Η απόσχιση της Σκωτίας θα κριθεί από τη λίρα Αγγλίας και το πετρέλαιο

Η απόσχιση της Σκωτίας θα κριθεί από τη λίρα Αγγλίας και το πετρέλαιο

3' 55" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ενας από τους βασικούς λόγους που η εκστρατεία υπέρ της ανεξαρτησίας της Σκωτίας, η οποία θα κριθεί στο δημοψήφισμα της 18ης Σεπτεμβρίου, έχει αποκτήσει δυναμική νίκης τις τελευταίες εβδομάδες είναι ότι έχει μετριάσει τους φόβους των Σκωτσέζων για τις οικονομικές συνέπειες της απόσχισης από το Ηνωμένο Βασίλειο. Είναι δικαιολογημένος αυτός ο εφησυχασμός; Είναι τα αρνητικά σενάρια υπερβολές και κενές απειλές του στρατοπέδου της ένωσης;

Τα κρίσιμα ανοιχτά ζητήματα είναι τέσσερα: το νόμισμα, το πετρέλαιο, οι δημόσιες δαπάνες και οι τράπεζες. Μεταξύ τους, το ζήτημα του νομισματικού καθεστώτος είναι που έχει συγκεντρώσει την περισσότερη προσοχή. Ο επικεφαλής της τοπικής κυβέρνησης και αρχηγός του Σκωτσέζικου Εθνικιστικού Κόμματος (SNP), Αλεξ Σάλμοντ, έχει τονίσει επανειλημμένως ότι η ανεξάρτητη Σκωτία θα συνεχίσει να χρησιμοποιεί τη βρετανική στερλίνα, γνωστή και ως λίρα Αγγλίας, στο πλαίσιο νομισματικής ένωσης με το υπόλοιπο Ηνωμένο Βασίλειο. Εχει μάλιστα πει ότι σε περίπτωση που δεν συναινέσουν σε αυτό οι βρετανικές αρχές –κάτι για το οποίο έχουν δεσμευθεί και τα τρία μεγάλα κόμματα της Βουλής των Κοινοτήτων– η σκωτσέζικη κυβέρνηση θα αποποιηθεί το μέρος του βρετανικού χρέους που της αναλογεί.

«Καταστροφική συνταγή»

Την περασμένη Δευτέρα, ο Πολ Κρούγκμαν των New York Times αφιέρωσε τη στήλη του σε αυτό. Επικαλούμενος το φάσμα της Ισπανίας και των νοτιοευρωπαϊκών μελών της Ευρωζώνης γενικότερα, χαρακτήρισε τον συνδυασμό πολιτικής ανεξαρτησίας και νομισματικής ένωσης «καταστροφική συνταγή». Ο νομπελίστας οικονομολόγος απηχούσε τον Σκωτσέζο φίλο του και πρώην πρωθυπουργό της Βρετανίας, Γκόρντον Μπράουν, που είχε δηλώσει ότι αν η ανεξάρτητη Σκωτία συνέχιζε να χρησιμοποιεί τη στερλίνα, υπό τον έλεγχο της Τράπεζας της Αγγλίας, θα διολίσθαινε σε καθεστώς αποικίας. Το επιχείρημα είναι απλό: όπως και για τις χώρες της Ευρωζώνης, η απουσία νομισματικής και συναλλαγματικής ανεξαρτησίας θα περιορίσει ουσιωδώς την εθνική κυριαρχία της Σκωτίας – κάτι το οποίο δήλωσε ευθέως την Τρίτη ο κατ’ εξοχήν αρμόδιος: ο Μαρκ Κάρνεϊ, διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας.

Οι εθνικιστές αντιτείνουν ότι η δημοσιονομική υγεία της Σκωτίας είναι εξασφαλισμένη χάρη στα αποθέματα πετρελαίου της Βόρειας Θάλασσας. Οπως σημειώνεται στο Scotland’s Future, το μανιφέστο της ανεξαρτησίας, το 98,8% της παραγωγής μεταξύ του 2011-2041 θα προκύψει από το μέρος της υφαλοκρηπίδας του Ηνωμένου Βασιλείου που ανήκει στη Σκωτία. Η τοπική κυβέρνηση της Σκωτίας έχει προβλέψει ότι τα διαθέσιμα σκωτσέζικα αποθέματα φτάνουν τα 24 δισ. βαρέλια.

Ωστόσο, προ ολίγων εβδομάδων, ο σερ Ιαν Γουντ, κορυφαίος ειδικός του κλάδου, τον οποίο μνημονεύει το μανιφέστο των εθνικιστών, δήλωσε ότι οι εκτιμήσεις αυτές είναι κατά 45%-60% υψηλότερες του πραγματικού και ότι η παραγωγή στη Βόρεια Θάλασσα το 2050 θα φτάνει μόλις το 1/6 των τρεχόντων επιπέδων.

Δημοσιονομική διαχείριση

Η αβεβαιότητα για το μέγεθος των αποθεμάτων και η μεταβλητότητα των δημοσίων εσόδων από την παραγωγή πετρελαίου αναδεικνύουν τα προβλήματα δημοσιονομικής διαχείρισης που ενδέχεται να αντιμετωπίσει η ανεξάρτητη Σκωτία. Σύμφωνα με το βρετανικό Ινστιτούτο Δημοσιονομικών Μελετών (IFS), τα δημόσια έσοδα από το πετρέλαιο το 2010-11 θα ισοδυναμούσαν με το 15% των συνολικών εσόδων μιας ανεξάρτητης σκωτσέζικης κυβέρνησης, έναντι 1,6% των εσόδων του Ηνωμένου Βασιλείου. Το αντίστοιχο ποσοστό για τη Σκωτία ήταν 20% το 2008-09 και 12% το 2009-10. Στη δεκαετία του 1980 είχε φτάσει το 50%, για να μειωθεί στο ναδίρ του 3% το 1991-92. Μία σημαντική ετήσια πτώση στα έσοδα από το πετρέλαιο θα υποχρεώσει την κυβέρνηση της ανεξάρτητης Σκωτίας να λάβει πολύ πιο βαριά μέτρα για να καλύψει το κενό από ό,τι θα έπρεπε να λάβει το Ουέσμινστερ, που θα μπορούσε να επιβάλει πολύ λιγότερα επώδυνα μέτρα επί πολύ περισσότερων φορολογουμένων.

Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό, δεδομένων των υποσχέσεων του σοσιαλδημοκρατικών τάσεων SNP για μείωση της ανισότητας και ενίσχυσης της κοινωνικής προστασίας (3/4 των δαπανών της οποίας προέρχονται από το Ουέστμινστερ) στην ανεξάρτητη Σκωτία.

Το «ναι» θα προκαλέσει φυγή εταιρειών

Το ζήτημα της νομισματικής ένωσης της Σκωτίας με το υπόλοιπο Ηνωμένο Βασίλειο καθίσταται ακόμη πιο σύνθετο από το μέγεθος του σκωτσέζικου τραπεζικού κλάδου, για τον οποίο η Τράπεζα της Αγγλίας θα είχε την ευθύνη της εποπτείας αλλά και της διάσωσης, σε περίπτωση νέας κρίσης. Υπενθυμίζεται ότι το 81% της Royal Bank of Scotland και το 25% της Lloyd’s εξακολουθούν να ανήκουν στη βρετανική κυβέρνηση, που τις ανεκεφαλαιοποίησε με 66 δισ. στερλίνες το 2008 (η κυβέρνηση Κάμερον μάλιστα σχεδιάζει να πωλήσει μέρος του μεριδίου του στη Lloyd’s μετά το δημοψήφισμα, αλλά αν οι Σκωτσέζοι ψηφίσουν υπέρ της ανεξαρτησίας, αυτά τα σχέδια θα παγώσουν). Αν οι τράπεζες αυτές διατηρούσαν την έδρα τους στη Σκωτία μετά την ψήφο υπέρ της ανεξαρτησίας, το Λονδίνο θα απαιτούσε να έχει τον πλήρη ρυθμιστικό έλεγχο, καθώς και συγκεκριμένες δημοσιονομικές δεσμεύσεις από το Εδιμβούργο, ως όρους για να συναινέσει στη νομισματική ένωση. Το πιο πιθανό, ωστόσο, είναι ότι το «ναι» στις 18 Σεπτεμβρίου θα δώσει το έναυσμα για τη μεταφορά της έδρας των πιο σημαντικών σκωτσέζικων εταιρειών στον ευρύτερο τραπεζικό και χρηματοοικονομικό κλάδο στο Λονδίνο. Η RBS ήδη έχει επιβεβαιώσει ότι έχει καταρτίσει σχετικό σχέδιο…

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή