ΑΝΑΛΥΣΗ EFG EUROBANK ERGASIAS RESEARCH

4' 2" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οι ανακοινώσεις των οικονομικών εκθέσεων της ΕΚΤ και της ΒοΕ, την τρέχουσα εβδομάδα, καθώς και τα πρόσφατα ισχυρότερα από τα αναμενόμενα οικονομικά στοιχεία των ΗΠΑ διαμόρφωσαν μια διαφορετική από τη μέχρι τώρα εκτίμηση της αγοράς για την πορεία των επιτοκίων. Ο κύκλος μείωσης των επιτοκίων για το τρέχον έτος στις οικονομίες αυτές είναι πιθανότατα κοντά στο τέλος του.

Η ΕΚΤ ανέφερε μέσω της οικονομικής έκθεσης για τον μήνα Νοέμβριο ότι τα τωρινά επιτόκια είναι τα κατάλληλα για τη διατήρηση των συνθηκών σταθερότητας τιμών μεσοπρόθεσμα, ενώ αναμένονται περαιτέρω ασθενή στοιχεία για την οικονομία της Ευρωζώνης. Το γεγονός αυτό υποδηλώνει ότι η ΕΚΤ δε προτίθεται να προβεί σε νέα μείωση των επιτοκίων μέχρι το τέλος του έτους, δεδομένου ότι έλαβε υπ’ όψιν την προηγούμενη εβδομάδα, όταν αποφάσισε μείωση των επιτοκίων κατά 50μβ, το ενδεχόμενο μεγαλύτερης από την αναμενόμενη επιβράδυνσης της Ευρωζώνης. Η εκτίμηση αυτή στηρίζεται επίσης σε πρόσφατη δήλωση του αξιωματούχου της Τράπεζας κ. Schioppa, σύμφωνα με την οποία «δεν υπάρχει κάτι νεότερο που θα μας έκανε να σκεφτούμε ότι η απόφαση για μείωση των επιτοκίων -την προηγούμενη εβδομάδα- θα πρέπει να συνοδευτεί από μία ακόμα στο άμεσο μέλλον». Στη συνεδρίαση του Δεκεμβρίου η ΕΚΤ αναμένεται να ασχοληθεί με την ετήσια αναθεώρηση του δείκτη προσφοράς χρήματος Μ3, ενώ η συνεδρίαση τον Ιανουάριο είναι χρονικά πολύ κοντά στην εισαγωγή κερμάτων και χαρτονομισμάτων του ευρώ. Μία ενδεχόμενη μείωση των επιτοκίων είναι πιθανό να πραγματοποιηθεί τον Φεβρουάριο. Η εκτίμηση της αγοράς ότι η ΕΚΤ δεν θα προβεί σε ακόμα χαλαρότερη νομισματική πολιτική στο άμεσο μέλλον, αντανακλάται στην αγορά ομολόγων, με την απόδοση του διετούς γερμανικού ομολόγου -τίτλος ευαίσθητος σε ενδεχόμενες μεταβολές επιτοκίων- να ανέρχεται την Παρασκευή στο 3.391 που αποτελεί το υψηλότερο επίπεδο του τελευταίου μήνα. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ανακοίνωσε την Πέμπτη την πτωτική αναθεώρηση της εκτίμησής του για το ρυθμό ανάπτυξης της Ευρωζώνης σε 1,7% το 2001 και 1,4% το 2002 έναντι αρχικής εκτίμησης 1,8% και 2,2% αντίστοιχα.

Στη Μεγάλη Βρετανία, παρά τις πρόσφατες ανακοινώσεις ασθενών οικονομικών στοιχείων και τη μεγαλύτερη από την προβλεπόμενη μείωση των αγγλικών επιτοκίων κατά 50μβ την προηγούμενη εβδομάδα, η τριμηνιαία έκθεση πληθωρισμού της ΒοΕ ήταν περισσότερο αισιόδοξη από αυτή που ανέμενε η αγορά. Σύμφωνα με την έκθεση, η οικονομία προβλέπεται ότι θα σημειώσει περαιτέρω επιβράδυνση τα επόμενα δύο τρίμηνα, ενώ αναμένεται ανάκαμψη το δεύτερο εξάμηνο του επόμενου έτους. Η πιθανότητα ύφεσης για την οικονομία της Μεγάλης Βρετανίας είναι μόνο 10%. Τα τωρινά επιτόκια της Μεγάλης Βρετανίας είναι τα χαμηλότερα των τελευταίων 37 ετών, 4%. Η πιθανότητα περαιτέρω μείωσής τους μέχρι το τέλος του έτους έχει περιοριστεί σημαντικά, ενώ η αγορά αρχίζει να προεξοφλεί την αύξησή τους μετά το τέλος του πρώτου τριμήνου του 2002. Σημειώνουμε ότι ο όγκος λιανικών πωλήσεων σημείωσε πτώση τον Οκτώβριο για πρώτη φορά τους τελευταίους 18 μήνες, ενώ τον ίδιο μήνα ο αριθμός των ανέργων παρουσίασε άνοδο για πρώτη φορά από τον Οκτώβριο του 2000.

Στις ΗΠΑ, μια σειρά πρόσφατων, ισχυρότερων από τα αναμενόμενα οικονομικών στοιχείων και τα θετικά νέα από τη στρατιωτική επιχείρηση στο Αφγανιστάν ενισχύουν την άποψη της αγοράς, ότι η οικονομία των ΗΠΑ βρίσκεται ενδεχομένως πιο κοντά από όσο αρχικά είχε εκτιμηθεί σε φάση ανάκαμψης. Υπενθυμίζουμε ότι ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης του Michigan University σημείωσε άνοδο τον Νοέμβριο έναντι αναμενόμενης πτώσης, ο αριθμός των αιτήσεων για επιδόματα ανεργίας την εβδομάδα που έληξε στις 10 Νοεμβρίου σημείωσε απρόσμενα άνοδο για τρίτη συνεχή εβδομάδα, ο δείκτης λιανικών πωλήσεων παρουσίασε τον Οκτώβριο τη μεγαλύτερη ιστορικά μηνιαία άνοδο, ενώ ο δείκτης βιομηχανικής δραστηριότητας Philadelphia Fed index βρέθηκε σε επίπεδο υψηλότερο από αυτό που ανέμενε η αγορά. Οι εξελίξεις αυτές περιορίζουν σημαντικά την πιθανότητα για νέα μείωση των επιτοκίων τον Δεκέμβριο ενώ η αγορά αρχίζει να προεξοφλεί αύξηση των επιτοκίων μέχρι τον Ιούνιο του 2002 παρά την πτώση της βιομηχανικής παραγωγής τον Οκτώβριο για 13ο συνεχή μήνα.

Στην Ιαπωνία, η BoJ αποφάσισε μετά τη λήξη της διήμερης συνεδρίασής της την Παρασκευή, όπως άλλωστε αναμενόταν, τη διατήρηση αμετάβλητης νομισματικής πολιτικής. Εκτιμούμε ότι η BoJ θα αναμένει μέχρι τον Δεκέμβριο όταν θα ανακοινωθεί το ΑΕΠ τρίτου τριμήνου (7 Δεκεμβρίου) για ενδεχόμενη υιοθέτηση νέων μέτρων ποσοτικής χαλάρωσης. Σύμφωνα με ανακοίνωση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, αναμένεται συρρίκνωση της οικονομίας κατά 0,9% το 2001 και -1,3% το 2002. Ο διοικητής της BoJ, κ. Hayami, δήλωσε πρόσφατα ότι απαιτείται η υιοθέτηση σημαντικών διαρθρωτικών αλλαγών κυρίως στον τραπεζικό τομέα, προκειμένου η χαλαρή νομισματική πολιτική της Τράπεζας να επιφέρει τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα στην οικονομία. Το Κοινοβούλιο ενέκρινε το συμπληρωματικό προϋπολογισμό ύψους 3 τρισ. γιεν ($24,69 δισ.), εκ των οποίων το ποσό του 1 τρισ. θα διοχετευτεί σε προγράμματα διαρθρωτικών αλλαγών. Την επόμενη εβδομάδα αναμένονται οι οικονομικές εξαμηνιαίες εκθέσεις σημαντικών ιαπωνικών τραπεζών, γεγονός που αναμένεται να επιδράσει στην πορεία του γιεν και του χρηματιστηριακού δείκτη Nikkei.

Τυπικά, η απώλεια εμπιστοσύνης περιορίζει και την επιθυμία των ξένων να επενδύσουν στις ΗΠΑ, γι’ αυτό και γενικά οι περίοδοι χαμηλών εμπορικών ελλειμμάτων ανταποκρίνονταν σε ασθενέστερο δολάριο, παρά σε ένα ισχυρό, κατά τα τελευταία είκοσι χρόνια.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή