Μάχη ΗΠΑ – Ε.Ε. για τις πράσινες βιομηχανίες

Μάχη ΗΠΑ – Ε.Ε. για τις πράσινες βιομηχανίες

Το πακέτο Μπάιντεν για ενισχύσεις 369 δισ. δολ. προκαλεί φόβους αποβιομηχάνισης στην Ευρώπη

7' 26" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η εμπειρία των δύο μεγαλύτερων εμπορικών εταίρων, Ε.Ε. και ΗΠΑ, από τις εμπορικές διαμάχες τους προδίδει μάλλον πως δεν βγαίνει κανείς ιδιαιτέρως ωφελημένος από αυτές τις δαπανηρές, χρονοβόρες και συχνά ατελέσφορες αντιπαραθέσεις. Η προηγούμενη μεγάλη διαμάχη τους, που έφτασε βέβαια στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, ήταν η σχετική με τις επιδοτήσεις στις αεροναυπηγικές βιομηχανίες Airbus και Boeing, και διήρκεσε 17 ολόκληρα χρόνια. Και βέβαια, οι δύο πλευρές του Ατλαντικού υφίστανται εξίσου την πίεση που τους ασκεί ο επιθετικός ανταγωνισμός της Κίνας.

Από τον περασμένο Αύγουστο, εν μέσω δηλαδή του πολέμου στην Ουκρανία, της ενεργειακής κρίσης και της δαπανηρής συστράτευσης της Ε.Ε. με την Ουάσιγκτον έναντι της Ρωσίας, στις σχέσεις ανάμεσα στους μεγαλύτερους εμπορικούς εταίρους παρεμβάλλεται νέα και μείζονος σημασίας εμπορική διαμάχη. Την προκάλεσε η απόφαση της κυβέρνησης Μπάιντεν να υπογράψει ένα γιγαντιαίο πακέτο ενισχύσεων, ύψους 369 δισ. δολ., στις λεγόμενες πράσινες δαπάνες, βιομηχανίες, επενδύσεις και τεχνολογίες όταν αυτές είναι εντός Αμερικής. Γνωστό με το ακρωνύμιο IRA, που σημαίνει νομοσχέδιο για τη μείωση του πληθωρισμού, το πακέτο αυτό έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις στην Ευρώπη, η οποία προσάπτει στην Ουάσιγκτον ότι επιστρατεύει πρακτικές παρόμοιες με εκείνες της Κίνας καθώς ενισχύει τις βιομηχανίες της, θέτοντας τεχνηέντως τις ευρωπαϊκές σε ανταγωνιστικό μειονέκτημα.

Η Ουάσιγκτον κατηγορείται ότι επιστρατεύει πρακτικές Κίνας, θέτοντας τεχνηέντως τις ευρωπαϊκές σε ανταγωνιστικό μειονέκτημα.

Θεωρητικά η επιλογή αυτή της Ουάσιγκτον στοχεύει στην ενίσχυση των τεχνολογιών καθαρής ενέργειας, των φιλικών προς το περιβάλλον βιομηχανιών και γενικότερα στην επιτάχυνση της στροφής στην πράσινη οικονομία. Επομένως, αφορά έναν διακηρυγμένο στόχο και της Ε.Ε., που εύκολα θα μπορούσε να κατηγορηθεί για διπρόσωπη ή υποκριτική στάση. Στην πράξη, βέβαια, τα πράγματα είναι, ως συνήθως, αρκετά διαφορετικά, καθώς η πολιτική αυτή αναμφίβολα θα λειτουργήσει υπέρ της παραγωγής εντός Αμερικής και θα αποδυναμώσει τις ευρωπαϊκές βιομηχανίες όπως εύλογα υποστηρίζει η Ε.Ε. Και όλα αυτά στην εξαιρετικά δυσμενή συγκυρία της ενεργειακής κρίσης και του υψηλού πληθωρισμού που έχει ήδη γονατίσει τις ευρωπαϊκές βιομηχανίες, οδηγώντας πολλές από αυτές στην έξοδο από τη Γηραιά Ηπειρο. Προπαντός η Ε.Ε. έχει κάθε λόγο να ανησυχεί για την τύχη των βιομηχανιών της, αν δεν κατορθώσει να τις ενισχύσει στον βαθμό που το κάνουν η Ουάσιγκτον και το Πεκίνο.

Το πλέον ενδεικτικό παράδειγμα είναι εκείνο των ηλεκτροκίνητων οχημάτων, που όταν θα συναρμολογούνται εντός Αμερικής αλλά και εντός Καναδά ή Μεξικού θα επιδοτούνται εμμέσως με φοροαπαλλαγές. Οσα, αντιθέτως, θα παράγονται έστω και μερικώς εντός Ευρώπης δεν θα υποστηρίζονται στο ελάχιστο, κάτι που δύσκολα μπορεί να δεχθεί η Ε.Ε. όπως δήλωσε ενώπιον των ομολόγων του ο Τσέχος υπουργός Οικονομικών Γιόζεφ Σικέλα. Με έκδηλη ανησυχία, άλλωστε, ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν, Βάλντις Ντομπρόβσκις, προειδοποίησε προ ημερών πως το πακέτο Μπάιντεν «μπορεί να αποτελέσει μεροληπτική μεταχείριση κατά των ευρωπαϊκών αυτοκινητοβιομηχανιών, των ευρωπαϊκών βιομηχανιών μπαταριών, των ευρωπαϊκών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και των ευρωπαϊκών βιομηχανιών εντάσεως ενέργειας».

Μάχη ΗΠΑ – Ε.Ε. για τις πράσινες βιομηχανίες-1

Οι Βρυξέλλες απειλούν με προσφυγή στον ΠΟΕ

Σε μια προσπάθεια να θωρακίσουν τις ευρωπαϊκές βιομηχανίες, οι Βρυξέλλες έχουν αφήσει ανοικτό το ενδεχόμενο να προσφύγουν στον ΠΟΕ, κατηγορώντας την Ουάσιγκτον ότι παραβιάζει τους κανόνες που διέπουν το διεθνές εμπόριο. Θα ήταν ίσως αδόκιμη η συγκυρία για έναν νέο εμπορικό πόλεμο ενώ οι δύο πλευρές του Ατλαντικού έχουν υιοθετήσει κοινή στάση απέναντι σε έναν πραγματικό πόλεμο. Οπως, άλλωστε, επισήμανε η επίτροπος Ανταγωνισμού, Μαργκρέτε Βεστάγκερ, οι συνθήκες κάθε άλλο παρά ιδανικές είναι για να ανοίξει η Ευρώπη μέτωπο με την υπερδύναμη εν μέσω ενεργειακής κρίσης, καθώς «μπορούμε να διαχειριστούμε μόνο έναν πόλεμο τη φορά και όπως έχουμε βρει λύσεις σε δυσεπίλυτα ζητήματα άλλες φορές, πρέπει να το κάνουμε ξανά».

Την ίδια στιγμή, όμως, οικονομικοί αναλυτές επισημαίνουν ότι η Κομισιόν έχει σοβαρούς λόγους να μη φέρει το θέμα στον ΠΟΕ και όχι μόνο γιατί δεν επιθυμεί έναν εμπορικό πόλεμο με την Ουάσιγκτον, αλλά και επειδή μια προσφυγή της Ε.Ε. στον ΠΟΕ θα έφερνε στην επιφάνεια την αιώνια απόκλιση συμφερόντων ανάμεσα στις χώρες-μέλη της. Εν προκειμένω, η Γαλλία του Εμανουέλ Μακρόν έχει προωθήσει ανάλογα μέτρα και ζητάει ενίσχυση της ευρωπαϊκής όπως και της γαλλικής βιομηχανίας. Αλλες χώρες όπως η Ιρλανδία και η Ολλανδία επενδύουν στο ελεύθερο εμπόριο, που θεωρούν ότι εξυπηρετεί τα συμφέροντά τους.

Η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, έχει παρουσιάσει την πρότασή της για τη θέσπιση ενός Ταμείου Ευρωπαϊκής Κυριαρχίας που θα ενισχύει οικονομικά τα κράτη-μέλη στη μετάβασή τους στην πράσινη οικονομία. Εχει μάλιστα προτείνει να χρησιμοποιηθούν προς αυτήν την κατεύθυνση τα έσοδα της Ε.Ε. από το σύστημα εμπορίας των εκπομπών καυσαερίων, αναγνωρίζοντας πως «δεν έχουν όλα τα κράτη-μέλη τα δημοσιονομικά περιθώρια για να χορηγήσουν κρατικές ενισχύσεις στις βιομηχανίες τους». Ωστόσο ο συνήθης ύποπτος σε αυτές τις περιπτώσεις, το Βερολίνο, επιμένει πως υπάρχουν πολλά κεφάλαια της Ε.Ε. που μπορούν να αξιοποιηθούν, αλλά και να δοθούν περαιτέρω κίνητρα για να ληφθούν μέτρα σε εθνικό επίπεδο. Η εξαιρετικά δυσμενής συγκυρία της ενεργειακής κρίσης έφερε στο προσκήνιο τα αγεφύρωτα χάσματα μεταξύ πλούσιων και φτωχών, βορείων και νοτίων της Ε.Ε. Το φθινόπωρο, η Γερμανία ανακοίνωσε το επίμαχο πακέτο των 200 δισ. ευρώ για την ενίσχυση των επιχειρήσεών της, προκαλώντας θυελλώδεις αντιδράσεις των εταίρων της που αναζητούσαν μια ευρωπαϊκή λύση στην ενεργειακή κρίση. Ετσι φαίνεται τουλάχιστον απίθανο να συμφωνήσει η Ε.Ε. σε ένα πακέτο ανάλογο του Ταμείου Ανάκαμψης, που συμφωνήθηκε για την ανάκαμψη από την ύφεση της πανδημίας.

Δεν αλλάζει ρότα η Ουάσιγκτον, συνιστά στήριξη των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων

Μέχρι στιγμής οι πιέσεις της Ε.Ε. κατά του πακέτου Μπάιντεν για τις επιδοτήσεις στην παραγωγή πράσινων βιομηχανιών εντός ΗΠΑ έχουν αποδειχθεί ατελέσφορες. Η Ουάσιγκτον δεν δείχνει διατεθειμένη να αλλάξει κάτι στο επίμαχο νομοσχέδιο για την επιδότηση των πράσινων βιομηχανιών, που είναι εξαιρετικά δημοφιλές μεταξύ των Δημοκρατικών. Οικονομικοί και πολιτικοί αναλυτές επισημαίνουν άλλωστε ότι ακόμη κι αν η κυβέρνηση Μπάιντεν πάρει ζεστά το θέμα, δεν θα μπορεί να τροποποιήσει σημαντικά το νομοσχέδιο χωρίς τη συναίνεση του Κογκρέσου. Τονίζουν όμως πως το Κογκρέσο δύσκολα θα προχωρήσει σε τροποποίηση, δεδομένου ότι το πακέτο Μπάιντεν είναι προϊόν λεπτού συμβιβασμού.

Οσον αφορά τη στάση του Λευκού Οίκου, ο Αμερικανός πρόεδρος έχει μέχρι στιγμής αρκεστεί σε ευχολόγια για κάποια φιλική διευθέτηση του προβλήματος στη συνάντηση που είχε προ εβδομάδων με τον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν. Παράλληλα, η εκπρόσωπος Εμπορίου των ΗΠΑ, Κάθριν Τάι, συνέστησε στην Ευρώπη να κάνει κάτι αντίστοιχο και να στηρίξει οικονομικά τις βιομηχανίες ώστε να απεξαρτηθεί από την Κίνα όσον αφορά την παραγωγή προϊόντων στρατηγικής σημασίας. Και βέβαια η κ. Τάι δεν παρέλειψε να θυμίσει στην Ε.Ε. ότι οι δύο εμπορικοί εταίροι έχουν στον ίδιο βαθμό να αντιμετωπίσουν τις αθέμιτες πρακτικές της Κίνας.

Μοιραία η μπάλα βρίσκεται στα χέρια της Κομισιόν, που υποσχέθηκε διά στόματος της προέδρου να χαλαρώσει τους αυστηρούς κανόνες που διέπουν τις κρατικές ενισχύσεις, ώστε να επιτρέψει στις χώρες-μέλη να στηρίξουν τις βιομηχανίες τους. Παραμένει όμως έτσι το καυτό ερώτημα τι μπορεί να κάνει η Τσεχία ή η Σλοβακία, για παράδειγμα, αν συγκριθεί με τις δυνατότητες της Γερμανίας και πώς οι βιομηχανίες της Τσεχίας ή της Σλοβακίας θα ανταγωνιστούν τις γερμανικές, που θα έχουν τύχει της γενναίας υποστήριξης του Βερολίνου. Επομένως η Ε.Ε. θα εξακολουθήσει να προβληματίζεται και να ανησυχεί για το θέμα.

Οσον αφορά τις ΗΠΑ, πάντως, το νομοσχέδιο για την επιδότηση των πράσινων βιομηχανιών έχει και μια άλλη ανάγνωση, αυτή που αφορά τους καταναλωτές και την προθυμία ή απροθυμία τους να πληρώσουν περισσότερα για να βοηθήσουν τον πλανήτη. Σε σχετικό δημοσίευμά του το περιοδικό Time επισημαίνει πως στόχος του πακέτου Μπάιντεν και των επιδοτήσεων στις πράσινες βιομηχανίες και στις πωλήσεις τους είναι να διευκολύνει νοικοκυριά και καταναλωτές να στραφούν στην ηλεκτροκίνηση. Σχετική δημοσκόπηση που δημοσιεύει το περιοδικό φέρει το 52% των Αμερικανών να συμφωνεί με την άποψη ότι τα μακροπρόθεσμα οφέλη της πράσινης ενέργειας υπερβαίνουν σαφώς το κόστος της. Ωστόσο, μόνον το 36% δηλώνει πρόθυμο να πληρώσει περισσότερο για να έχει πράσινη ενέργεια. Το σχετικό δημοσίευμα επισημαίνει πως οι επιδοτήσεις του επίμαχου πακέτου είναι διαφόρων ειδών, άλλες είναι άμεσες επιδοτήσεις και άλλες προσφέρονται υπό τη μορφή φοροαπαλλαγών. Οταν όμως πρόκειται για φοροαπαλλαγές, ο καταναλωτής πρέπει να καταβάλει το σύνολο της τιμής ενός ηλεκτροκίνητου οχήματος, για παράδειγμα, και να περιμένει την ελάφρυνση μόνον όταν θα έρθει η ώρα να πληρώσει φόρους. Γι’ αυτό και οι καταναλωτές εύλογα αξιολογούν εντελώς διαφορετικά τις επιδοτήσεις, τις οποίες θεωρούν χρήσιμες, και διαφορετικά τις φοροαπαλλαγές, των οποίων την αξία αμφισβητούν.

Μάχη ΗΠΑ – Ε.Ε. για τις πράσινες βιομηχανίες-2

Ανησυχία

Με ανησυχία για το ενδεχόμενο να δελεαστούν οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις από τις αμερικανικές επιδοτήσεις, η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν τόνισε πως «αν φεύγουν στρατηγικής σημασίας επενδύσεις από την Ε.Ε., θα υπονομευθεί η ενιαία αγορά, για αυτό και θα βρούμε τρόπο να προσαρμόσουμε αναλόγως τους κανόνες μας για τις κρατικές ενισχύσεις».

 

 

 

 

 

Μάχη ΗΠΑ – Ε.Ε. για τις πράσινες βιομηχανίες-3

Το όραμα 

Η εκπρόσωπος Εμπορίου των ΗΠΑ, Κάθριν Τάι, υποστήριξε πως το «όραμα των ΗΠΑ για τη βιομηχανική πολιτική αφορά τη συνεργασία μας με φίλους και συμμάχους, ώστε να μας δώσει τη δυνατότητα να κατακτήσουμε μια ανθεκτική οικονομία και να απαλλαγούμε από εξαρτήσεις και δεσμεύσεις που έχουν αποδειχθεί επιζήμιες».

 

 

 

Μάχη ΗΠΑ – Ε.Ε. για τις πράσινες βιομηχανίες-4

Διαφωνία

Ο Γερμανός υπουργός Οικονομίας Κρίστιαν Λίντνερ εξέφρασε απροκάλυπτα τη διαφωνία του Βερολίνου με την έκδοση νέου κοινού χρέους των χωρών της Ε.Ε. και εκτίμησε ότι «κάτι τέτοιο δεν θα αποτελεί βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς μας ή της σταθερότητάς μας, αλλά απειλή της σταθερότητας και της ανταγωνιστικότητας».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή