Σε δανεισμό κατέφυγε η Σαουδική Αραβία λόγω «βουτιάς» του πετρελαίου

Σε δανεισμό κατέφυγε η Σαουδική Αραβία λόγω «βουτιάς» του πετρελαίου

3' 51" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Για πρώτη φορά ύστερα από μια οκταετία, η Σαουδική Αραβία, το πλουσιότερο κράτος-μέλος του ΟΠΕΚ με τα μεγαλύτερα αποθέματα πετρελαίου, αναγκάστηκε φέτος να δανειστεί 4 δισ. δολάρια από τις τοπικές αγορές. Aφού δαπάνησε κάποια από τα 737 δισ. δολάρια που διαθέτει σε συναλλαγματικά αποθέματα, η δεύτερη επιλογή της Σαουδικής Αραβίας ήταν να δανειστεί από τις αγορές για να αντισταθμίσει την υποχώρηση των κρατικών εσόδων από την πτώση των τιμών του πετρελαίου. Η περίπτωση της Σαουδικής Αραβίας καταδεικνύει πως υπάρχουν και χαμένοι, όχι μόνον κερδισμένοι, από τη διολίσθηση των τιμών του πετρελαίου. Αλλά ακόμη και οι κερδισμένοι μπορεί να μη βρίσκονται σε θέση να απορροφήσουν στο μέγιστο τα οφέλη που προκύπτουν από τη φθηνή ενέργεια.

Ευνοήθηκε η Ευρώπη

Εκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) με τίτλο «Παγκόσμιες επιπτώσεις από τις χαμηλότερες τιμές του πετρελαίου» καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι τιμές των καυσίμων μειώθηκαν, παγκοσμίως, μόνο στο μισό συγκριτικά με την πτώση των τιμών του πετρελαίου στις διεθνείς αγορές.

Οι καταναλωτές της Ευρώπης έχουν επωφεληθεί περισσότερο από κάθε άλλη χώρα διότι η πτώση των τιμών του πετρελαίου έχει οδηγήσει σε χαμηλότερες τιμές καυσίμων, αν και η ζήτηση ήταν πιο υποτονική από τα μέσα του 2014 έως τις αρχές του 2015 σε σχέση με τις εκτιμήσεις.

Το ΔΝΤ διαβλέπει ενίσχυση του ρυθμού ανάπτυξης στην παγκόσμια οικονομία κατά 0,5% το διάστημα 2015-16 από την πτώση των τιμών του πετρελαίου. Αλλες παράμετροι, ωστόσο, μπορεί να επισκιάσουν την όποια θετική επίδραση. Η υποτονική προοπτική ανάπτυξης με την επιβράδυνση της Κίνας και την αβεβαιότητα για την ισχύ της ανάπτυξης σε ΗΠΑ και Ευρώπη, οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι όπως η ουκρανική κρίση και η έκρυθμη κατάσταση στη Μέση Ανατολή, και οι αντιπληθωριστικές τάσεις σε ορισμένους εισαγωγείς πετρελαίου μπορεί να λειτουργήσουν ανασταλτικά στην όποια θετική επίδραση από την πτώση των τιμών του πετρελαίου.

Σε κάθε περίπτωση, είναι μια εξέλιξη που αναμένεται να ωφελήσει τα νοικοκυριά. Αυξάνει την αγοραστική τους δύναμη για να πραγματοποιήσουν άλλες δαπάνες και κατ’ επέκταση δίνει ώθηση στις επιχειρήσεις. Οι χαμηλές τιμές του πετρελαίου, ωστόσο, δεν μπορούν να διαδραματίσουν πρωταγωνιστικό ρόλο στην ενίσχυση της οικονομικής προοπτικής σε διεθνές επίπεδο.

Δεν είναι τυχαίο, εξάλλου, ότι η υφιστάμενη πτώση των τιμών είναι αποτέλεσμα της αύξησης της προσφοράς παρά ενίσχυσης της ζήτησης. Και η αύξηση της παραγωγής πετρελαίου προέρχεται από την ανάπτυξη σχιστολιθικού πετρελαίου στις ΗΠΑ και την ενίσχυση της παραγωγής εντός ΟΠΕΚ, δηλαδή σε χώρες όπως το Ιράκ, η Λιβύη και η Σαουδική Αραβία. Τα στοιχεία της Διεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας (ΙΕΑ) το επιβεβαιώνουν. Το δεύτερο τρίμηνο του 2015, η παγκόσμια προσφορά πετρελαίου διαμορφώθηκε στα 96,39 εκατ. βαρέλια, ημερησίως, αντί της παγκόσμιας ζήτησης που παρέμεινε στα 93,13 εκατ. βαρέλια.

Προβλέπει δε ότι οι τιμές θα υποχωρήσουν ακόμη πιο πολύ έως τα τέλη του έτους επειδή η προσφορά θα συνεχίσει να υπερισχύει της ζήτησης, που θα παραμείνει αδύναμη και μέσα στο 2016.

Τοι χτύπημα της Τεχεράνης

Ωθηση στην προσφορά αναμένεται να δοθεί από την ιστορική συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν μεταξύ των Εξι και της Τεχεράνης. Η αναμενόμενη άρση των κυρώσεων θα ανοίξει την πόρτα για εξαγωγές ιρανικού αργού πετρελαίου στη Δύση, εντείνοντας, κατά πάσα πιθανότητα, την πτώση των τιμών από το 44% που ισχύει από τα μέσα του 2014.

Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, οι επιπτώσεις μάλλον θα είναι βαριές για τη Ρωσία, τη Βενεζουέλα ή τη Σαουδική Αραβία. Ηδη από τις αρχές του 2015 προβλεπόταν στη Σαουδική Αραβία πτώση των εσόδων κατά 89 δισ. δολάρια, με την τιμή αργού στα 55 δολάρια το βαρέλι αντί των 52 δολ. που ίσχυαν προς τα τέλη αυτής της εβδομάδας. Στη Ρωσία, η πτώση των τιμών «μαύρου χρυσού» σε συνδυασμό με τις κυρώσεις της Δύσης οδήγησε σε συρρίκνωση της οικονομίας κατά 1,9% το πρώτο τρίμηνο. Βαρίδι στον προϋπολογισμό της Bενεζουέλας, τέλος, είναι οι κρατικές επιδοτήσεις στις τιμές του πετρελαίου, που επιβαρύνουν το κράτος με πρόσθετες δαπάνες 12,5 δισ. δολαρίων.

Η εξάρτηση από τα πετροδολάρια

Εχει ενταθεί η αλληλεξάρτηση μεταξύ πετρελαιοπαραγωγών κρατών και χρηματοπιστωτικού κλάδου, γεγονός που παρακολουθείται στενά από τράπεζες και αγορές, προειδοποιεί το ΔΝΤ. Από τη δεκαετία του ’90 έχουν τριπλασιαστεί οι επενδυτές στην προθεσμιακή αγορά αργού πετρελαίου, ενώ οι τραπεζικές καταθέσεις των καθαρών εξαγωγέων πετρελαίου έχουν διπλασιαστεί στα 972 δισ. δολάρια από το 2004. Περίπου δύο τρισ. δολάρια διατηρούν ορισμένοι καθαροί εξαγωγείς πετρελαίου σε αμερικανικά περιουσιακά στοιχεία, εκ των οποίων 1,3 τρισ. είναι σε μετοχές, αναφέρει το ΔΝΤ στην έκθεσή του. Τα συναλλαγματικά αποθέματα των καθαρών εξαγωγέων πετρελαίου αυξήθηκαν στο 1,1 τρισ. δολάρια την τελευταία δεκαετία, αντανακλώντας πενταπλάσια άνοδο. Αυτές οι χώρες αναλογούν στο 15% της αύξησης των συναλλαγματικών αποθεμάτων από το 2004. Και τα κεφάλαια αυτά αποτελούν βασική πηγή χρηματοδότησης του παγκόσμιου τραπεζικού κλάδου και των αγορών κεφαλαίου, αλλά η πτώση των τιμών σημαίνει πως θα πρέπει να προσαρμόσουν τις προσδοκίες τους.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή