Ανακτούν σταδιακά οι τράπεζες την εμπιστοσύνη των καταναλωτών, που διαβρωνόταν επί χρόνια εξαιτίας της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Το συμπέρασμα προκύπτει από έρευνα που διεξήγαγε παγκοσμίως η ΕΥ (Ernst & Young) μεταξύ 32.000 πελατών τραπεζών σε 43 χώρες. Η έρευνα φέρει το 1/3 των πελατών να δηλώνει πως έχει μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στον κλάδο σε σύγκριση με ένα έτος πριν. Η μερίδα αυτή των ερωτηθέντων καταδεικνύει σημαντική αύξηση σε σύγκριση με τα στοιχεία αντίστοιχης έρευνας που διεξήχθη τον Ιούνιο του 2012. Αντιθέτως, ο αριθμός όσων δηλώνουν ότι έχει μειωθεί η εμπιστοσύνη τους στον κλάδο μέσα στους τελευταίους 12 μήνες ήταν μόλις 19%, όταν το 2012 το αντίστοιχο ποσοστό έφθανε στο 40%.
Οπως τονίζει η ΕΥ, οι περισσότεροι από τους ερωτηθέντες δήλωσαν ότι εμπιστεύονται την κύρια τράπεζα με την οποία συνεργάζονται, επικαλούμενοι την αντιμετώπιση της οποίας τυγχάνουν ως δεύτερο παράγοντα μετά τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.
Οι πελάτες εκτιμούν, πάντως, πως οι τράπεζες δεν έχουν πάντα ουσιαστικό πλεονέκτημα σε σύγκριση με καινούργιες μορφές χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων ή με εταιρείες τεχνολογίας ακόμη και όταν το θέμα αφορά την παροχή συμβουλών οικονομικής φύσης. Ειδικότερα, ποσοστό άνω του 30% των ερωτηθέντων δήλωσε πως οι εναλλακτικοί πάροχοι τραπεζικών υπηρεσιών είναι καλύτερα προετοιμασμένοι σε σύγκριση με τις παραδοσιακές τράπεζες σε ό,τι αφορά τις προοπτικές τους να αναβαθμίσουν την εξυπηρέτηση των πελατών ή ακόμη και να επιτύχουν συγκεκριμένους οικονομικούς στόχους.
Σε ό,τι αφορά, άλλωστε, τα παράπονα, η έλλειψη διαφάνειας για τα έξοδα και τις επιβαρύνσεις που επωμίζονται οι πελάτες των τραπεζών παραμένει ένα από τα σημαντικότερα. Στην έρευνα της ΕΥ τα παράπονα αυτού του είδους αντιπροσωπεύουν το 15% του συνόλου των προβλημάτων που αναφέρθηκαν, ενώ μεγαλύτερο ποσοστό αντιπροσωπεύουν μόνον όσα αφορούν την άρνηση τραπεζών να χορηγήσουν πιστώσεις.