαίων. Αν και οι γενικοί δείκτες των χρηματιστηριακών αγορών της Λατινικής Αμερικής συνεχίζουν την ανοδική τους πορεία, οι εταιρείες ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων έχουν παραμείνει στο περιθώριο παρά την εντύπωση πως θα ήταν οι πρώτοι που θα εξαργύρωναν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο μέρος αυτών των κερδών. Σύμφωνα με την ένωση των ιδιωτικών κεφαλαίων αναδυόμενων αγορών (EM-PEA), η οποία διατηρεί την έδρα της στην Ουάσιγκτον, μια επένδυση private equity στη Λατινική Αμερική υπολογιζόταν πέρυσι στα 2,7 δισ. δολάρια, υπερβαίνοντας κατά το ελάχιστο αντίστοιχες τοποθετήσεις στην υποσαχάρια Αφρική και αντικατοπτρίζοντας μόλις το ένα έβδομο του συνόλου που επενδύεται στην Ασία.

Οι εταιρείες ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων μπορεί να έχουν ένα όραμα για το μακροπρόθεσμο μέλλον, αλλά οφείλουν να είναι προσεκτικές στην επιλογή των αγορών εξαιτίας των επιπτώσεων που μπορεί να υπάρξουν στη ρευστότητά τους εάν ξεσπάσει μια κρίση. Σε αγορές που έχουν σταθερότητα, τα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια έχουν ελπίδες σε οποιοδήποτε σημείο του οικονομικού κύκλου να βρουν αγοραστές για τα περισσότερα περιουσιακά στοιχεία των χαρτοφυλακίων τους. Αντίθετα, αυτά που έχουν διεισδύσει στις ανώριμες αγορές «απρόβλεπτων χωρών» μπορεί να βρεθούν εκτεθειμένα λόγω της έλλειψης αγοραστών.

Πολλές, αλλά όχι όλες, οι οικονομίες της Λατινικής Αμερικής ανήκουν στη δεύτερη κατηγορία και ως εκ τούτου οι εμπειρίες των εταιρειών εξαγορών μέσω δανεισμού (ή ενυπόθηκων εξαγορών) υπήρξαν τραυματικές. Οταν οι κυβερνήσεις σχεδόν όλων των χωρών της Λατινικής Αμερικής αποφάσισαν στις αρχές της δεκαετίας του ’90 να προωθήσουν μεταρρυθμίσεις, ακολούθησαν εισροές από πολλά ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια. Πολλές από αυτές τις επενδύσεις ωρίμαζαν στο ατυχές στάδιο που επιδεινωνόταν το κλίμα των οικονομιών της περιοχής, εξαιτίας παραλυτικών υφέσεων και νομισματικών υποτιμήσεων. Οι επενδυτές των χρηματιστηριακών αγορών είχαν την ευκαιρία να περιορίσουν τις απώλειές τους. Ομως, πολλές εταιρείες ενυπόθηκων εξαγορών βρέθηκαν παγιδευμένες και βυθίστηκαν όπως και οι επενδύσεις τους. Αυτές οι ε μπειρίες έχουν αφήσει πικρές αναμνήσεις, που δεν έχουν ακόμη διαγραφεί από τη μνήμη των παραγόντων του κλάδου.

Σήμερα, παρά την πρόοδο που έχει παρουσιαστεί παραμένει ένα πεδίο επενδύσεων λιγότερο ελκυστικό για τις εταιρείες ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων συγκριτικά με τις μεγαλύτερες και πιο χρηματοοικονομικά εξελιγμένες οικονομίες της Ασίας, αν και σε πολλές από αυτές η κατάσταση είναι πολύ χειρότερη από τη Βραζιλία και το Μεξικό. Πολλοί λίγες οικονομίες της Λατινικής Αμερικής έχουν εμφανίσει σταθερούς ρυθμούς ανάπτυξης κατά συναπτά έτη και έτσι η αβεβαιότητα των ιδιωτικών κεφαλαίων επένδυσης εξακολουθεί να υφίσταται.

Το μικρό μέγεθος των αγορών σε σχέση με το ΑΕΠ σημαίνει ότι δεν θα είναι εύκολο να διαθέσουν σε πώληση τις εταιρείες που έχουν αγοράσει και αποσύρει από το χρηματιστήριο εκ νέου στο ευρύ επενδυτικό κοινό. Εκτός του ριψοκίνδυνου παράγοντα της ρευστότητας δεν θα πρέπει να λησμονηθεί το ότι οι κυβερνήσεις της Λατινικής Αμερικής είναι παρεμβατικές στην οικονομία σε σχέση με αυτές των ασιατικών χωρών. Παράλληλα, τα συστήματα είναι λιγότερο διαφανή.

Η συμμετοχή των ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων στη Λατινική Αμερική δεν θα αποδυναμωθεί, πάντως. Αντίθετα, υπάρχουν ενδείξεις ότι θα επεκταθούν ταχέως στην ευρύτερη περιοχή. Πέρυσι οι επενδύσεις τους διπλασιάστηκαν σε σχέση με το 2005. Αλλά για να επωφεληθούν περαιτέρω οι οικονομίες της Λατινικής Αμερικής, πρέπει να γίνουν τρία πράγματα. Πρώτον, να υπάρξει μεγαλύτερη περιφερειακή σύγκλιση. Δεύτερον, να διευρυνθούν οι κεφαλαιακές αγορές για να διευκολυνθεί η είσοδος και έξοδος των ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων. Τρίτον, να υπάρξει μια μακρά περίοδος σταθερής οικονομικής ανάπτυξης. Στο τελευταίο μπορούν να συμβάλουν και οι εταιρείες ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων. Προς το παρόν, όμως, προτιμούν να τηρούν στάση αναμονής.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή