Η αβεβαιότητα εντείνεται, η ανάπτυξη επιβραδύνεται και το ΔΝΤ ανησυχεί

Η αβεβαιότητα εντείνεται, η ανάπτυξη επιβραδύνεται και το ΔΝΤ ανησυχεί

3' 13" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Το Brexit έχει αποσυντονίσει το σύστημα», δήλωσε ο Μορίς Ομπστφελντ, επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ. Μία ημέρα πριν από το βρετανικό δημοψήφισμα στις 23 Ιουνίου, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) προσανατολιζόταν σε μια θετική αναθεώρηση των εκτιμήσεων για την ανάπτυξη στην παγκόσμια οικονομία από την προοπτική που είχε διαμορφωθεί τον Απρίλιο. Ομως η απόφαση των Βρετανών να εγκαταλείψουν την Ευρωπαϊκή Ενωση στο δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου οδήγησε το ΔΝΤ να προσαρμόσει χαμηλότερα τις προβλέψεις του. Το βρετανικό δημοψήφισμα έχει προκαλέσει «μεγάλη αύξηση της πολιτικής, οικονομικής και θεσμικής αβεβαιότητας», αναφέρει ο οργανισμός.

Το μεγαλύτερο πλήγμα από το Brexit θα υποστούν η Βρετανία και η Ευρώπη, με αποτέλεσμα η ήδη υποτονική ανάπτυξη στην παγκόσμια οικονομία να επιβραδυνθεί περαιτέρω. Η νέα πρόβλεψη για την ανάπτυξη στην παγκόσμια οικονομία είναι κατά 0,1% χαμηλότερη, στο 3,1% για το 2016 και στο 3,4% για το 2017. Στη Βρετανία, η ανάπτυξη αναμένεται να βαδίζει σε ρυθμό 1,7% το 2016, χαμηλότερα κατά 0,2% από τον Απρίλιο, και σε ρυθμό 1,3% το 2017, δηλαδή χαμηλότερα κατά 0,9%. Στην περίπτωση της Ευρωζώνης, το ΔΝΤ θεωρεί πως η ανάπτυξη θα είναι κατά 0,1% ισχυρότερη το 2016, αλλά προσάρμοσε χαμηλότερα τις προβλέψεις για το 2017 κατά 0,2%, στο 1,4%.

Ιδιαίτερα ευάλωτες είναι οι ανεπτυγμένες ευρωπαϊκές οικονομίες επειδή δεν έχουν ακόμη επιλυθεί μακροχρόνια προβλήματα στον ευρωπαϊκό τραπεζικό κλάδο. «Αυτά πρέπει να αντιμετωπισθούν τάχιστα και αποφασιστικά προκειμένου να εξασφαλιστεί ένα χρηματοπιστωτικό σύστημα με αντοχές σε μια παρατεταμένη περίοδο αβεβαιότητας και υψηλής μεταβλητότητας», σημειώνεται στην έκθεση του ΔΝΤ που δόθηκε στη δημοσιότητα την περασμένη Τρίτη. Σε κυβερνηντικό επίπεδο, το ΔΝΤ ενθαρρύνει τη λήψη μέτρων για τη στήριξη της εγχώριας ζήτησης, ειδικότερα στις πιστώτριες χώρες που έχουν τα περιθώρια, «προκειμένου να μειωθούν οι ανισορροπίες όσο θα ενισχύεται η παγκόσμια ανάπτυξη».

Εξακολουθούν, ωστόσο, να ελλοχεύουν κίνδυνοι για επιδείνωση των οικονομικών συνθηκών διότι δεν έχουν ακόμη αποτιμηθεί οι επιπτώσεις του δημοψηφίσματος. Εκτός των νέων, χαμηλότερων εκτιμήσεων για την παγκόσμια ανάπτυξη, το ΔΝΤ δοκιμάζει δύο ακραία σενάρια όπου η παγκόσμια οικονομία μπορεί να βρεθεί σε δεινή θέση το 2016-17. Σε αυτά τα δύο σενάρια, ο ρυθμός ανάπτυξης στην παγκόσμια οικονομία υποχωρεί κάτω του 3%. Στο πρώτο σενάριο, οι χρηματοοικονομικές συνθήκες βαίνουν προς το χειρότερο και η καταναλωτική εμπιστοσύνη έχει δεχτεί μεγαλύτερο πλήγμα στη Βρετανία και τον υπόλοιπο κόσμο μέχρι το α΄ εξάμηνο του 2017. Ενα μέρος των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών μεταφέρεται σταδιακά από τη Βρετανία στην Ευρωζώνη, με αποτέλεσμα την περαιτέρω επιβράδυνση της παγκόσμιας ανάπτυξης το 2016-17. Στο δεύτερο σενάριο, οι εμπορικές σχέσεις Βρετανίας και Ε.Ε. διαμορφώνονται στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου και οι πιέσεις στο χρηματοπιστωτικό σύστημα θα ήταν μεγαλύτερες, ιδιαίτερα στην Ευρώπη. Κατά συνέπεια, η επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας θα διαρκούσε όλο το 2017, με μεγαλύτερες συνέπειες στον ανεπτυγμένο κόσμο.

Το Brexit δεν μπορεί να αξιολογηθεί ως μεμονωμένο γεγονός. Αντίθετα, αποτελεί μέρος ενός παγκόσμιου παζλ με πολιτικούς και οικονομικούς κινδύνους. Πρόσθετοι γεωπολιτικοί παράγοντες που μπορεί να αποσταθεροποιήσουν την παγκόσμια οικονομία είναι η μεταναστευτική κρίση, ο ακραίος λαϊκισμός, οι ασταθείς κυβερνήσεις και η τρομοκρατία. Μια άγαρμπη προσαρμογή της κινεζικής οικονομίας θα αποτελούσε πρόσθετη πρόκληση στην παγκόσμια ανάπτυξη. Προς το παρόν, το ΔΝΤ εκτιμά πως η ανάπτυξη στην Κίνα θα διαμορφωθεί στο 6,6% το 2016 –με άνοδο 0,1% από τις προβλέψεις του Απριλίου– και στο 6,2% το 2017. «Παρ’ όλα αυτά, εάν η ανάπτυξη στην Ευρωπαϊκή Eνωση επηρεαστεί (από το Brexit), τότε θα είναι αξιόλογες οι επιπτώσεις για την Κίνα», σημειώνει το ΔΝΤ. Πέραν τούτου, όμως, «οι συνέπειες του Brexit στην Κίνα θα είναι αμελητέες λόγω των περιορισμένων εμπορικών και χρηματοοικονομικών διασυνδέσεων με τη Βρετανία».

Οι οικονομολόγοι του Ταμείου τονίζουν πως αρνητικοί παράγοντες στην προοπτική της παγκόσμιας οικονομίας παραμένουν η στασιμότητα και ο αποπληθωρισμός, αντανακλώντας την ανησυχία των πολιτικών αναλυτών για την υποτονική ζήτηση στις οικονομίες του ανεπτυγμένου κόσμου. Καταλήγει, δε, «μια παρατεταμένη περίοδος μεταβλητότητας στις αγορές και η αναζήτηση καταφυγίων από τους επενδυτές μπορεί να προκαλέσει σοβαρές μακροοικονομικές επιπτώσεις, π.χ. μέσα από την επιδείνωση των συνθηκών στον τραπεζικό κλάδο, ιδιαίτερα στις ευάλωτες οικονομίες».

 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή