Τι δείχνουν τα οικονομικά προγνωστικά του Μουντιάλ

Τι δείχνουν τα οικονομικά προγνωστικά του Μουντιάλ

8' 24" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οι εκθέσεις της Goldman Sachs συνήθως αφορούν μακροοικονομικά μεγέθη, τιμές εμπορευμάτων, προοπτικές συγκεκριμένων κλάδων ή αναλύσεις για την οικονομική πολιτική διαφόρων χωρών. Από το 1998, όμως, και κάθε τέσσερα χρόνια ως προϊόν της μανιακής αφοσίωσης στο ποδόσφαιρο του τότε επικεφαλής οικονομολόγου της Τζιμ Ο’ Νιλ, η τράπεζα δημοσιεύει μία έκθεση που σχετίζεται με το Μουντιάλ.

Η φετινή έκθεση, με τίτλο «The World Cup and Economics 2014», περιλαμβάνει την ιδανική ενδεκάδα του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Βραζιλίας, όπως επελέγη από 1.700 πελάτες της Goldman ανά τον κόσμο – με τη… σκανδαλώδη απουσία Ελλήνων, άλλη μία απόδειξη της «διεθνούς συνωμοσίας» εναντίον της πατρίδας μας (το ζήτημα αυτό αναλύεται επαρκώς σε μεγάλη μερίδα του ελληνικού Τύπου, οπότε θα μείνουμε στην απλή καταγραφή). Επιπλέον, περιέχει προγνωστικά βασισμένα σε στατιστική ανάλυση για τον τελικό νικητή, αλλά και κάθε αγώνα της διοργάνωσης (η τράπεζα προέβλεψε –μάλλον αισιόδοξα, όπως εξελίσσονται τα πράγματα– ότι η Ελλάδα θα ηττηθεί στον γύρο των «16» από την Ουρουγουάη και ότι η οικοδέσποινα Βραζιλία θα επικρατήσει στον τελικό επί της Αργεντινής).

Ωστόσο, η έκθεση της Goldman δεν μένει στα προγνωστικά. Το δεύτερο κεφάλαιο εστιάζει στο ερώτημα της επίδρασης των αποτελεσμάτων των αγώνων στις τιμές των μετοχών. Οπως συμπεραίνουν οι συντάκτες της έκθεσης, παρατηρείται ένας συσχετισμός, αλλά διαρκεί μόνο για σύντομο χρονικό διάστημα: «Εξετάζοντας την ιστορία, υπάρχει μια σαφής τάση υπεραπόδοσης για τη νικητήρια ομάδα στις εβδομάδες που ακολουθούν τον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Κατά μέσον όρο, ο νικητής υπεραποδίδει έναντι της διεθνούς αγοράς κατά 3,5% στον πρώτο μήνα – ένα ουσιώδες μέγεθος, αν και η υπεραπόδοση εξασθενεί σημαντικά μετά από τρεις μήνες». Σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου, 12 μήνες, η τάση αντιστρέφεται και το χρηματιστήριο των παγκόσμιων πρωταθλητών υποαποδίδει κατά 4% σε σύγκριση με τον διεθνή μέσο όρο. Η μόνη χώρα που κέρδισε Μουντιάλ και δεν είδε τις τιμές των μετοχών της προσωρινά να εκτοξεύονται ήταν η Βραζιλία το 2002 – η οποία, όμως, βρισκόταν τότε στη δίνη μιας βαθιάς ύφεσης σε συνδυασμό με νομισματική κρίση.

Αντίστοιχη βραχυχρόνια υπεραπόδοση των χρηματιστηριακών δεικτών καταγράφεται και στις χώρες που διοργανώνουν το Παγκόσμιο Κύπελλο. Για τους φιναλίστ, ο πόνος της ήττας αντανακλάται και στον δείκτη του χρηματιστηρίου: η μέση απόδοση για 7 από τους τελευταίους 9 ηττημένους των τελικών (εξαιρείται η Αργεντινή του 1990, λόγω ειδικών οικονομικών συνθηκών) τον μήνα μετά την αποφράδα μέρα είναι 1,4% χαμηλότερη από τον παγκόσμιο μέσο όρο. Το μήνυμα πάντως σε σχέση με νικητές και διοργανωτές, όπως σημειώνουν οι αναλυτές της Goldman, είναι: «Απολαύστε τα κέρδη όσο διαρκούν».

Εν τω μεταξύ, άλλες μελέτες αναδεικνύουν τις αρνητικές οικονομικές συνέπειες της παρουσίας μιας χώρας στο Παγκόσμιο Κύπελλο. Οπως σημειώνουν οι Αμερικανοί οικονομολόγοι Κρεγκ Ντέπκεν και Ντένις Γουίλσον, σε εργασία τους για τον μακροπρόθεσμο οικονομικό αντίκτυπο των Παγκοσμίων Κυπέλλων, στα έτη διεξαγωγής τους η αύξηση του παγκόσμιου κατά κεφαλήν ΑΕΠ είναι βραδύτερη κατά 0,72%. Η επιβράδυνση φτάνει το 1,82% σε χώρες που συμμετέχουν στη διοργάνωση και στο 2,47% για τις χώρες-φιναλίστ, στις οποίες ο εργαζόμενος πληθυσμός «αποσπάται» από την παραγωγική του δραστηριότητα για έναν ολόκληρο μήνα.

Η ελληνική περίπτωση

Το μεγαλύτερο μέρος της έκθεσης της Goldman Sachs συνίσταται σε σύντομες αναλύσεις της κάθε ομάδας που βρίσκεται στη Βραζιλία σε συνάρτηση με την εθνική της οικονομία. Το λήμμα για την Ελλάδα, με την υπογραφή του senior economist Θεμιστοκλή Φιωτάκη, ξεκινάει με τον εξής, διόλου ενθαρρυντικό, υπότιτλο: «Δεν πρέπει να θεωρούνται ξεγραμμένοι (στο ποδόσφαιρο)». Το κείμενο, ωστόσο, πέραν της επισκόπησης του έμψυχου δυναμικού της Εθνικής, αναδεικνύει τη θετική στάση της Goldman σχετικά με την πορεία της ελληνικής οικονομίας.

Οπως σημειώνει ο κ. Φιωτάκης: «Ακόμα και στα βάθη της ελληνικής κρίσης το 2012 ήμαστε θετικοί για τα ελληνικά περιουσιακά στοιχεία (ομόλογα και μετοχές). Και παρά των ευρέως διαδεδομένο σκεπτικισμό της αγοράς, τα ελληνικά περιουσιακά στοιχεία έχουν καταγράψει σημαντικά κέρδη τα τελευταία δύο χρόνια. Στο ίδιο πνεύμα, μία καλή εμφάνιση της εθνικής ομάδας μπορεί να δώσει νέα ώθηση στα θετικά αισθήματα που σχετίζονται με τις προοπτικές της ελληνικής ανάκαμψης, μετά μια ύφεση που ήταν από τις βαθύτερες της πρόσφατης παγκόσμιας οικονομικής ιστορίας». Το στέλεχος της Goldman σημειώνει ότι το 2014 η Ελλάδα «ενδεχομένως» να επιστρέψει σε θετικούς δείκτες ανάπτυξης. «Τα έσοδα από τον θερινό τουρισμό θα αποτελέσουν βασικό μέρος του αναπτυξιακού μείγματος για το έτος και οι επισκέπτες στην Ελλάδα θα μπορέσουν να απολαύσουν τις χαρές του ελληνικού καλοκαιριού μαζί με τα πανηγύρια που αναμφίβολα θα συνοδεύσουν κάθε ελληνικό γκολ», καταλήγει.

Στοιχήματα 1 δισ. δολ. για κάθε αγώνα

H FIFA μετράει 209 μέλη, έναντι 193 του ΟΗΕ και 188 του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Σύμφωνα με τρέχουσες εκτιμήσεις, περίπου 250-300 εκατομμύρια άτομα ανά τον κόσμο παίζουν ποδόσφαιρο, ενώ προβλέπεται ότι το Μουντιάλ της Βραζιλίας θα παρακολουθήσει, έστω και για λίγο, ο μισός πληθυσμός του πλανήτη. Ο μέσος τζίρος των στοιχημάτων για κάθε αγώνα αναμένεται να κυμανθεί γύρω στο 1 δισ. δολάρια.

Ωστόσο, όπως σημειώνει το Economist (τεύχος 7ης Ιουνίου), οι τέσσερις χώρες στον κόσμο που έχουν πληθυσμό μεγαλύτερο της Βραζιλίας –η Κίνα, η Ινδία, οι ΗΠΑ και η Ινδονησία– δεν έχουν ιδιαίτερη σχέση με τη στρογγυλή θεά. Από τις τέσσερις, μόνο οι Ηνωμένες Πολιτείες θα είναι παρούσες στο Μουντιάλ. Από τις άλλες τρεις, μόνο η Κίνα έχει προκριθεί σε Παγκόσμιο Κύπελλο – μόνο μία φορά (το 2002) και χωρίς να πετύχει ούτε ένα γκολ. Ακόμα και στις ΗΠΑ, που έχουν διοργανώσει Μουντιάλ στο παρελθόν (το 1994), το ποδόσφαιρο υπολείπεται πολλών άλλων αθλημάτων στις προτιμήσεις του κόσμου.

Οι δημογραφικές τάσεις στις ΗΠΑ (αύξηση του ποσοστού των Ισπανόφωνων στον γενικό πληθυσμό) και η αυξανόμενη δημοτικότητα του αθλήματος μεταξύ των νέων αποτελούν ενδείξεις ότι το ποδόσφαιρο βρίσκεται κοντά στην άνοδο στην πρώτη κατηγορία, μαζί με τους τέσσερις «μεγάλους» (NBA, NFL, NHL, MLB). Ο συντάκτης του Economist παρατηρεί, ωστόσο, ότι είχαν υπάρξει παρόμοιες προσδοκίες στο παρελθόν –ήδη από την εποχή της μεταγραφής του Πελέ στη New York Cosmos– χωρίς να υπάρξει η αντίστοιχη συνέχεια. Οταν κάποια σπορ είναι συνυφασμένα με την εθνική κουλτούρα (άλλο τρανταχτό παράδειγμα είναι το κρίκετ στην Ινδία), είναι πολύ δύσκολο να εκτοπιστούν.

Οσμή σκανδάλου από το αρχηγείο της FIFA

Ο ενθουσιασμός για την έναρξη της μεγαλύτερης παγκόσμιας γιορτής του ποδοσφαίρου έχει εν μέρει επισκιαστεί από τη βαριά οσμή σκανδάλου που αναδίδεται από το αρχηγείο της FIFA. Την Κυριακή 8 Ιουνίου, μόλις τέσσερις ημέρες πριν από την έναρξη του Μουντιάλ της Βραζιλίας, η βρετανική εφημερίδα Sunday Times αποκάλυψε στοιχεία που αποδεικνύουν –όπως ισχυρίζεται– ότι ο δισεκατομμυριούχος Καταρινός Μοχάμεντ Μπιν Χαμάμ ουσιαστικά αγόρασε (μέσω δωροδοκιών) τη διοργάνωση του 2022 εκ μέρους της χώρας του.

Η καταρινή επιτροπή διεκδίκησης του Μουντιάλ αρνείται τις κατηγορίες και ισχυρίζεται ότι ο κ. Μπιν Χαμάμ, που έκτοτε έχει τιμωρηθεί με διά βίου αποκλεισμό από το ποδόσφαιρο για άλλο ζήτημα, δεν διαδραμάτισε κανένα ρόλο στην εκστρατεία της.

Υπενθυμίζεται ότι το Κατάρ δεν έχει ποτέ προκριθεί σε Παγκόσμιο Κύπελλο, ενώ οι θερμοκρασίες στο εμιράτο το καλοκαίρι προσεγγίζουν τους 50 βαθμούς Κελσίου, γεγονός που οδήγησε στην άνευ προηγουμένου απόφαση να διεξαχθεί η διοργάνωση τον χειμώνα, καταμεσής των ευρωπαϊκών εθνικών πρωταθλημάτων. Σαν να μην έφταναν αυτά, η εφημερίδα Guardian έχει αποκαλύψει τις αποτρόπαιες συνθήκες υπό τις οποίες εργάζονται οι αλλοδαποί εργάτες που κατασκευάζουν τις υποδομές για το πρώτο αραβικό Μουντιάλ, οι οποίες έχουν προκαλέσει μεγάλο αριθμό θανάτων σε εργατικά ατυχήματα (185 εργάτες από το Νεπάλ έχασαν τη ζωή τους στα εργοτάξια των σταδίων το 2013).

H FIFA, η οποία δεν έχει αποδείξει μέσα στα χρόνια ότι υιοθετεί το δόγμα της μηδενικής ανοχής στη διαφθορά, βρίσκεται πλέον υπό ασφυκτική πίεση να αντιδράσει. Ενώ ξεκινούσε το Μουντιάλ, πέντε από τους έξι βασικούς χορηγούς της οργάνωσης –η Adidas, η Visa, η Coca-Cola, η Hyundai/Kia και η Sony– εξέφρασαν την ανησυχία τους για τις μεθόδους με τις οποίες απονεμήθηκε στο Κατάρ η διοργάνωση του 2022. Η επιτροπή δεοντολογίας της FIFA ερευνά εκ νέου την υπόθεση και αναμένεται να εκδώσει το πόρισμά της μέσα στον Ιούλιο. Το ενδεχόμενο επανάληψης της ψηφοφορίας είναι πλέον ανοιχτό.

Αμφίβολα οικονομικά οφέλη

Το ενδιαφέρον είναι ότι τα πολυδιαφημισμένα οικονομικά οφέλη που υποτίθεται ότι συνοδεύουν τη διοργάνωση ενός Μουντιάλ μοιάζουν να αποτελούν χίμαιρα. Το γεγονός αυτό ανέδειξε σε συνέντευξή του στο CNN λίγες μέρες πριν από την έναρξη της διοργάνωσης o Τζιμ Ο’ Νιλ. Το πρώην κορυφαίο στέλεχος της Goldman Sachs δήλωσε ότι «θεωρητικά, η περίοδος της προετοιμασίας, με τις δαπάνες για τις υποδομές, έχει βοηθήσει κάποιες χώρες, αλλά τα αποτελέσματα είναι πολύ δύσκολο να φανούν». Μάλιστα, όπως είπε, οι περισσότερες ενδείξεις δείχνουν ότι συμβαίνει το αντίθετο – ότι οι διοργανώτριες χώρες χάνουν τον έλεγχο του κόστους και δαπανούν περισσότερα από όσο αντέχει το κρατικό ταμείο.

Η βιβλιογραφία τείνει να επαληθεύει τα λεγόμενά του. Σε εργασία του με τίτλο «Οικονομικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου» ο Ντένις Κόουτς, καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Μέριλαντ που ειδικεύεται στα οικονομικά των σπορ, αναφέρει ότι οι πολυάριθμοι ανεξάρτητοι ερευνητές που έχουν μελετήσει τις οικονομικές συνέπειες των λεγόμενων «μεγα-εκδηλώσεων» δεν έχουν βρει «καμία ένδειξη ότι τα οφέλη που υπόσχονται οι διοργανωτές προκύπτουν».

Οπως παρατηρεί, μάλιστα, ο καθηγητής Κόουτς, «ιστορικά, αυτοί που βγαίνουν κερδισμένοι από τα Παγκόσμια Κύπελλα είναι οι διεθνείς και οι εθνικές ποδοσφαιρικές ομοσπονδίες», οι οποίες τελευταίες συνήθως ηγούνται των επιτροπών διεκδίκησης.

Η βραζιλιάνικη κοινή γνώμη δείχνει να έχει αποκτήσει συναίσθηση του «μεγάλου κόλπου». Το 2007, όταν η FIFA επέλεξε τη Βραζιλία ως διοργανώτρια χώρα, σχεδόν τέσσερις στους πέντε Βραζιλιάνους είχαν θετική γνώμη για το Μουντιάλ. Σήμερα, το ποσοστό αυτό είναι χαμηλότερο του 50%. Σύμφωνα με το Economist, oι μεγάλες εταιρείες της χώρας έχουν αποφύγει οποιαδήποτε διασύνδεση των διαφημιστικών τους εκστρατειών με το Παγκόσμιο Κύπελλο.

Οι διαδηλώσεις που ξέσπασαν πέρυσι τον Ιούνιο στη χώρα έχουν έκτοτε αλλάξει μορφή. Οι αρχικοί πρωταγωνιστές τους –μορφωμένοι μεσοαστοί και χωρίς κομματικές διασυνδέσεις– έχουν αντικατασταθεί από σκληροπυρηνικούς ακτιβιστές και πιο παραδοσιακές, πολιτικοποιημένες ομάδες διαμαρτυρίας. Η αμφισβήτηση, όμως, εξαιτίας της οικονομικής στασιμότητας των τελευταίων ετών, παραμένει. Ο φόβος των αρχών είναι ότι μπορεί να υπάρξει νέα έξαρση των διαδηλώσεων κατά τη διάρκεια του Μουντιάλ, ιδιαίτερα αν η εθνική ομάδα της χώρας αποκλειστεί πρόωρα. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Pew Research Global Attitudes Project, το ποσοστό των Βραζιλιάνων που δηλώνουν απογοητευμένοι με την κατεύθυνση στην οποία κινείται η χώρα τους έχει αυξηθεί στο 72%, από 55% που ήταν πέρυσι τον Μάιο, λίγο πριν από το ξέσπασμα των διαδηλώσεων. Το 61% των ερωτηθέντων στη συγκεκριμένη έρευνα θεωρεί ότι η διοργάνωση έχει αρνητική επίδραση στην οικονομία της χώρας, καθώς απορροφάει κονδύλια που θα έπρεπε να επενδύονται στις δημόσιες υπηρεσίες.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή