Το κόστος του εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο

Το κόστος του εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο

Το πλήγμα στην οικονομία της Ρωσίας και οι πιθανές επιπτώσεις για τους Ευρωπαίους

7' 54" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Του Θεόδωρου Τσακίρη

Η επί της αρχής απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 30 Μαΐου 2022 να επιβάλει μερικό μποϊκοτάζ στις εισαγωγές ρωσικού αργού πετρελαίου και πετρελαιοειδών αποτελεί τη σημαντικότερη πράξη οικονομικού πολέμου κατά της Ρωσίας από τη σύσταση της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Εάν η Ρωσία, εκμεταλλευόμενη τις αυξημένες τιμές Brent, έφτασε τον Απρίλιο του 2022 να εισπράττει περίπου 1 δισ. δολ. την ημέρα, περίπου το 70% αυτών των εσόδων προερχόταν από τις εξαγωγές αργού και πετρελαιοειδών και το 40% αυτών των χρημάτων προερχόταν από την Ε.Ε., δηλαδή περί τα 280 εκατομμύρια δολάρια την ημέρα.

Το κόστος του εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο-1

Σύμφωνα με τα στοιχεία του ρωσικού υπουργείου Οικονομικών, το 2021 τα κρατικά έσοδα από τη φορολόγηση των εξαγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου ανήλθαν στο ποσό των 120 δισ. δολ. Τα έσοδα αυτά προέρχονταν κατά κύριο λόγο από τη φορολόγηση των ρωσικών εξαγωγών υδρογονανθράκων, η αξία των οποίων ανήλθε πέρυσι βάσει στοιχείων της Ρωσικής Κεντρικής Τράπεζας (ΡΚΤ) στα 240 δισ. δολ. Από αυτά τα 240 δισ., το 77% αφορούσε εξαγωγές πετρελαίου και πετρελαιοειδών, το 50% των οποίων κατευθυνόταν προς την Ε.Ε. και τις χώρες του ΟΟΣΑ.

Η Ρωσία, εκμεταλλευόμενη τις αυξημένες τιμές Brent, έφτασε τον Απρίλιο του 2022 να εισπράττει περίπου 1 δισ. δολ. την ημέρα.

Το ευρωπαϊκό μποϊκοτάζ που παράλληλα θα θέσει εκτός του συστήματος SWIFT και τη μεγαλύτερη εμπορική τράπεζα της Ρωσίας, μέσω της οποίας εκκαθαρίζονται οι συναλλαγές μεγάλου μέρους των πετρελαϊκών εξαγωγών της χώρας, αποτελεί μεσομακροπρόθεσμα ένα πολύ σοβαρό πλήγμα για τη ρωσική οικονομία, σοβαρότερο και από τη «συντηρητική κατάσχεση» καταθέσεων και λοιπών ρευστοποιήσιμων τίτλων, ύψους 300 δισ. δολ., που διέθετε η ΡΚΤ σε δυτικές τράπεζες.

Αν και ο υπό οριστικοποίηση κανονισμός της 6ης δέσμης κυρώσεων εξαιρεί εις το διηνεκές τις εξαγωγές μέσω πετρελαιαγωγών, δηλαδή το σύστημα Druzhba, προς χάριν Ουγγαρίας, Σλοβακίας και Τσεχίας, απαγορεύει μέσα σε 6 μήνες την εισαγωγή οπουδήποτε στην Ε.Ε. ρωσικού αργού πετρελαίου (και μέσα σε 8 μήνες πετρελαιοειδών) μέσω δεξαμενοπλοίων. Αν και ο αγωγός Druzhba εξήγε έως τον περασμένο μήνα περίπου 700.000-750.000 β/η (βαρέλια/ημέρα) οι ροές αυτές αναλογούν μόλις στο 30% του συνόλου των εξαγωγών αργού πετρελαίου της Ρωσίας στην Ε.Ε. Το υπόλοιπο 70% στοχοποιείται άμεσα.

Εάν δε τα γερμανικά και πολωνικά διυλιστήρια που τροφοδοτούνται από τον Druzhba βρουν εναλλακτικές πηγές τροφοδοσίας, τότε –με δεδομένη την ελάχιστη εισαγωγή ρωσικών πετρελαιοειδών από τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης– μετά τον Μάρτιο του 2023 αναμένεται να «επιβιώσουν» περίπου μόνο οι 400.000 από τα 3,4 εκατομμύρια βαρέλια/ ημέρα (εκβ/η) ρωσικού αργού και προϊόντων που εξήχθησαν στην Ε.Ε. τον περασμένο μήνα. Αυτά τα 3 εκβ/η αναλογούν στο 38,5% των παγκοσμίων πετρελαϊκών εξαγωγών της Ρωσίας, που τον Φεβρουάριο του 2022 ξεπέρασαν τα 7,8 εκβ/η. Από αυτά τα 3 εκβ/η, το 1,8 αφορά εξαγωγές αργού και το 1,2 εξαγωγές προϊόντων.

Τα «κλειδιά» για την επιτυχία του μποϊκοτάζ

Το πλήγμα που επιδιώκεται να καταβληθεί κατά της ρωσικής οικονομίας φαίνεται να είναι καταλυτικό. Πόσο καταλυτικό είναι όμως στην πραγματικότητα; Ποιες θα είναι οι επιπτώσεις στους Ευρωπαίους καταναλωτές που ήδη πιέζονται αφόρητα έπειτα από σχεδόν εννέα μήνες ιστορικά υψηλών τιμών φυσικού αερίου και ηλεκτρισμού; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα αποτελεί συνάρτηση τριών παραμέτρων:

α) Της δυνατότητας της Ρωσίας να βρει εναλλακτικούς αγοραστές εκτός Ε.Ε.
β) Της δυνατότητας της Ρωσίας να συντηρήσει την πρόσβαση που έχει σε αυτούς τους αγοραστές είτε μέσω δεξαμενοπλοίων είτε μέσω αγωγών.
γ) Της τιμής στην οποία θα πουλάει το πετρέλαιό της στους εναλλακτικούς της Ε.Ε. εισαγωγείς της.

Αν και η Ρωσία θα αντιμετωπίσει μεγάλες δυσκολίες για να αντικαταστήσει τα 1,2 εκβ/η προϊόντων στην Ασία, η εικόνα είναι διαφορετική για το αργό της πετρέλαιο που ήδη πωλείται (OTC-Over the Counter) με εκπτώσεις της τάξης των 35 δολ./βαρέλι σε σχέση με τις επίσημες τιμές της βασικής ρωσικής ποικιλίας (Urals Blend).

Ακόμη και πριν από την απόφαση της επιβολής του ευρωπαϊκού μποϊκοτάζ, τα μποϊκοτάζ που επέβαλαν οι ΗΠΑ και το Η.Β. σε συνδυασμό με την αποχώρηση πολλών διεθνών πετρελαϊκών εταιρειών και εμπορικών μεσαζόντων από τη Ρωσία είχαν ενεργοποιήσει μια δομική μετατόπιση των ρωσικών εξαγωγών πετρελαίου προς την Ασία. Οι ασιατικές αγορές απορρόφησαν το 2021 το 42% του συνόλου των ρωσικών πετρελαϊκών εξαγωγών ή το 44% εάν συνυπολογισθεί η Τουρκία, η μοναδική χώρα του ΝΑΤΟ και του ΟΟΣΑ που δεν έχει επιβάλει καμία κύρωση στη Ρωσία. Το ποσοστό αυτό, κυρίως λόγω των αυξημένων εισαγωγών της Ινδίας και δευτερευόντως της Τουρκίας, πλέον έχει αυξηθεί σχεδόν στο 62% του συνόλου των παγκόσμιων ρωσικών εξαγωγών και η μετατόπιση αυτή έγινε μέσα σε 2-3 μήνες. Συνεπώς η Ρωσία διαθέτει εναλλακτικές αγορές για σημαντικό μέρος των εξαγωγών της.

Ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο η Ε.Ε. μαζί το Η.Β. θα επιχειρήσουν να στερήσουν από τη Ρωσία τα πλωτά μέσα μεταφοράς του πετρελαίου της στην Ασία απαγορεύοντας την (αντ)ασφάλιση των δεξαμενοπλοίων που μεταφέρουν ρωσικό πετρέλαιο οπουδήποτε στον κόσμο. Αν και μέρος του εφοπλιστικού στόλου πιθανόν να αποθαρρυνθεί, οι τεχνικές υπεκφυγής της Ρωσίας είναι ευρέως διαδεδομένες και θα της επιτρέψουν –όσο έστω και μόνο μία τράπεζά της παραμείνει στο σύστημα SWIFT– να υποκαταστήσει από το 35% έως το 50% των επαπειλούμενων 3 εκβ/η που προανέφερα. Με δεδομένες τις πολύ υψηλές τιμές πετρελαίου που έφτασαν την ημέρα ανακοίνωσης της πολιτικής απόφασης του ευρωπαϊκού μποϊκοτάζ τα 123 δολ./βαρέλι (Brent), ακόμη και εάν η Ρωσία κάνει εκπτώσεις της τάξης των 35 δολ./βαρέλι, ακόμη και εάν πληρώνει αυξημένα ναύλα για τη μεταφορά του πετρελαίου της, τα καθαρά κέρδη που θα επιστρέφουν στη Μόσχα θα εξακολουθήσουν να είναι πολλαπλάσια των περυσινών. Οσο, δε, εξακολουθεί να αυξάνεται η τιμή τόσο αυτοτιμωρητική θα είναι η επίπτωση των κυρώσεων για τον Ευρωπαίο καταναλωτή. Το βασικό ζήτημα λοιπόν είναι να πέσουν οι τιμές.

* Ο δρ Θεόδωρος Τσακίρης είναι αναπληρωτής καθηγητής Γεωπολιτικής και Ενεργειακής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Λευκωσίας.

Ο ΟΠΕΚ αυξάνει την παραγωγή, αλλά το αργό ανέβηκε πάνω από τα 117 δολ. το βαρέλι

Των Ρομπ Βέρντονκ, Ελίζαμπεθ Λόου και Αντονι ντι Πάολα/ Bloomberg

Οι τιμές του πετρελαίου συνέχισαν την ανοδική τους πορεία για έκτη συναπτή εβδομάδα μετά την απόφαση του ΟΠΕΚ να προχωρήσει σε περιορισμένη αύξηση της παραγωγής του που δεν κατάφερε να κατευνάσει την ανησυχία για το ενδεχόμενο ελλείψεων στην παγκόσμια αγορά.
Η αύξηση της παραγωγής που συμφώνησε το διεθνές καρτέλ αντιπροσωπεύει μόλις το 0,4% της παγκόσμιας ζήτησης για την περίοδο Ιουλίου και Αυγούστου. Είχε προηγηθεί η φημολογία πως οι Σαουδάραβες ετοιμάζονταν να αντλήσουν πολύ περισσότερο «μαύρο χρυσό» στο πλαίσιο μιας αναθέρμανσης των σχέσεών τους με τις ΗΠΑ. Φημολογήθηκε ακόμη και πως επρόκειτο να εξαιρεθεί η Ρωσία από τις συμφωνίες που συνάπτουν τα μέλη του καρτέλ για τη μηνιαία παραγωγή τους.

Τίποτε τέτοιο δεν συνέβη. Το αργό Δυτικού Τέξας σημείωσε άνοδο 1,4% και σύντομα βρέθηκε σε επίπεδα πάνω από τα 117 δολάρια το βαρέλι. Τώρα όλα δείχνουν πως θα συνεχιστεί η άνοδος που σημειώνει εδώ και έξι μήνες το αμερικανικό αργό. Είχε προηγηθεί την περασμένη εβδομάδα η είδηση ότι τα αποθέματα αμερικανικού αργού μειώθηκαν σε ποσοστό υπερδιπλάσιο από όσο προβλεπόταν. Η απόφαση του διεθνούς καρτέλ να αυξήσει την παραγωγή κατά 648.000 βαρέλια την ημέρα τον Ιούλιο και τον Αύγουστο σημαίνει ότι αυτούς τους δύο μήνες θα προσθέτει περίπου 400.000 βαρέλια την ημέρα περισσότερα από όσα είχε προγραμματίσει μέχρι προσφάτως. «Δεν αρκεί», σχολιάζει σχετικά η Νάντι Μάρτιν Βίγκεν, αναλύτρια πετρελαίου στην Pareto Securities AS στο Οσλο. Οπως τονίζει η ίδια, καταδεικνύει πάντως ότι ο ΟΠΕΚ είναι πρόθυμος πλέον να αυξήσει την παραγωγή του προκειμένου να ανακόψει την πορεία της τιμής του πετρελαίου προς τα 150 ή και τα 180 δολάρια το βαρέλι.

Οι χώρες που αγοράζουν πετρέλαιο, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ, ασκούσαν επί μήνες πιέσεις στη Σαουδική Αραβία ώστε να παρέμβει και να ανακόψει την άνοδο των τιμών. Και τώρα όμως είναι αμφίβολο αν θα υλοποιήσει τις εξαγγελίες του το διεθνές καρτέλ, δεδομένου ότι πολλά από τα μέλη του δυσκολεύονται να αυξήσουν την παραγωγή τους. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Μάρτιν Βίγκεν, στην πραγματικότητα η παραγωγή του ΟΠΕΚ θα αυξηθεί κατά μόλις 250.000 βαρέλια την ημέρα ακριβώς εξαιτίας αυτών των δυσκολιών.

Η ανακοίνωση του ΟΠΕΚ συνέπεσε με την απόφαση της Ε.Ε. να επιβάλει μερικό μποϊκοτάζ στις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου, κάτι που αναμένεται να προκαλέσει περαιτέρω ελλείψεις στην παγκόσμια αγορά μέσα στους επόμενους μήνες. Οι τιμές του πετρελαίου κινούνται ανοδικά από τις αρχές του έτους, καθώς αυξάνεται διαρκώς η ζήτηση επειδή χαλαρώνουν σε όλες τις χώρες οι περιορισμοί κατά της πανδημίας. Στο μεταξύ, όμως, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία έχει οδηγήσει σε σημαντική έλλειψη της προσφοράς, καθώς απουσιάζει από την αγορά το πετρέλαιο ενός εκ των τριών μεγαλύτερων παραγωγών του κόσμου. Επιπλέον, ενδέχεται να αυξηθεί η κατανάλωση από την Κίνα, την πρώτη στον κόσμο σε εισαγωγές πετρελαίου, εντείνοντας έτσι τις ανοδικές πιέσεις στις τιμές. Αυτό επισήμανε η Goldman Sachs που υπογράμμισε πως η αύξηση της παραγωγής του ΟΠΕΚ δεν επαρκεί για να επαναφέρει την αγορά σε ισορροπία, καθώς αναμένεται να ανακάμψει η ζήτηση από την Κίνα και να παρουσιαστεί έλλειμμα.  

Το… θαύμα

Μόνο η Σαουδική Αραβία και τα ΗΑΕ μπορούν μεταξύ τους να αυξήσουν την παραγωγή τους κατά σχεδόν 3 εκβ/η υπερκαλύπτοντας τις διαφαινόμενες ρωσικές απώλειες, αλλά μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2022 τουλάχιστον δεν πρόκειται να το κάνουν χωρίς να διαλύσουν τη συμφωνία του ΟΠΕΚ+ με τη Ρωσία και, άλλωστε, δεν έχουν κανένα οικονομικό κίνητρο για μειώσουν τις τιμές.

Το Ιράν, που επίσης θα μπορούσε αλλά και που θα ήθελε να αυξήσει την παραγωγή του, βρίσκεται εκ νέου σε τροχιά σύγκρουσης με τις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ οι συνομιλίες για τα πυρηνικά του έχουν αποτελματωθεί. Η μόνη προσπάθεια εξισορρόπησης των τιμών θα μπορούσε να έρθει από μια τρίτη κινητοποίηση των στρατηγικών αποθεμάτων του ΔΟΕ την ώρα που οι δύο προηγούμενες «απελευθερώσεις» αποθεμάτων απέτυχαν να μειώσουν τις τιμές καθ’ οποιονδήποτε τρόπο. Υπό αυτές τις συνθήκες, θα αποτελέσει θαύμα εάν οι τιμές του αργού πετρελαίου αυτό το καλοκαίρι παραμείνουν «μόνο» στα 120 δολ./βαρέλι.

Το κόστος του εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο-2

 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή