Χρειαζόμαστε μια διαφορετική Ευρώπη

Χρειαζόμαστε μια διαφορετική Ευρώπη

5' 51" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

​​Οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ενωσης συμφώνησαν τελικά στην επιλογή του νέου προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής χωρίς να αποφύγουν την οξύτατη αντιπαράθεση. Αν όλα πάνε καλά και στην επόμενη φάση, ο κ. Γιουνκέρ θα είναι ο επόμενος πρόεδρος της Κομισιόν. Οταν θα αναλάβει καθήκοντα τόσο ο ίδιος όσο και οι επίτροποι, θα πρέπει να αναρωτηθούμε τι περιμένουμε από τη νέα ηγεσία σχετικά με το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Η Ε.Ε. δημιουργήθηκε ως πολιτική ένωση, αλλά η πολιτική και η οικονομία είναι τόσο αλληλένδετες, ώστε δεν μπορούν να διαχωριστούν και η δημιουργία του ευρώ ήταν μια απόπειρα να επισπευσθεί η οικονομική ενοποίηση. Η ειρωνεία της τύχης είναι ότι η έλλειψη μιας πραγματικής πολιτικής ένωσης, που θα είχε καταστήσει δυνατή μια ενιαία δημοσιονομική πολιτική, είναι ακριβώς ο παράγοντας που υπονόμευσε το σχέδιο.

Για ποιον λόγο να προσχωρήσει μια χώρα στην Ευρωπαϊκή Ενωση; Η εύλογη απάντηση είναι για να γίνει ευρωπαϊκή, δηλαδή για να αποτελέσει τμήμα μιας ένωσης που είναι σταθερή, δημοκρατική και ευημερεί με ένα «κοινωνικό μοντέλο» που διαχωρίζει την Ευρώπη από τις ΗΠΑ. Για να γίνουν ευρωπαϊκές οι λιγότερο πλούσιες περιοχές της Ε.Ε. πρέπει να πλησιάσουν το βιοτικό επίπεδο των πλουσιότερων περιοχών, χωρίς να προϋποθέτει ισότητα κάτι τέτοιο. Το βιοτικό επίπεδο στην Ελλάδα, την Πορτογαλία ή την Πολωνία δεν θα εξισωθεί με αυτό της Γερμανίας επειδή ο βιομηχανικός και οικονομικός πυρήνας της Ευρώπης δεν θα μετατοπισθεί ποτέ από τη Γερμανία προς αυτές τις χώρες. Το σχέδιο της Ε.Ε., όμως, υπαγορεύει να γεφυρώνεται σταδιακά το χάσμα ανάμεσα στην Πορτογαλία και τη Γερμανία. Απαιτεί, άλλωστε, να γεφυρωθούν τα χάσματα που χωρίζουν τα επίπεδα των μισθών στην Εσθονία και τη Βουλγαρία από τους μισθούς της Ισπανίας και της Τσεχίας, όπως και ότι οι Ισπανοί και οι Τσέχοι θα περιορίσουν τα χάσματα που χωρίζουν τις χώρες τους από τις χώρες του πυρήνα.

Αυτός είναι ο στόχος της πραγματικής οικονομικής σύγκλισης. Οσα έχουν μεσολαβήσει μετά τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, όμως, αποδεικνύουν ότι πρόκειται για αποτυχημένο σχέδιο, καθώς ο στόχος της σύγκλισης ούτε έχει αναγνωριστεί ούτε έχει επιτευχθεί. Ο στόχος της σύγκλισης απαιτεί αύξηση μισθών και εισοδημάτων, που με τη σειρά τους εξαρτώνται από την οικονομική ανάπτυξη, την παραγωγικότητα της εργασίας, τη σταθερότητα των τιμών και τις πραγματικές αποδόσεις σε όλες τις χώρες. Επιπλέον, για την πραγματική σύγκλιση δεν αρκεί η σύγκλιση των ρυθμών οικονομικής ανάπτυξης μεταξύ χωρών, καθώς θα διατηρούσε τις υφιστάμενες αναλογικές διαφορές που θα αυξάνονταν με την πάροδο του χρόνου. Για κάποια χρόνια η δυναμική των άμεσων ξένων επενδύσεων διευκόλυνε τη διαδικασία της σύγκλισης σε ορισμένες χώρες-μέλη αλλά όχι σε άλλες και ιδιαιτέρως στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου. Η σύγκλιση δεν πρόκειται να επέλθει αυτομάτως. Πρέπει να καταβληθούν προσπάθειες για να επιτευχθεί και έπρεπε να έχει αποτελέσει τμήμα της πολιτικής ατζέντας για την Ευρώπη.

Η εισαγωγή του ευρώ αποκάλυψε τελικά πόσο ατελής ήταν η φύση της Ε.Ε. και πόσο επισφαλής η δομή του σχεδίου του ευρώ που δεν λειτούργησε σωστά για όλα τα κράτη-μέλη. Πολλοί οικονομολόγοι διαφόρων σχολών σκέψης όπως και διάφοροι σχολιαστές επέκριναν τον θεσμό μιας νομισματικής ένωσης χωρίς δημοσιονομική ένωση. Το ευρώ ήταν το πρώτο σύγχρονο πείραμα εκτεταμένης κλίμακας που επιχείρησε να διαρρήξει τον δεσμό ανάμεσα σε μια κυβέρνηση και στο νόμισμα της χώρας της. Οι αρχιτέκτονες του ευρώ δεν είχαν σκεφτεί ότι θα ήταν τόσο σημαντική η διάρρηξη αυτού του δεσμού. Οταν ιδρύθηκε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, δεν ήταν τίποτε περισσότερο από μια αντιγραφή της δομής της Bundesbank και όχι αυτό που χρειαζόταν για μια νομισματική ένωση, κάτι σαν τη Federal Reserve των ΗΠΑ. Η αποστολή της ήταν μόνον να τιθασεύσει τον πληθωρισμό, ακόμη και το φάντασμά του μέχρι προσφάτως υποτιμώντας τις εντεινόμενες αποπληθωριστικές πιέσεις και τη μείωση του κόστους της εργασίας σε όλη την Ευρωζώνη.

Πολλοί έχουν υποστηρίξει ότι η επιβίωση της Ε.Ε. εξαρτάται από την ικανότητά της να αλλάξει μέσω της γεωγραφικής διεύρυνσής της και/ή με τον μεγαλύτερο οικονομικό και δημοσιονομικό συντονισμό στην κατεύθυνση των ΗΠΑ ή με τη συρρίκνωσή της και τη μετατροπή της Ευρωζώνης στην πραγματικά τέλεια νομισματική ζώνη. Υπάρχουν ασφαλώς και εκείνοι που τάσσονται υπέρ μιας μικρότερης Ε.Ε., όπως και οι ευρωσκεπτικιστές που θα ήθελαν να περιοριστεί σε μια απλή τελωνειακή ένωση. Από πολιτικής απόψεως η Ε.Ε. είναι σε στασιμότητα. Εχει χάσει τον ιδεαλισμό που είχε μόλις πριν από 20 χρόνια. Τα αποτελέσματα των πρόσφατων ευρωεκλογών έδωσαν έναν σημαντικό αριθμό εδρών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε ακροδεξιά ξενοφοβικά κόμματα.

Παρά τη δυσάρεστη αυτή εξέλιξη, οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι και οι περισσότεροι αναλυτές ζητούν περισσότερη Ευρώπη χωρίς να έχουν ιδέα για την αναμόρφωσή της και τη διαχείρισή της. Οι δύο προηγούμενες δεκαετίες μας δίδαξαν ότι όταν καταρρέουν οι αποτυχημένες χώρες, τα αποτελέσματα μπορούν να είναι καταστρεπτικά, όπως είδαμε στην περίπτωση της Σοβιετικής Ενωσης και της Γιουγκοσλαβίας. Η κρίση της Ευρωζώνης που άρχισε στην περιφέρεια δεν περιορίστηκε εκεί, αλλά έχει επεκταθεί σε άλλες χώρες του πυρήνα, την Ιταλία, το Βέλγιο, την Ολλανδία, τη Φινλανδία αλλά και τη Γαλλία και τη Γερμανία, όπως καταδεικνύουν τελευταία τα στοιχεία που εμφανίζουν τις οικονομίες τους σε επιβράδυνση. Ετσι, θέτουν σε κίνδυνο το σχέδιο του ευρώ αλλά και την Ε.Ε. Τα τελευταία στοιχεία για τον ΡΜΙ τόσο της Γαλλίας όσο και της Γερμανίας καταδεικνύουν αποδυνάμωση των δύο μεγαλύτερων οικονομιών της Ευρωζώνης και επομένως η ανάκαμψη στην Ευρώπη και ιδιαιτέρως στην Ευρωζώνη μοιάζει με το κυνήγι ενός ονείρου.

Από όλα τα κράτη-μέλη η χώρα που έχει επωφεληθεί τα μέγιστα από το ευρώ είναι η Γερμανία. Την έχει βοηθήσει ακόμη και ο τρόπος που διαχειρίστηκε η ΕΚΤ τη νομισματική ένωση. Η πρόσφατη μείωση του βασικού επιτοκίου είναι βασικά συμβολικής φύσης. Το πρόβλημα με αυτό το μηδενικό επιτόκιο είναι ότι αν η ΕΚΤ αποφάσιζε να επιβάλει διαφορετικά επιτόκια στη Γερμανία από εκείνα των υπόλοιπων χωρών, τα επίπεδα των επιτοκίων θα είχαν τεράστια διαφορά. Σύμφωνα με τον κανόνα του Τέιλορ που υπολογίζει το κατάλληλο επίπεδο επιτοκίων, τα επιτόκια για τη Γερμανία θα ήταν 4,5% και για τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης θα ήταν 1,2%. Σήμερα η κατάσταση είναι μια πολύ περιοριστική πολιτική στην Ευρωζώνη, εκτός από τη Γερμανία στην οποία εγκυμονούνται κίνδυνοι φούσκας των περιουσιακών στοιχείων εξαιτίας της ιδιαίτερα αναπτυξιακής πολιτικής.

Επιπλέον η σχετική δημοσιονομική υπεροχή της απορρέει σε μεγάλο βαθμό από την ικανότητά της να παρουσιάζει πλεονάσματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Εχει αναδειχθεί σε χώρα παραγωγής με χαμηλό κόστος, μολονότι έχει ένα νόμισμα που φαίνεται υπερτιμημένο. Το ευρώ είναι υπερτιμημένο έναντι του δολαρίου για όσες χώρες δεν είναι ανταγωνιστικές όπως η Ελλάδα, όπου η ισοτιμία θα έπρεπε να είναι 1,07 δολάρια, ενώ στη Γερμανία θα έπρεπε να είναι 1,53 δολάρια, ώστε να της δίνει τη δυνατότητα να αποκαταστήσει το εξωτερικό της πλεόνασμα όχι μόνον με τον υπόλοιπο κόσμο αλλά ιδιαιτέρως με τους εταίρους της στην Ευρωζώνη.

Εν ολίγοις η απάντηση στο ερώτημα κατά πόσον πρέπει να έχουμε περισσότερη ή λιγότερη Ευρώπη είναι ότι χρειαζόμαστε μια διαφορετική Ευρώπη, μια Ευρώπη που φιλοδοξεί να εκπληρώσει το ιδεαλιστικό όραμα όσων την οραματίστηκαν. Η αναδιάρθρωση και η συμπλήρωση του σχεδίου του ευρώ θα ήταν μια καλή αρχή, ώστε να επιτευχθεί η τέλεια ένωση που θα διασφαλίσει μια ενιαία νομισματική και δημοσιονομική πολιτική.

* Ο κ. Παπαδημητρίου είναι πρόεδρος του Levy Economics Institute και καθηγητής Οικονομικών στο Bard College της Νέας Υόρκης, στις ΗΠΑ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή