Τα επιτόκια παρέμειναν σταθερά, όμως και πάλι οι δόσεις… αυξήθηκαν

Τα επιτόκια παρέμειναν σταθερά, όμως και πάλι οι δόσεις… αυξήθηκαν

5' 34" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Υποχρεωμένοι να έχουν στραμμένο το βλέμμα τους στις αγορές είναι οι Ελληνες δανειολήπτες, στην προσπάθειά τους να υπολογίσουν τη μηνιαία δόση του στεγαστικού τους δανείου. Σε πείσμα της απόφασης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να διατηρήσει αμετάβλητο τα βασικό της επιτόκιο, αρκετά από τα ελληνικά νοικοκυριά έχουν υποστεί ήδη τις επιπτώσεις από την αναταραχή των αγορών. Πρόκειται για τους δανειολήπτες που έχουν δανειστεί όχι με βάση το επιτόκιο της ΕΚΤ, αλλά με βάση το euribor ενός, τριών ή έξι μηνών. Είναι το επιτόκιο διατραπεζικής, αυτό δηλαδή με βάση το οποίο δανείζονται καθημερινά οι τράπεζες μεταξύ τους και το οποίο αντανακλά το πραγματικό κόστος άντλησης χρήματος για το πιστωτικό σύστημα.

Ακριβώς επειδή αντανακλά και τις εκτιμήσεις για την εξέλιξη των τιμών, το euribor ενσωματώνει και τις προσδοκίες για την πορεία των επιτοκίων με συνέπεια να μην ταυτίζεται ποτέ με το επιτόκιο αναχρηματοδότησης που ανακοινώνει η ΕΚΤ. Αν και στο παρελθόν ο δανεισμός με βάση το euribor, αφορούσε σχεδόν αποκλειστικά τα μεγάλα επιχειρηματικά δάνεια, σήμερα αφορά εξίσου και τους πελάτες της λιανικής. Αρκετά στεγαστικά δάνεια και πολύ περισσότερα μικρά επιχειρηματικά ή επαγγελματικά είναι συνδεδεμένα με το euribor. Σε αντίθεση λοιπόν με τους δανειολήπτες που έχουν πάρει δάνειο με επιτόκιο βασισμένο στο βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ και οι οποίοι θα κοιμούνται ήσυχοι για έναν τουλάχιστον ακόμη μήνα, όσοι έχουν δανειστεί με βάση το euribor, έχουν κάθε λόγο να ανησυχούν, αφού υφίστανται ήδη την αύξηση στη μηνιαία δόση του δανείου που πληρώνουν, χωρίς μάλιστα αρκετοί από αυτούς να το γνωρίζουν.

Ενδεικτικό της απόκλισης που εμφανίζουν τα δύο επιτόκια, είναι το γεγονός ότι ενώ το επιτόκιο της ΕΚΤ βρίσκεται σήμερα στο 4%, το euribor 1 μηνός διαμορφώνεται στο 4,45%, ενώ το euribor 3 μηνών στο 4,75% και το euribor 6 μηνών στο 4,76%. Στελέχη από τις τράπεζες σημειώνουν ότι ο δανεισμός σε euribor είναι μια ορθή πρακτική, αφού η τιμολόγηση ανταποκρίνεται στην πραγματική πορεία των επιτοκίων και όχι σε μια υποθετική τιμή, όπως είναι η τιμή του επιτοκίου αναχρηματοδότησης της ΕΚΤ, η οποία ουσιαστικά δεν υφίσταται. Προς επίρρωση μάλιστα αυτής της άποψης, δεν παραλείπουν να επισημάνουν ότι αποτελεί τον πιο δίκαιο τρόπο τιμολόγησης, αφού επιτρέπει στους δανειολήπτες να ωφεληθούν ανάλογα και κατά την περίοδο αποκλιμάκωσης των επιτοκίων, σε αντίθεση με όσους δανείζονται με επιτόκιο ΕΚΤ και οι οποίοι δεν απολαμβάνουν έγκαιρα τα οφέλη της μείωσης. Ετσι σε περιόδους ανόδου των επιτοκίων, οι δανειολήπτες που έχουν δάνειο με επιτόκιο euribor, υφίστανται άμεσα τις επιπτώσεις ανόδου, καθώς η μηνιαία δόση τους διαμορφώνεται με βάση την τιμή του euribor την τελευταία ημέρα του μήνα, ενώ αντίστοιχα θα συμβεί και σε περιόδους μείωσης των επιτοκίων.

Αν και δεν υπάρχουν στοιχεία για το ύψος των δανείων που είναι συνδεδεμένα με euribor, στελέχη από τις τράπεζες σημειώνουν ότι ο κύριος όγκος των δανείων κυμαινόμενου επιτοκίου είναι αυτά που αναφέρονται στο επιτόκιο της ΕΚΤ. Η έρευνα στο γκισέ των ελληνικών τραπεζών επιβεβαιώνει ότι τα δάνεια με euribor είναι πράγματι λιγότερο διαδεδομένα αλλά κάθε άλλο παρά αμελητέα. Τόσο οι μικρότερες τράπεζες αλλά και αρκετές από τις μεγάλες προωθούν αυτή την κατηγορία δανείων, είτε εναλλακτικά είτε με αποκλειστικό τρόπο, θεωρώντας ότι πρόκειται για πιο αντιπροσωπευτική τιμολογιακά κατηγορία δανείου.

Τα σταθερά

Αντίδοτο στον αγωνία του κυμαινόμενου επιτοκίου αποτελούν τα δάνεια σταθερού επιτοκίου, τα οποία συνεχίζουν να αποτελούν πρώτη επιλογή στις προτιμήσεις των Ελλήνων δανειοληπτών. Σύμφωνα με τα στοιχεία από τις τράπεζες, μόλις ένα στα τέσσερα νέα δάνεια που εκταμιεύεται κάθε μήνα είναι κυμαινόμενου επιτοκίου, ενώ τα τρία στα τέσσερα είναι σταθερού επιτοκίου μεσοπρόθεσμης κυρίως διάρκειας. Η στροφή που ξεκίνησε εδώ και ενάμιση περίπου χρόνο, συνεχίζεται σταθερά, με αποτέλεσμα το μήνα Ιούλιο από το σύνολο των 1,3 δισ. ευρώ νέων δανείων που εκταμιεύθηκαν, μόλις τα 292 εκατ. ευρώ να είναι δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου ή σταθερού επιτοκίου ενός έτους. Τη μερίδα του λέοντος στις προτιμήσεις των δανειοληπτών έχουν τα δάνεια σταθερού επιτοκίου έως 5 έτη, οι εκταμιεύσεις των οποίων ανήλθαν τον Ιούλιο σε 887 εκατ. ευρώ, ενώ διστακτικά είναι τα ελληνικά νοικοκυριά στα δάνεια σταθερού επιτοκίου μεγάλης διάρκειας 10 ή 20 ετών, το ύψος των οποίων – αν και συνεχώς αυξανόμενη η προτίμηση- δεν ξεπέρασε τον Ιούλιο τα 185 εκατ. ευρώ. Ενδεικτικό της συντριπτικής υπεροχής των δανείων σταθερού επιτοκίου είναι το γεγονός ότι, ενώ τον Ιανουάριο του 2006, λίγο μετά δηλαδή από την πρώτη αύξηση των επιτοκίων, τα δάνεια σταθερού επιτοκίου (5, 10 και 20 ετών) ήταν μόλις 103 εκατ. ευρώ έναντι 1.074 δισ. εκατ. ευρώ που ήταν οι εκταμιεύσεις νέων δανείων κυμαινόμενου επιτοκίου, η σχέση αυτή αντιστράφηκε πλήρως καθ’ όλη τη διάρκεια της ανοδικής πορείας των ευρωπαϊκών επιτοκίων. Ετσι ενάμιση χρόνο μετά, δηλαδή τον Ιούλιο του 2007, τα δάνεια σταθερού επιτοκίου, μεσοπρόθεσμης και μακροπρόθεσμης διάρκειας, αντιπροσωπεύουν το 79% των νέων εκταμιεύσεων, έναντι 8,7% τον Ιανουάριο του 2006.

Το ελβετικό

Ωφελημένοι στην παρούσα συγκυρία είναι και όσοι έχουν δάνειο με ελβετικό επιτόκιο, καθώς ευνοούνται τόσο από τη διαφορά επιτοκίου όσο και από την ισοτιμία των δύο νομισμάτων. Η τιμή-στόχος για το ελβετικό επιτόκιο διαμορφώνεται στο 2,5% με το αντίστοιχο libor 1 μηνός να κινείται ανοδικά, αλλά με ρυθμό ασθενέστερο σε σχέση με αυτό του euribor. Ετσι το euribor 1 μηνός διαμορφώνεται στο 4,45%, αρκετά υψηλότερα δηλαδή από το libor 1 μηνός που διαμορφώνεται στο 2,70%, αποτελώντας ελκυστική πρόταση δανεισμού. Αρκετές ελληνικές τράπεζες έχουν δανείσει με ελβετικό επιτόκιο σταθερής περιόδου 2 ετών, στο 3,5%, επίπεδο που αποτελεί πρόσθετο ανάχωμα προστασίας στις ανοδικές τάσεις των επιτοκίων. Οι ειδικοί πάντως συνιστούν αυξημένα αντανακλαστικά στο θέμα της ισοτιμίας, αφού μέχρι σήμερα η διατήρηση σε υψηλά επίπεδα των αμερικανικών επιτοκίων ευνοούσε το carry trade. Είναι το φαινόμενο όταν οι επενδυτές δανείζονται σε ελβετικό φράγκο και τοποθετούν στη συνέχεια τα χρήματά τους σε αγορές υψηλότερων αποδόσεων, όπως είναι σήμερα οι ΗΠΑ.

Η προοπτική μείωσης των αμερικανικών επιτοκίων ενδέχεται να αναστρέψει αυτή την τάση, με συνέπεια να είναι ορατός ο κίνδυνος, τα όποια οφέλη από τα χαμηλά ελβετικά επιτόκια να εξανεμιστούν από μια ενδεχόμενη ανατίμηση του ελβετικού νομίσματος έναντι του ευρώ.

Το κόστος θα πάει στους καταναλωτές

Η συνεδρίαση της Fed την Τρίτη είναι μια από τις κρισιμότερες των τελευταίων ετών. Κι αυτό γιατί ενδεχόμενη αύξηση των επιτοκίων της κατά 25 ή και 50 μονάδες βάσης, όπως συζητείται τα τελευταία 24ωρα, θα έθετε τις βάσεις για μια ανάλογη κίνηση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ).

Το γεγονός αυτό όμως θα είχε αποτέλεσμα να αυξηθούν στο επόμενο διάστημα και τα επιτόκια των ελληνικών τραπεζών. «Αυτή τη φορά, οι τράπεζες πολύ δύσκολα θα απορροφήσουν την αύξηση του κόστους του χρήματος. Κατά συνέπεια, το πιθανότερο ενδεχόμενο είναι ότι θα το μετακυλίσουν στους καταναλωτές» παραδέχονται ακόμα κι αρμόδια στελέχη πιστωτικών ιδρυμάτων, που παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις από το μέτωπο των επιτοκίων.

Το πρόβλημα, εν προκειμένω, θα το αντιμετωπίση εκείνη η κατηγορία των καταναλωτών η οποία έχει συνάψει το δάνειό της με κυμαινόμενο επιτόκιο και κατά συνέπεια βρίσκεται σε άμεση εξάρτηση από τις αποφάσεις της Φρανκφούρτης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή