Σε εξέλιξη ένας νέος γύρος συναλλαγματικού πολέμου

Σε εξέλιξη ένας νέος γύρος συναλλαγματικού πολέμου

2' 16" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οι κεντρικοί τραπεζίτες δεν συνηθίζουν να εμπλέκονται σε πολέμους. Αλλά η παγκόσμια οικονομία είναι ένα επικίνδυνο μέρος, γεμάτο από απειλές στην ευημερία. Επιδιώκοντας να εξασφαλίσουν το συγκριτικό πλεονέκτημα για τις οικονομίες τους, κάθε κεντρικός τραπεζίτης, αλλά και χώρα, χρησιμοποιεί την ισοτιμία του εθνικού τους νομίσματος ως όπλο.

Οι περισσότεροι αξιωματούχοι στοχεύουν σε ένα «φθηνό νόμισμα», ώστε να είναι ελκυστικό το κόστος των εξαγωγών, τονώνοντας έτσι την επιχειρηματική δραστηριότητα στην εγχώρια οικονομία. Οταν αντιδρούν άλλες χώρες σε τέτοιες κινήσεις, τότε πυροδοτείται ένας συναλλαγματικός πόλεμος. Αν και οι κεντρικοί τραπεζίτες δεν παραδέχονται πως υιοθετούν μέτρα για χαμηλές ισοτιμίες, προκαλούνται αλυσιδωτές αντιδράσεις με μεγάλες εισροές κεφαλαίων σε χώρες με υψηλότερα επιτόκια, με αποτέλεσμα να ενισχύονται τα νομίσματα αυτών των χωρών και να πλήττονται οι εξαγωγείς τους. Είτε όλα αυτά γίνονται εκ προθέσεως ή όχι, αυτοί οι συναλλαγματικοί πόλεμοι προκαλούν τεράστιους κινδύνους με χαμένους και κερδισμένους.

Τα τελευταία κρούσματα παρουσιάστηκαν αρχές του 2015. Περίπου δώδεκα χώρες μείωσαν τα επιτόκιά τους τον Ιανουάριο και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ανακοίνωσε την εφαρμογή προγράμματος αγοράς ομολόγων, γνωστό ως μέτρα ποσοτικής χαλάρωσης. Η Δανία μείωσε τα επιτόκια για να διατηρήσει τη σύνδεση της κορώνας με το ευρώ, ενώ χώρες όπως ο Καναδάς και η Σιγκαπούρη προχώρησαν απροσδόκητα σε χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής τους.

Αυτή η υποβόσκουσα διαμάχη, όμως, βρίσκεται σε εξέλιξη εδώ και χρόνια. Ξεκίνησε από τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, όταν οι κεντρικές τράπεζες των ΗΠΑ και της Ιαπωνίας διοχέτευσαν τεράστια ρευστότητα στα χρηματοπιστωτικά τους συστήματα, με στόχο να ανασύρουν τις οικονομίες τους από τη βαθιά ύφεση. Καθώς η ανάκαμψη δεν ήταν τόσο δυναμική όσο αναμένονταν, οι αξιωματούχοι εστίασαν στην αποτροπή του αποπληθωρισμού, δηλαδή την υποχώρηση των τιμών που πνίγει την κατανάλωση και την ανάπτυξη. Οι περισσότεροι κεντρικοί τραπεζίτες είναι υποχρεωμένοι να διατηρούν σταθερές τις τιμές. Οπότε, όταν οι τιμές του πετρελαίου υποχώρησαν δραματικά στα μέσα του 2014, αναγκάστηκαν να παρέμβουν για να αναχαιτίσουν μεγαλύτερη αποδυνάμωση των πληθωριστικών πιέσεων.

Ποιος δέχεται, τελικά, το μεγαλύτερο πλήγμα σε αυτόν τον γύρο; Κυρίως οι ΗΠΑ, διότι το δολάριο ενισχύεται έναντι, σχεδόν, κάθε άλλου νομίσματος, απειλώντας την κερδοφορία των Αμερικανών εξαγωγέων. Σε αυτόν τον συναλλαγματικό πόλεμο ενεπλάκη, επίσης, η Τράπεζα της Ελβετίας, που αναγκάστηκε να καταργήσει το τριετές πλαφόν στην ενίσχυση του φράγκου έναντι του ευρώ που υιοθέτησε προ τριετίας.

Πρώτος που αναφέρθηκε σε «συναλλαγματικούς πολέμους» ήταν ο υπουργός Οικονομικών της Βραζιλίας, Γκουίντο Μαντέγκα, το 2010, όταν αποδοκίμασε μια ηθελημένη απόπειρα για «φθηνά νομίσματα». Η χώρα του ήταν από τα πρώτα θύματα ενός τέτοιου πολέμου. Η μεγάλη μείωση των αμερικανικών επιτοκίων, τότε, ώθησε τα επενδυτικά κεφάλαια στις αναδυόμενες αγορές όπου υπόσχονταν υψηλότερες αποδόσεις, πλήττοντας τις εξαγωγές εμπορευμάτων από τη Βραζιλία. Ο μεγάλος κερδισμένος των συναλλαγματικών πολέμων είναι το γιεν της Ιαπωνίας. Το γιεν έχει υποχωρήσει κατά 28% έναντι του δολαρίου μέσα σε μια διετία, τονώνοντας την κερδοφορία ομίλων όπως η αυτοκινητοβιομηχανία Toyota.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή