Αποκωδικοποιώντας τον μύθο των μετοχών

Αποκωδικοποιώντας τον μύθο των μετοχών

2' 39" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οι περισσότεροι οικονομολόγοι, όπως και ο υποφαινόμενος, δεν έχουμε πολλά να πούμε για τις μετοχές, οι οποίες γενικά έχουν πολύ λιγότερη σχέση με την κατάσταση της οικονομίας ή τις μελλοντικές της προοπτικές από ό,τι αρκετοί πιστεύουν. Ο οικονομολόγος Πολ Σάμιουελσον το θέτει ευκρινώς πως «οι δείκτες της Γουόλ Στριτ έχουν προβλέψει τις εννέα από τις πέντε τελευταίες υφέσεις». Πάντως, ακόμα και έτσι δεν μπορούμε πλήρως να αγνοήσουμε τις τιμές των μετοχών. Το γεγονός ότι οι χρηματιστηριακοί δείκτες έχουν εκτιναχθεί σε νέα ύψη, όπως ο Dow Jones, o οποίος έχει ενισχυθεί 177% από τα χαμηλά του επίπεδα τον Μάρτιο του 2009, αξίζει προσοχής και ανάλυσης. Το τι ακριβώς μας δείχνουν, πάντως, δεν είναι απολύτως θετικό. Στην πραγματικότητα, η άνοδος του χρηματιστηρίου κατά κάποιον τρόπο μας δείχνει τις αδυναμίες της οικονομίας, όχι τα δυνατά της σημεία.

Λοιπόν, ας ξεκινήσουμε με τον μύθο ότι οι μετοχές συνιστούν μέτρο της οικονομίας συνολικά, ο οποίος έχει χρησιμοποιηθεί κατά κόρον από τη Δεξιά. Διακεκριμένοι συντηρητικοί οικονομολόγοι δημοσιεύουν άρθρα με τίτλους, όπως «Ο ριζοσπαστισμός του Ομπάμα δολοφονεί τον Dow». Ωστόσο, είναι αξιοπερίεργο ότι ακούγαμε αυτές τις διακηρύξεις πολύ λιγότερο μετά την ανάκαμψη των μετοχών και την απαρχή της ανόδου τους – αυτή η διαδικασία ξεκίνησε έξι εβδομάδες μετά την ανάληψη καθηκόντων από τον πρόεδρο Ομπάμα. Η αλήθεια είναι, σε κάθε περίπτωση, ότι υπάρχουν τρία σημεία ολίσθησης μεταξύ των μετοχών και της επιτυχίας της οικονομίας εν γένει. Πρώτον, οι τιμές των μετοχών αποτυπώνουν τα κέρδη, όχι τα συνολικά εισοδήματα. Δεύτερον, αποτυπώνουν επίσης τη διαθεσιμότητα ή την έλλειψη άλλων επενδυτικών ευκαιριών. Τρίτον, η σχέση μεταξύ των τιμών των μετοχών και των πραγματικών επενδύσεων, οι οποίες επεκτείνουν την ικανότητα της οικονομίας, έχει αποδυναμωθεί πολύ.

Αναφορικά με το πρώτο σημείο, εμείς μετράμε την επιτυχία της οικονομίας, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τον βαθμό, στον οποίο δημιουργεί αυξανόμενα εισοδήματα για τον πληθυσμό. Εντούτοις, οι μετοχές δεν αποτυπώνουν εν γένει τα εισοδήματα, αλλά μόνον ένα μέρος των εισοδημάτων, που λαμβάνουν τη μορφή κερδών. Αυτό δεν θα πείραζε, εάν το μερίδιο των κερδών στα συνολικά εισοδήματα ήταν σταθερό, αλλά δεν είναι. Το μερίδιο των κερδών στο εθνικό εισόδημα έχει διακυμάνσεις, αλλά διαμορφώνεται σε υψηλότερα επίπεδα τα τελευταία χρόνια από ό,τι στη διάρκεια της μεγάλης ανόδου του χρηματιστηρίου στα τέλη της δεκαετίας του 1990. Οπερ σημαίνει, ότι είχαμε εκτίναξη κερδών χωρίς συγκριτικά μεγάλη οικονομική άνθηση, κάτι το οποίο κατέστησε τη σχέση μεταξύ κερδών και ευημερίας αδύναμη – στην καλύτερη των περιπτώσεων.

Στο δε δεύτερο σημείο, θα πρέπει να πούμε ότι, όταν οι επενδυτές αγοράζουν μετοχές, αγοράζουν μέρος των μελλοντικών εταιρικών κερδών. Το ποια είναι η αξία της αγοράς αυτής εξαρτάται από το ποιες άλλες εναλλακτικές έχουν να μετατρέψουν τα σημερινά χρήματα σε εισόδημα του αύριο. Και σήμερα οι εναλλακτικές είναι πολύ περιορισμένες. Τα επιτόκια στα μακροπρόθεσμα κρατικά ομόλογα όχι μόνον είναι πολύ χαμηλά, μιλώντας με ιστορικά κριτήρια, αλλά καθίστανται μηδενικά ή ακόμα και αρνητικά, αφότου προσαρμοστούν στον πληθωρισμό. Κατά συνέπεια, οι επενδυτές προθυμοποιούνται να καταβάλουν υψηλό τίμημα για τα μελλοντικά εισοδήματα, το οποίο σημαίνει υψηλές τιμές μετοχών για τα οποιαδήποτε επίπεδα κερδών. Γιατί, όμως, τα μακροπρόθεσμα επιτόκια είναι χαμηλότατα; Η απάντηση έγκειται κυρίως στις αποδυναμωμένες επενδυτικές δαπάνες, ανεξαρτήτως των χαμηλών επιτοκίων, οι οποίες δαπάνες υποδηλώνουν ότι τα εν λόγω επιτόκια θα πρέπει να παραμείνουν σε αυτά τα επίπεδα επί μακρόν.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή