Ενώ ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζεται και γονατίζει τις οικονομίες των εμπλεκόμενων χωρών, την ίδια στιγμή ο αντίκτυπός του γίνεται ήδη αισθητός πολύ πέραν των συνόρων τους. Στην Τουρκία, που ήδη αντιμετωπίζει νομισματική κρίση και ιλιγγιώδη πληθωρισμό 54,4%, ο πόλεμος έχει ρίξει βαριά τη σκιά του στα σχέδια του Τούρκου προέδρου για περαιτέρω μείωση των επιτοκίων, αύξηση των εξαγωγών, τόνωση των ρυθμών ανάπτυξης και δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.
Οπως επισημαίνει το Syndication Bureau, που δημοσιεύει ειδήσεις και αναλύσεις για τις χώρες της Μέσης Ανατολής, οι δεσμοί της Τουρκίας τόσο με τη Ρωσία όσο και με την Ουκρανία έχουν επί πολλά χρόνια ωφελήσει την οικονομία της. Τώρα, όμως, έχουν αρχίσει να αποτελούν τροχοπέδη και πρόβλημα. Ενας λόγος είναι η έκθεση της τουρκικής οικονομίας στις αγορές της Ρωσίας και της Ουκρανίας. Υπάρχουν αυτή τη στιγμή περισσότερες από 700 τουρκικές επιχειρήσεις στην Ουκρανία με επενδύσεις άνω των 4,5 δισ. δολαρίων.
Μία εξ αυτών είναι η Anadolu Efes, η πέμπτη σε μέγεθος ζυθοποιία στην Ευρώπη, που λειτουργεί 11 μονάδες παραγωγής στη Ρωσία και τρεις στην Ουκρανία. Εχουν όλες αναστείλει τη λειτουργία τους. Εχουν, άλλωστε, πληγεί οι βιομηχανίες έτοιμων ενδυμάτων που βρίσκονται στα περίχωρα της Κωνσταντινούπολης, καθώς οι παραγγελίες τους από τη Ρωσία και την Ουκρανία αντιπροσωπεύουν συνήθως το 40% των ετήσιων εμπορικών συναλλαγών ύψους 3 δισ. δολαρίων. Από τη στιγμή που άρχισε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έχουν ανασταλεί οι παραγγελίες και οι πωλήσεις.
Τουρκία: τρίτη χώρα στον κόσμο σε εισαγωγές σιτηρών
Επιπλέον, η Τουρκία αντιμετωπίζει κίνδυνο διατροφικής κρίσης εξαιτίας του πολέμου. Μολονότι άλλοτε θεωρείτο ικανή να αναδειχθεί σε κύριο παραγωγό τροφίμων, σήμερα εισάγει το μεγαλύτερο μέρος των τροφίμων που καταναλώνει. Και καθώς ο πληθωρισμός βρίσκεται σε ιλιγγιώδη ύψη και σε συνεχή ανοδική πορεία, η εξάρτησή της από τα εισαγόμενα τρόφιμα οδηγεί τους καταναλωτές στην ένδεια και στην πτώχευση. Σύμφωνα με το Τουρκικό Ινστιτούτο Στατιστικής, τους πρώτους δύο μήνες του τρέχοντος έτους ο δείκτης των τιμών καταναλωτή σημείωσε άνοδο 16,4%, ενώ ο τουρκικός όμιλος ερευνών για τον πληθωρισμό, που παρακολουθεί τις τιμές, υπολογίζει πως οι τιμές καταναλωτή στα τρόφιμα και στις υπηρεσίες εκτοξεύθηκαν κατά σχεδόν 124% από τον Φεβρουάριο του 2021 μέχρι τον Φεβρουάριο του 2022.
Καίριο πρόβλημα είναι οι διαρκώς αυξανόμενες τιμές των σιτηρών. Το 2019 η Τουρκία ήταν η τρίτη χώρα στον κόσμο σε εισαγωγές σιτηρών και σήμερα εισάγει σχεδόν 20 τόνους ετησίως. Σύμφωνα με το Τουρκικό Συμβούλιο Σιτηρών, η τιμή του σιταριού έχει εκτοξευθεί στα 517 δολάρια ο τόνος, ενώ μόλις πριν από ένα χρόνο, τον Μάρτιο του 2021, ανερχόταν μόνον σε 262 δολάρια ο τόνος. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη άνοδο που έχει σημειώσει τα τελευταία 14 χρόνια. Αμεση συνέπεια αυτής της εκτόξευση είναι ότι το ψωμί στην Τουρκία είναι σήμερα κατά 120% ακριβότερο σε σύγκριση με αυτό που ήταν πριν από μόλις τρία χρόνια. Δεδομένου δε ότι το 65% των σιτηρών που εισάγει προέρχεται από τη Ρωσία και το 13% από την Ουκρανία, οι τιμές αυτές προφανώς θα εκτιναχθούν περαιτέρω.
Αντιδρώντας στη νέα άνοδο που σημείωσαν οι τιμές των τροφίμων μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, οι Τούρκοι άρχισαν να αγοράζουν μαζικά μεγάλο όγκο ηλιελαίου, ενός βασικού είδους διατροφής που η Τουρκία εισάγει σε μεγάλες ποσότητες. Είναι πρώτη στον κόσμο σε εισαγωγές ηλιελαίου και πάλι οι προμηθευτές της είναι η Ρωσία και η Ουκρανία που αντιπροσωπεύουν το 70% των εισαγωγών της στο είδος. Και βέβαια ο πόλεμος έχει οδηγήσει τις τιμές και του ηλιελαίου στα ύψη που μόνον μέσα στην περασμένη εβδομάδα εκτοξεύθηκε στις 2.000 δολάρια ο τόνος από τα 1.400 δολάρια ο τόνος.