Δύο ταχύτητες, πολλές αντιθέσεις στην ινδική οικονομία

Δύο ταχύτητες, πολλές αντιθέσεις στην ινδική οικονομία

3' 41" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Κατά την τελευταία δεκαετία, ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας της Ινδίας ήταν έντονα ανομοιογενής, βυθιζόμενος από το 9% και πλέον στα χρόνια ακμής από το 2004 έως το 2007, στα επίπεδα κάτω του 5% την περίοδο από το 2012 και μετά. Η πορεία αυτή συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό στο να κερδίσει με ευκολία την εξουσία ο Ναρέντρα Μόντι. Εάν ο νέος πρωθυπουργός επιδιώκει όντως να εκπληρώσει τα όσα υποσχέθηκε για την αναζωογόνηση της Ινδίας, τότε θα πρέπει να αντιμετωπίσει τις διαφορετικές μορφές ανισότητας, οι οποίες εκπηγάζουν από τη γεωγραφική ιδιομορφία. Σύμφωνα με όσα αποτυπώνει μελέτη της McKinsey, από σήμερα έως το 2025 μόνον οκτώ από τις 29 συνολικά πολιτείες της Ινδίας θα αρκούν για να καλύψουν το 52% της συνεχώς αυξανόμενης οικονομικής ανάπτυξης. Εάν προσθέσουμε σε αυτό και τις τέσσερις πόλεις- πολιτείες (από τις επτά συνολικά), οι οποίες έχουν και τις καλύτερες επιδόσεις, τότε η αναλογία διευρύνεται στο 57%. Ολες μαζί αυτές οι πολιτείες και οι πόλεις, όμως, φιλοξενούν μόλις το 30% του πληθυσμού της Ινδίας, ο οποίος υπερβαίνει το ένα δισεκατομμύριο.

Μέχρι το 2025, σύμφωνα πάντα με τη ΜcKinsey, αυτοί οι προνομιούχοι πολίτες θα απολαμβάνουν αξιοζήλευτο επίπεδο ζωής. Οι πλουσιότερες περιοχές –αυτές θα είναι η Γκόα και η πόλη της Τσαντιγκάρ– θα εμφανίσουν ένα κατά κεφαλήν ΑΕΠ της τάξεως των 32.000 δολαρίων, όπως ισχύει σήμερα για την Ισπανία, με όρους αγοραστικής δύναμης. Η περιοχή της πρωτεύουσας του Νέου Δελχί θα φθάσει τα σημερινά επίπεδα του κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ρωσίας, το οποίο σημαίνει εισόδημα 24.000 δολαρίων, ενώ οι κάτοικοι των πολιτειών της Μαχαράστρας, της Γκουχάρατ, της Χαριάνας και της Κεράλας θα είναι το 2025 σχεδόν όσο πλούσιοι είναι σήμερα οι Βραζιλιάνοι των 14.000 δολαρίων. Οι υπόλοιποι, οι οποίοι θα ανήκουν στην ίδια κατηγορία της υψηλής οικονομικής ανάπτυξης, θα παρουσιάσουν κατά κεφαλήν ΑΕΠ της τάξεως των 10.000 δολαρίων, σχεδόν ισοδύναμο με το σημερινό της Κίνας.

Το πρόβλημα έγκειται στο ότι καμία από τις τεράστιες και πυκνοκατοικημένες πολιτείες στην κεντρική και την ανατολική Ινδία δεν εμφανίζεται σε αυτές τις προβλέψεις των υψηλών οικονομικών επιδόσεων. Και όταν αναφερόμαστε σε αυτές τις πολιτείες, θα πρέπει να έχουμε κατά νου πως ουσιαστικά συνιστούν κράτη ολόκληρα: η Ούταρ Πράντες, λόγου χάριν, έχει 200 εκατομμύρια κατοίκους και έχει το ίδιο μέγεθος με τη Βραζιλία. Τρεις πολιτείες και μόνο (Ούταρ Πράντες, Μπιχάρ και Δυτική Βεγγάλη) αποτελούν το 30% του σημερινού πληθυσμού της Ινδίας και εάν οι ίδιες τάσεις γονιμότητας εξακολουθήσουν, θα ισοδυναμούν με ακόμα μεγαλύτερο ποσοστό το 2025. Αυτό, βέβαια, δεν είναι κάποιο νέο πρόβλημα. Τις δεκαετίες του 1990 και του 2000 μια ομάδα πολιτειών στην κεντρική Ινδία (Μπιχάρ, Μαντία Πράντες, Ρατζαστάν και Ούταρ Πράντες) είχαν γίνει γνωστές με το ακρωνύμιο bimaru, το οποίο στα χίντι σημαίνει «ασθενής». Τα τελευταία χρόνια οι νέες πολιτικές ηγεσίες βελτίωσαν τα δεδομένα τους. Η Μαντία Πράντες εμφάνισε αναπτυξιακό ρυθμό 10% κατά μέσον όρο την προηγούμενη τριετία, αν και όλες οι προαναφερθείσες πολιτείες θα πρέπει να αναπτυχθούν με ρυθμούς πολύ ταχύτερους από τους αντίστοιχους των πλουσίων πολιτειών, ώστε να μπορέσουν σε μέλλοντα χρόνο να συμβαδίσουν με αυτές.

Ιδού, λοιπόν, ποια είναι η πρόκληση για τον Ναράντρα Μόντι. Θεωρητικά σε μία δημοσιονομική και νομισματική ένωση, όπως η Ινδία, οι πλουσιότερες πολιτείες μπορούν εμπράκτως να επιδοτήσουν τις φτωχότερες διαμέσου της διοχέτευσης εσόδων για τη χρηματοδότηση των υποδομών, της εκπαίδευσης και της υγείας, καθώς και της βιομηχανικής ανάπτυξης. Την ίδια στιγμή, οι μετανάστες θα μετακινηθούν προς τις περιοχές όπου υπάρχει προσφορά εργασίας, αποκλιμακώνοντας τις πληθυσμιακές πιέσεις στον τόπο καταγωγής τους και στέλνοντας εκεί εμβάσματα αναγκαία για την τόνωση της τοπικής οικονομίας. Θεωρητικά ο κ. Μόντι μπορεί να υποχρεώσει τις πολιτείες να μοιραστούν τα έσοδά τους.

Χαμηλά εισοδήματα

Στην πράξη, ακόμα και οι περιοχές με την καλύτερη οικονομική επίδοση εξακολουθούν να απέχουν παρασάγγας από τα εισοδηματικά επίπεδα των προηγμένων οικονομιών και θα δυσκολευθούν να επενδύσουν τους πόρους τους πιο κοντά στην έδρα τους. Ορισμένες σχετικά πλούσιες περιφέρειες –η Μαχαράστρα και η πρωτεύουσά της Μομπάι, ειδικότερα– έχουν μακρά ιστορία σοβινιστικής πολιτικής, χαρακτηρίζοντας τους «ξένους», δηλαδή τους ερχόμενους από άλλες περιοχές της Ινδίας, ως αυτούς που κλέβουν δουλειές και απομυζούν τις κοινωνικές υπηρεσίες. Τι θα μπορούσε, λοιπόν, να κάνει ο κ. Μόντι; Ορισμένες από τις υστερούσες πολιτείες είναι εγκλωβισμένες λόγω τοπογεωγραφίας και δεν δελεάζουν το επενδυτικό κοινό, αλλά καθώς βρίσκονται στις γόνιμες πεδιάδες του Γκανγκέτικ έχουν ισχυρές αγροτικές οικονομίες. Εάν η κυβέρνηση Μόντι ήρε τις αντιρρήσεις της στις ξένες επενδύσεις στο λιανεμπόριο των πολλαπλών εμπορικών σημάτων, νέες δραστηριότητες θα συνέδεαν τους αγρότες των εν λόγω πολιτειών με τις σύγχρονες τροφοδοτικές αλυσίδες και θα αύξαναν τα εισοδήματά τους.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή