Η αδυναμία και το δίλημμα του κ. Ντράγκι

Η αδυναμία και το δίλημμα του κ. Ντράγκι

3' 21" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Πριν από ένα χρόνο, τέτοιες ημέρες, ο τότε πρωθυπουργός της Ιταλίας, Σίλβιο Μπερλουσκόνι, πήρε μια επιστολή από δύο άνδρες που είχαν την τύχη της χώρας στα χέρια τους: τον Ζαν-Κλοντ Τρισέ, τότε πρόεδρο της ΕΚΤ, και τον μετέπειτα διάδοχό του και τότε πρόεδρο της Τράπεζας της Ιταλίας, Μάριο Ντράγκι. Του συνιστούσαν μια σειρά μέτρων που έπρεπε να υιοθετήσει άμεσα η Ιταλία, από περικοπές δαπανών μέχρι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, ώστε να ανακτήσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών. Ο κ. Μπερλουσκόνι άρχισε να συμμορφώνονται και η ΕΚΤ άρχισε να αγοράζει ομόλογα για να μειώσει το κόστος δανεισμού της Ιταλίας. Αλλά μόλις χαλάρωσε η πίεση από τις αγορές, ο κ. Μπερλουσκόνι υπαναχώρησε.

Η εμπειρία από τον Αύγουστο του 2011 εξηγεί ώς ένα βαθμό την επιφυλακτικότητα που επέδειξε ο κ. Ντράγκι όταν δήλωσε πως η ΕΚΤ είναι έτοιμη να αρχίσει εκ νέου τις αγορές ομολόγων τις επόμενες εβδομάδες αλλά μόνον αν οι υπερχρεωμένες χώρες προσφύγουν στους ευρωπαϊκούς μηχανισμούς στήριξης και υπαχθούν σε μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα. Οι αγορές υποχώρησαν άμεσα όπως άμεσα είχαν εκτιναχθεί μια εβδομάδα νωρίτερα όταν ο κ. Ντράγκι υποσχέθηκε στους επενδυτές πως «η ΕΚΤ θα κάνει ό,τι χρειάζεται για να προστατεύσει το ευρώ και πιστέψτε με θα είναι αρκετό». Προφανώς εκτιμούν πως ο κ. Ντράγκι δεν έκανε αρκετά για να καθησυχάσει την ανησυχία για ενδεχόμενη κατάρρευση του ευρώ παρά τη δήλωσή του πως το ευρώ είναι «μη αντιστρέψιμο». Ακόμη κι αν η Ευρωζώνη περάσει τον Αύγουστο χωρίς μείζονα κρίση, ο Σεπτέμβριος θα είναι σκληρός. Η στάση του κ. Ντράγκι δεν ήταν η ακαριαία αντίδραση που ήλπιζαν οι επενδυτές. Στην πραγματικότητα δεν ήταν ρεαλιστικό να περιμένει κανείς πως η ΕΚΤ θα διοχέτευε απεριόριστα κεφάλαια για τη στήριξη των χωρών της Ευρωζώνης. Κι αυτό γιατί οφείλει να ισορροπεί ανάμεσα στη θεωρητική της δυνατότητα να τυπώσει χρήμα και στην ασυνήθιστα στενή εντολή της για διατήρηση σταθερών τιμών, ανάμεσα στα συμφέροντα των επενδυτών και εκείνα των υπερχρεωμένων χωρών αλλά και στην ανάγκη να διατηρήσει μια πίεση στις αγορές ώστε να προχωρήσουν οι υπερχρεωμένες χώρες σε μεταρρυθμίσεις και ταυτοχρόνως στην ανάγκη να αποτρέψει μια χρεοκοπία των χωρών αυτών. Ο κ. Ντράγκι προσπαθεί να επανορθώσει τα σφάλματα παλαιότερων αγορών ομολόγων αλλά και την έλλειψη πολιτικής στήριξης στις επιλογές της ΕΚΤ. Δύο Γερμανοί μέλη του Δ.Σ. της Τράπεζας παραιτήθηκαν στο παρελθόν εξαιτίας της διαφωνίας τους με τα συμβατικά μέτρα. Ο κ. Ντράγκι δεν έκρυψε, άλλωστε, ότι ο επικεφαλής της Bundesbank, Γενς Βάιντμαν, εξέφρασε επισήμως τις «επιφυλάξεις» του για την τελευταία αυτή κίνησή του.

Προπαντός, ο κ. Ντράγκι δεν θέλει να εγκαταλείψει η Ιταλία τις μεταρρυθμίσεις ούτε οι πιστωτές να απαιτήσουν από την ΕΚΤ να αναλάβει εκείνη όλη τη διακινδύνευση στα βιβλία της. Εχοντας την εμπειρία από τον Μπερλουσκόνι, η ΕΚΤ δεν θέλει να είναι αυτή που θα επιβάλει μεταρρυθμίσεις στα κράτη-μέλη και θα τα τιμωρεί όταν αμελούν.

Δεύτερον, ο συνδυασμός των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων με τη δημοσιονομική εξυγίανση και τις αγορές ομολόγων, μπορεί να έχει πιο βιώσιμα αποτελέσματα. Τρίτον, αν δρουν πρώτα οι μηχανισμοί στήριξης, η δράση της ΕΚΤ έχει πολιτική κάλυψη. Τέταρτον, ο κ. Ντράγκι θα μπορεί έτσι να ισχυρισθεί πως οι παρεμβάσεις της ΕΚΤ συνάδουν με τη συμβατική νομισματική πολιτική και δεν αποτελούν χρηματοδότηση υπερχρεωμένων κυβερνήσεων.

Η συμμετοχή της ΕΚΤ κατευνάζει την ανησυχία πως οι μηχανισμοί στήριξης θα στερέψουν από κεφάλαια. Το σημαντικότερο είναι πως η ΕΚΤ θα θεωρεί ότι έχει τα περιθώρια να δράσει πιο αποφασιστικά. Πάντως, ο κ. Ντράγκι απέκλεισε κατηγορηματικά την ιδέα να ενισχύσει τα κεφάλαια των μηχανισμών διάσωσης, χορηγώντας τους τραπεζική άδεια ώστε να μπορούν να δανείζονται από την ΕΚΤ. Με την πολιτική του, ο κ. Ντράγκι συντάσσεται με τη στάση της γερμανικής κυβέρνησης: η βοήθεια εξαρτάται από τις μεταρρυθμίσεις. Είναι το μήνυμα που ο τεχνοκράτης πρωθυπουργός της Ιταλίας, Μάριο Μόντι, ήλπιζε να μην ακούσει. Υπάρχουν, όμως, δύο αντιφάσεις στη στάση του κ. Ντράγκι. Πρώτον επικρίνει τις αγορές ότι δεν αντιλαμβάνονται πόσο ισχυρή είναι η Ευρωζώνη αλλά η επιφυλακτικότητά του στην παροχή βοήθειας δείχνει έλλειψη εμπιστοσύνης στις πεποιθήσεις του. Δεύτερον, διατηρεί την πολιτική του εξαναγκασμού των χωρών σε επώδυνες μεταρρυθμίσεις. Και όμως υποστηρίζει την άποψη ότι η Ευρωζώνη πάσχει εξαιτίας των σοβαρότατων ελλείψεων στον ίδιο τον σχεδιασμό της.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή