Με την κρίση στις επενδυτικές αγορές -και όχι μόνον- να λαμβάνει διαστάσεις, αμερικανικό Πανεπιστήμιο προσέφυγε χθες στη δικαιοσύνη κατά των Bank of America Corp. και BNP Paribas υποστηρίζοντας ότι οι δύο τράπεζες συνωμότησαν για να εξασφαλίσουν «υπερβολικά κέρδη», διαθέτοντάς του δομημένα ομόλογα, συνολικής αξίας 84,2 εκατ. δολαρίων σε αθέμιτα υψηλές τιμές.
Από τη διοίκηση του πανεπιστημίου Biola, το οποίο βρίσκεται στη Λα Μιράντα της Πολιτείας της Καλιφόρνια, υποστηρίζεται ότι οι δύο τράπεζες δημιούργησαν την εντύπωση ότι οι τιμές, στις οποίες αγόρασε τέσσερα παράγωγα προϊόντα το 2002 και το 2004 ήταν «λογικές», σήμερα όμως διαπιστώνεται ότι αυτό δεν ίσχυε. Η προσφυγή έγινε στα δικαστήρια του Λος Αντζελες, ενώ εκπρόσωποι και των δύο τραπεζών αρνήθηκαν να τη σχολιάσουν.
Οπως αναφέρει στο ειδησεογραφικό πρακτορείο Bloomberg η Λίβια Σκοτ, συνέταιρος του Γραφείου παροχής νομικών υπηρεσιών Freeman, Freeman & Smiley LLP, στο οποίο το Biola ανέθεσε την υπόθεση, «οι κατηγορίες αφορούν σε μία πολύ μεγάλη υπόθεση απάτης εκ μέρους ορισμένων πολύ μεγάλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, εις βάρος ενός μικρού, μη κερδοσκοπικού εκπαιδευτικού ιδρύματος…». Το Biola University συγκαταλέγεται στα αποκαλούμενα «Χριστιανικά» πανεπιστήμια που λειτουργούν στις ΗΠΑ και ελέγχονται από διαφόρων δογμάτων Εκκλησίες. Η Bank Of America συγκαταλέγεται ανάμεσα σε περισσότερες από δέκα τράπεζες, συμπληρωματικά δε και ασφαλιστικές εταιρείες αλλά και χρηματιστηριακούς Οίκους, που έχουν κληθεί από το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ να καταθέσουν στοιχεία. Από το υπουργείο ερευνάται η πιθανότητα να εφαρμόσθηκαν πρακτικές αθέμιτου ανταγωνισμού για την πώληση σε πολιτειακές κυβερνήσεις και άλλες τοπικές αρχές, καθώς και σε ορισμένους εξαιρούμενους της φορολογίας Οργανισμούς, τίτλων και παραγώγων προϊόντων, των οποίων η αγορά λίγο ελέγχεται από τις ρυθμιστικές Αρχές. Αυτή η κατηγορία των επενδυτών αλλά και δανειοληπτών υπολογίζεται ότι έχει συνολικά χρέη αξίας 2,4 τρισεκατομμυρίων δολαρίων. Τον Ιανουάριο, η Βank of America συμφώνησε να συνεργασθεί με το υπουργείο Δικαιοσύνης με αντάλλαγμα την ηπιότερη αντιμετώπισή της.
Στις αρχές του 2007 τέθηκε θέμα από την Αμερικανική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς για το κατά πόσον ορισμένοι δανειολήπτες συναινούν στη μέσω της χρήσης παραγώγων προϊόντων άντληση κεφαλαίων χωρίς να κατανοούν τις υποχρεώσεις που αναλαμβάνουν, υπό την καθοδήγηση όμως των τραπεζών. Από το πανεπιστήμιο Biola τονίζεται ότι αγόρασε τα συγκεκριμένα προϊόντα συμβουλευόμενο την Bank of America με την οποία είχε ήδη άνω της 20ετούς συνεργασία. Το Πανεπιστήμιο απαιτεί τώρα τουλάχιστον 25 εκατ. δολάρια ως αποζημίωση.
Αξια περιγραφής είναι η συναλλαγή που οδηγεί τις δύο μεγάλες στη δικαιοσύνη. Στο πλαίσιό της, το πανεπιστήμιο συμφώνησε να καταβάλει τόκο 5,34% για ένα ομολογιακό δάνειο 24,6 εκατ. δολαρίων και 5,1% για ένα άλλο, αξίας 35 εκατομμυρίων δολαρίων σε αντάλλαγμα με την εξασφάλιση κυμαινομένων επιτοκίων μέχρι το 2032. Σύμφωνα με τις κατηγορίες, τα σταθερά επιτόκια που συμφωνήθηκαν ήταν υπερβολικά παρότι η ΒΝΡ συμβούλευσε ότι ήταν στο πλαίσιο των δεδομένων στην αγορά τη συγκεκριμένη περίοδο. Μετά τη διεκπεραίωση της συναλλαγής, και χωρίς να έχει ενημερωθεί η διοίκηση του Biola, η Bank of America μοιράσθηκε με τη BNP Paribas τα κέρδη που αποκόμισε η τελευταία διεκπεραιώνοντας τη συγκεκριμένη συμφωνία. Στο πλαίσιο μιας συναλλαγής, ανάλογης αυτής της ανταλλαγής (swap) του πανεπιστημίου με την Paribas, η BNP Paribas συμφώνησε να καταβάλει στην Bank of America τις με το σταθερό επιτόκιο δόσεις του δανείου, τις οποίες θα εισέπραττε από το Πανεπιστήμιο σε αντάλλαγμα με τις δόσεις του δανείου κυμαινομένου επιτοκίου που όφειλε. Η BNP Paribas έλαβε επίσης μία εφάπαξ πληρωμή (προμήθεια;), αξίας 2,58 εκατομμυρίων δολαρίων από την Bank of America. Το Biola υποστηρίζει ότι η προμήθεια αυτή ήταν παράνομη, χρηματοδοτούμενη από τα υψηλά κέρδη της ΒΝΡ στο πλαίσιο της συναλλαγής των swap με το Πανεπιστήμιο.