Ο Τραμπ πρότεινε τη μείωση φορολογίας επιχειρήσεων στο 20%

Ο Τραμπ πρότεινε τη μείωση φορολογίας επιχειρήσεων στο 20%

3' 35" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μείωση των φορολογικών συντελεστών για τις επιχειρήσεις και τους πλουσίους πρότειναν κορυφαία στελέχη των Ρεπουμπλικανών και επιτελείς του Λευκού Οίκου. Ομως δεν παρουσίασαν κάποιο εναλλακτικό σχέδιο για την αναπλήρωση των εσόδων που θα χάσει το ομοσπονδιακό κράτος από αυτές τις περικοπές. Στο πλαίσιο του μεγαλόπνοου σχεδίου για τη φορολογική μεταρρύθμιση των ΗΠΑ, οι Ρεπουμπλικανοί και η κυβέρνηση Τραμπ προτείνουν μείωση του φορολογικού συντελεστή για τις επιχειρήσεις από το 35% στο 20% και στο 25% για τη φορολόγηση των μετόχων των εταιρειών που εξαιρούνται από επιβαρύνσεις (π.χ. συνεταιρισμοί και ατομικές επιχειρήσεις). Προωθείται, επίσης, και η μείωση του φόρου των ανώτερων εισοδηματικών στρωμάτων από το 39,6% στο 35%. Αυξάνεται, παράλληλα, ο κατώτερος συντελεστής από το 10% στο 12%. Οι εν λόγω προτάσεις έχουν προκαλέσει διχογνωμία στους κόλπους των Ρεπουμπλικανών και ισχυρές αντιδράσεις από τους Δημοκρατικούς.

Αντιδράσεις

Οικονομικοί αναλυτές προειδοποιούν ότι αυτή η φορολογική μεταρρύθμιση μπορεί να κοστίσει τρισεκατομμύρια δολάρια στο αμερικανικό Δημόσιο. Σημαντική κίνηση θα ήταν, τονίζουν, η κατάργηση των «παραθύρων» που επιτρέπουν τη φοροαποφυγή στις μεγάλες εταιρείες. Η μη κερδοσκοπική οργάνωση Tax Foundation υπολογίζει ότι αυτό το σχέδιο θα μειώσει τα έσοδα του ομοσπονδιακού κράτους κατά 5,9 τρισ. δολάρια την επόμενη δεκαετία.

Οσοι γνωρίζουν καλά τον χώρο των Ρεπουμπλικανών και έχουν πρόσβαση στον Λευκό Οίκο υποστηρίζουν ότι είναι εσκεμμένα ασαφές το σχέδιο για τη φορολογική μεταρρύθμιση, ώστε να υπάρχει έδαφος για διαπραγμάτευση. Αυτοί που ανέλαβαν να συντάξουν τις φορολογικές προτάσεις Τραμπ είναι ο υπουργός Οικονομικών Στίβεν Μνούτσιν, ο επικεφαλής του Οικονομικού Συμβουλίου στον Λευκό Οίκο Γκάρι Κον και τέσσερα κορυφαία στελέχη των Ρεπουμπλικανών.

Η επιτυχία της φορολογικής μεταρρύθμισης αποτελεί στοίχημα για τον Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος μέχρι σήμερα δεν έχει καταφέρει να κάνει πράξη καμία από τις προεκλογικές υποσχέσεις του. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ότι η κατάργηση του Obamacare δεν υλοποιήθηκε ποτέ. Ευτυχώς, γιατί διαφορετικά εκατομμύρια Αμερικανοί θα έμεναν χωρίς ιατρική περίθαλψη. «Η φορολογική μεταρρύθμιση είναι πολύ σημαντική υπόθεση για τη χώρα μας, θα δημιουργήσει πολλές θέσεις εργασίας και θα οδηγήσει στην ευημερία. Οπότε για μας είναι μονόδρομος η ολοκλήρωσή της», δήλωσε χθες ο Πολ Ράιαν, επικεφαλής των Ρεπουμπλικανών στη Βουλή των Αντιπροσώπων. «Επικεντρωνόμαστε στη δημιουργία θέσεων εργασίας, φτιάχνουμε ένα δικαιότερο φορολογικό καθεστώς και ενισχύουμε το εισόδημα των νοικοκυριών», δήλωσε ο Μιτς Μακόνελ, επικεφαλής των Ρεπουμπλικανών στη Γερουσία.

Τρεις κλίμακες

Οπως αποκαλύπτει το πρακτορείο Reuters και το αμερικανικό ειδησεογραφικό δίκτυο CNBC, οι φορολογικές κλίμακες από επτά θα γίνουν τρεις: 12%, 25%, 35%. Διπλασιάζονται, παράλληλα, κάποιες φοροαπαλλαγές, συμπεριλαμβανομένων αυτών που προβλέπονται για τις οικογένειες με παιδιά. Πλην όμως δεν είναι γνωστό το ύψος τους. Οπότε δεν είναι βέβαιο κατά πόσον ωφελούνται τα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα από αυτές τις φοροαπαλλαγές.

Επίσης, δεν προβλέπονται φοροαπαλλαγές στον τομέα έρευνας και ανάπτυξης. Καταργούνται, επίσης, οι φοροαπαλλαγές στην εγχώρια παραγωγή, που ενδιαφέρουν ιδιαίτερα τις εταιρείες του μεταποιητικού τομέα στις ΗΠΑ.

Περιορίζεται, επίσης, η δυνατότητα των εταιρειών να διεκδικήσουν έκπτωση φόρων από το κόστος δανεισμού. «Αυτή η εξέλιξη έρχεται σε αντίθεση με τη δέσμευση του κ. Τραμπ ότι οι πλούσιοι δεν θα ωφεληθούν από τη φορολογική μεταρρύθμιση», σχολιάζει ο γερουσιαστής Ρον Γουάντεν, κορυφαίο στέλεχος των Δημοκρατικών, που είναι μέλος της επιτροπής χρηματοοικονομικών υποθέσεων του Κογκρέσου, ειδικός επί φορολογικών θεμάτων.

Υπέρ σταδιακής αύξησης επιτοκίων η Γέλεν

Παρά τον χαμηλό πληθωρισμό, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ θα πρέπει να εξακολουθήσει να αυξάνει σταδιακά τα επιτόκια, δήλωσε η πρόεδρός της Τζάνετ Γέλεν, στη διάρκεια ομιλίας της που πραγματοποίησε στο Κλίβελαντ. Αναγνωρίζοντας την πιθανότητα η Fed να έχει αξιολογήσει λανθασμένα την πορεία του πληθωρισμού αλλά και κάποιες βασικές παραμέτρους στην αγορά εργασίας, η κ. Γέλεν υπερασπίστηκε τη σταδιακή αύξηση του βασικού επιτοκίου των ΗΠΑ. «Χωρίς μετριοπαθείς αυξήσεις, ελλοχεύει ο κίνδυνος να υπάρξει υπερθέρμανση της αγοράς εργασίας, δημιουργώντας ενδεχομένως πρόσφορο έδαφος για την επιτάχυνση του πληθωρισμού που θα είναι δύσκολο να αναχαιτιστεί χωρίς να οδηγηθεί σε ύφεση η οικονομία», είπε κ. Γέλεν. To βασικό επιτόκιο της Fed βρίσκεται σήμερα στο 1,25% έπειτα από δύο αυξήσεις μέσα στο 2017. Επίσης, ο ετήσιος πληθωρισμός ενισχύθηκε τον Αύγουστο στο 1,9% από το 1,7% έναν μήνα πριν, μία άνοδος που αποδόθηκε στην αύξηση των τιμών βενζίνης, λόγω του «παγώματος» της παραγωγής στο Τέξας μετά το καταστροφικό πέρασμα του τυφώνα «Χάρβεϊ». Τα σχόλια της κ. Γέλεν εκλαμβάνονται ως μια απόπειρα να επιλυθεί η διαμάχη μεταξύ των μελών της Fed για το αν θα πρέπει να συνεχιστεί η σταδιακή αύξηση των επιτοκίων, λόγω της βραδείας ενίσχυσης των τιμών και των μισθών στην πραγματική οικονομία μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2007-09.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή